Ποιοι «απειλούνται» άμεσα με έλεγχο από την ΑΑΔΕ

Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων ξεκινά σαφάρι φορολογικών ελέγχων για ενοίκια, ελεύθερους επαγγελματίες, ηλεκτρονικές δαπάνες

Ποιοι «απειλούνται» άμεσα με έλεγχο από την ΑΑΔΕ

Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων ξεκινά άμεσα σαφάρι φορολογικών ελέγχων. Η απόφαση έρχεται αμέσως μετά τη λήξη της παράτασης για την υποβολή φορολογικών δηλώσεων, καθώς η διαδικασία ολοκληρώθηκε φέτος νωρίτερα από κάθε άλλη χρονιά.

Σύμφωνα με πηγή του υπουργείου Οικονομικών, η έγκαιρη καταγραφή των εισοδημάτων και των επιστροφών διευκολύνει σημαντικά την προετοιμασία των ελέγχων αλλά και τον σχεδιασμό των οικονομικών μέτρων που θα ανακοινωθούν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.

Δηλώσεις εισοδημάτων από ενοίκια. Χαρακτηριστικό είναι ότι, το προηγούμενο έτος, ο μέσος όρος δηλωθέντων ενοικίων ήταν μόλις 255 ευρώ τον μήνα, ποσό που θεωρείται ενδεικτικό ανακριβών δηλώσεων. Για παράδειγμα, ιδιοκτήτης ακινήτου στο κέντρο της Αθήνας δήλωσε έσοδα 3.000 ευρώ ετησίως, όταν στην ίδια περιοχή τα ενοίκια ξεπερνούν τις 600 ευρώ τον μήνα.

Στις περιπτώσεις αυτές θα διενεργηθούν διασταυρώσεις μεταξύ των εισοδημάτων που δηλώνονται και των δαπανών των φορολογουμένων, ενώ εάν διαπιστωθούν σημαντικές αποκλίσεις, οι πολίτες θα κληθούν να δώσουν εξηγήσεις και, αν δεν είναι επαρκείς, θα επιβληθούν κυρώσεις.

Διασταυρώσεις για τους ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι δηλώνουν εισοδήματα χαμηλότερα από τα ελάχιστα τεκμαρτά όρια που ορίζει η νομοθεσία. Με βάση την αύξηση του κατώτατου μισθού, το ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα για φέτος ανέρχεται σε 11.620 ευρώ. Ένας επαγγελματίας με τέσσερα έτη δραστηριότητας θα πρέπει να δηλώσει τουλάχιστον 3.873 ευρώ, ενώ για επαγγελματίες με έξι χρόνια λειτουργίας το ποσό ανεβαίνει στις 11.620 ευρώ.

Αν κάποιος επαγγελματίας που έχει συμπληρώσει επτά έτη δηλώσει εισόδημα κάτω από 12.782 ευρώ, θα βρεθεί στο επίκεντρο ελέγχου. Οι διασταυρώσεις θα περιλαμβάνουν επίσης μηδενικές δηλώσεις ΦΠΑ από επιχειρήσεις που διατηρούν ενεργή δραστηριότητα. Το 2023 εντοπίστηκαν 1.706 περιπτώσεις επιχειρήσεων που δήλωσαν μηδενικά έσοδα ενώ παρουσίαζαν κανονική λειτουργία μέχρι το τέλος του έτους.

Ηλεκτρονικές δαπάνες. Η νομοθεσία προβλέπει ότι κάθε φορολογούμενος πρέπει να πραγματοποιεί ετήσιες ηλεκτρονικές συναλλαγές ίσες με το 30% του πραγματικού του εισοδήματος, με ανώτατο ποσό τις 20.000 ευρώ. Εάν δηλωθούν χαμηλότερες δαπάνες, επιβάλλεται φόρος 22% επί της διαφοράς.

Για παράδειγμα, κάποιος με εισόδημα 20.000 ευρώ πρέπει να εμφανίσει δαπάνες τουλάχιστον 6.000 ευρώ. Αν δηλώσει μόνο 4.000 ευρώ, θα πληρώσει πρόστιμο 440 ευρώ. Αντίστροφα, δηλώσεις υπερβολικών δαπανών που δεν ανταποκρίνονται στο δηλωθέν εισόδημα θα προκαλέσουν επίσης έλεγχο, καθώς μπορεί να υποκρύπτουν αδήλωτα εισοδήματα ή ψευδείς δηλώσεις.

Τέλος, οι έλεγχοι επεκτείνονται στα περιουσιακά στοιχεία και στο πώς αυτά αποκτήθηκαν. Το σύστημα Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας, που χρησιμοποιεί δεδομένα από τράπεζες και λοιπά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, θα αξιολογεί εάν η αύξηση της περιουσίας συμβαδίζει με τα δηλωθέντα εισοδήματα.

Για παράδειγμα, αν κάποιος δηλώνει εισόδημα 15.000 ευρώ και ταυτόχρονα αγοράζει ακίνητο αξίας 300.000 ευρώ, θα καλείται να αιτιολογήσει την προέλευση των κεφαλαίων. Σε περίπτωση που δεν μπορεί να το τεκμηριώσει, θα επιβληθούν πρόσθετοι φόροι και πιθανές ποινικές διώξεις.