«Αγαπώ πολύ το σινεμά όπως και το κρασί»: Στην «Π» ο συγγραφέας και ποιητής Βασίλης Λαδάς

«Οι σκάλες ασκούν μαγεία. Αν δεν είσαι καρδιακός, όταν τις βρεις μπροστά σου θέλεις να τις ανέβεις κι ας μην ξέρεις τι θα βρεις στην κορυφή του», δηλώνει ο Βασίλης Λαδάς στην «Π» με αφορμή το νέο του βιβλίο «Σινέ Σκάλες».

Λαδά

Μέσα από τις 91 σελίδες του νέου του βιβλίου «Σινέ Σκάλες» (εκδ. Μετρονόμος) αναδύεται η μαγεία του σινεμά, αναδίδονται αρώματα κρασιού, ξετυλίγεται, τρυφερά, η ιστορία του εξ Αμερικής ήρωά του, που στη σύντομη επίσκεψή του στη γενέτειρά του, την Πάτρα, μέσω κινηματογραφικών ταινιών «διαμάντια» ξορκίζει το παρελθόν του, ενώ παράλληλα γίνονται, πάλι με «πάτημα» τις ταινίες, πολιτικο-κοινωνικο-θρησκευτικά σχόλια. Ολα αυτά καθιστούν τη νουβέλα του Βασίλη Λαδά ιδιαίτερη και άκρως απολαυστική. Ο δημιουργός της μιλάει στην «Π».

-Τι σας ώθησε να γράψετε τις «Σινέ Σκάλες»; Πώς εμπνευστήκατε τον ήρωά σας, που επιστρέφει στη μικρομέγαλη γενέτειρά του –την Πάτρα- Ιούλιο μήνα, μετά από ακριβώς 43 χρόνια στις ΗΠΑ;

Θα έλεγα η αγάπη μου για το σινεμά. Να μιλήσω γι’ αυτό μέσω μιας ιστορίας που θα μπορούσε να είναι σενάριο κινηματογραφικού έργου. Η ιδέα ξεκίνησε προ τετραετίας όταν παρακολούθησα προβολές ταινιών μιας συλλογικότητας φοιτητών στο πάνω μέρος της σκάλας της Αγίου Νικολάου. Εχω τη μνήμη μιας ασπρόμαυρης ταινίας του Ροσελίνι, το Στρόμπολι, που την είδα εκεί μυρίζοντας την αύρα της θάλασσας του Πατραϊκού που ανέβαινε ψηλά.
Ο ήρωας του αφηγήματος, ο χημικός, οινοποιός κ.λπ., είμαι εγώ, σύμφωνα με το Φλωμπερικό: η Μαντάμ Μποβαρύ είναι ο συγγραφέας της.

-Επιστρέφοντας, λοιπόν, φορώντας τζόκεϊ, γυαλιά και μάσκα, για να μην τον αναγνωρίσει κανείς, αποφασίζει να παρακολουθήσει τις προβολές ταινιών της συλλογικότητας «Ουτοπία» (κλείνετε εδώ το μάτι, σωστά;) στις σκάλες της Αγίου Νικολάου. Γιατί οι σκάλες έχουν σημαίνοντα ρόλο στις κινηματογραφικές ταινίες; –σε ένα κεφάλαιο της νουβέλας σας μετράμε 31 ταινίες με σκάλες.

Το μέλημά μου ήταν να γράψω για σινεμά, όχι για τις συγκεκριμένες σκάλες της πόλης. Δεν είμαι τρελαμένος με την πόλη που ζω. Εχω ένα σωρό λόγους να την αντιπαθώ, αλλά δεν είναι της παρούσης. Οι σκάλες είναι σημαίνον πολλών εννοιών. Φιλοσοφικών, κοινωνιολογικών, θρησκευτικών. Αλλοτε σημαίνουν την άνοδο στη δόξα, στον ουρανό, στην κορυφή, άλλοτε την πτώση, τον κατήφορο, την κατρακύλα. Λέξεις όπως σκάλες, σκαλοπάτια, σκαλιά τις βρίσκεις σε μυριάδες τραγουδάκια κι αποφθέγματα, αλλά και στην δυνατή ποίηση. Οπως βρίσκεις και μυριάδες φωτογραφίες και ζωγραφιές με σκάλες. Οι σκάλες ασκούν μαγεία. Αν δεν είσαι καρδιακός, όταν τις βρεις μπροστά σου θέλεις να τις ανέβεις κι ας μην ξέρεις τι θα βρεις στην κορυφή τους.

-Με ποιο κριτήριο επιλέξατε τις ταινίες που προβάλλονται και μέσω των οποίων κάνετε ιστορικά, πολιτικά, κοινωνικά σχόλια;

Εδωσα προτεραιότητα σε ταινίες κλασικές που μου αρέσουν. Οι περισσότερες είναι του μαυρόασπρου κινηματογράφου. Εκανα όμως μια παρασπονδία. Αναφέρθηκα στην ταινία Γη, 1930, του Νοβσένκο Στην οποία δεν υπάρχουν πλάνα με σκάλες. Το έκανα γιατί ξεκινά με πλάνα σταθμό στην τέχνη του σινεμά. Με στάχυα να κυματίζουν σαν θάλασσα στους κάμπους της Ουκρανίας που βομβαρδίζεται τώρα στον πόλεμο Δύσης–Πούτιν.

-Μαζί με το σινεμά και το κρασί, στη νουβέλα σας ρόλο κρατά και ο έρωτας, αφού γίνεται λόγος για την απόρριψη του ήρωα από τη Μαρία (όπως η ηρωίδα της ποιητικής σας συλλογής «Γιάννης και Μαρία»), αλλά και για τη σχέση του με την Κλάρα. Ο κρίκος που ενώνει, για εσάς, αυτούς τους 3 πρωταγωνιστές;

Ο έρωτας είναι πρωταρχικό θέμα στην τέχνη. Συνεπώς και στον κινηματογράφο. Για να μην πω ότι στον κινηματογράφο παραείναι. Κοινότοπες ιστορίες βέβαια που το κοινό της παρακολουθεί γνωρίζοντας το τέλος τους. Οι ερωτικές χαρές και λύπες κυριαρχούν συντριπτικά στο σύνολο των ταινιών.

Λαδά-Το Αμερικανικό Ονειρο «παίζει» κι αυτό στη νουβέλα σας και, εν προκειμένω, καταδεικνύει, τουλάχιστον για τον ήρωά σας, ότι του έδειξε τον δρόμο που αρνιόταν, υπό την πίεση του πατέρα του. Θα το σχολιάσετε;

Υπάρχει στο βιβλίο μου κεφάλαιο με τίτλο «Αμερικανικό όνειρο». Το κεφάλαιο αυτό πράγματι γράφτηκε σαν σενάριο ταινίας από αυτές που γυρίστηκαν κατά εκατοντάδες στο Χόλιγουντ. Αλλά και εκτός Χόλιγουντ αν λάβει κανείς υπ’ όψιν του το Αμέρικα-Αμέρικα του Ελία Καζάν. Είναι ταινίες που εκφράζουν τον δρόμο προς την επιτυχία. Στην Αμερική άμα το θέλεις θα επιτύχεις. Αυτό λέει ο μύθος. Η πραγματικότητα βέβαια είναι διαφορετική. Τις περισσότερες φορές αποτυχαίνεις. Αντί για όνειρο φτάνεις σε εφιάλτη. Ομως ο εφιάλτης σαν τέλος δεν έχει θέση σε μια ταινία που πρέπει να αποφέρει κέρδος. Οι θεατές πρέπει να φεύγουν ευτυχισμένοι. Αυτή ήταν η συνταγή του Χόλιγουντ. Το βιβλίο μου ήθελα να ρίξει μια πλάγια ματιά σε ό,τι συμβαίνει στο σινεμά. Εξ ου και αυτό το κεφάλαιο στο βιβλίο μου. Αγαπώ πολύ το σινεμά όπως και το κρασί. Πριν μισό αιώνα περίπου με φίλους αγαπητούς, συγγραφείς και άλλους, ιδρύσαμε την Κινηματογραφική Λέσχη Πάτρας που είναι εν ζωή και σήμερα, βέβαια με άλλες συνθήκες ζωής.

-Κάπου περνάτε κι εσείς από την ιστορία σας, ως νεαρός δικηγόρος Φραγκίδης. Θυμίζει τα περάσματα του Χίτσκοκ από τις ταινίες του…

Ακριβώς. Δεν το είχα σκεφθεί. Αλλά έτσι είναι. Ας σημειωθεί ότι ο Φραγκίδης είναι ήρωας στο μυθιστόρημά μου «Ποδηλάτες».

-Για τον κινηματογράφο του σήμερα, ποια η γνώμη σας;

Νομίζω ότι και ο κινηματογράφος έχει υποκύψει στην τηλεόραση. Οι ταινίες πια γυρίζονται με γνώμονα να παιχθούν αργά ή γρήγορα ή αποκλειστικά στην τηλεόραση. Οι παραγωγοί λοιπόν κι οι σκηνοθέτες συμβιβάζονται με αυτή την προοπτική και προσέχουν τα θέματά τους ώστε να είναι ευχάριστα για όλη την οικογένεια που θα τις δει από το σαλόνι του σπιτιού. Δεν υπάρχουν πλάνα σε βάθος πεδίου με μεγάλα πλήθη, με συγκλονιστικά τοπία. Δεν χωράνε στο σαλόνι. Βέβαια υπάρχουν και αριστουργήματα με πλάνα κοντινά, με πρόσωπα σε κλειστούς χώρους. Ιδε Ινγκμαρ Μπέργκμαν του μαυρόασπρου κινηματογράφου.

-Κι αν, υποθετικά μιλώντας, είχατε την ευκαιρία για ένα τετ-α-τετ μετά οίνου με κάποιον μεγάλο του κινηματογράφου, ποιος θα ήταν αυτός και τι θα του λέγατε;

Για να μην έχουμε νεκροφάνεια, δεν θα καλέσω κανέναν από τους μεγάλους που δεν ζουν. Θα καλούσα τον Αλεξάντερ Πέιν που είναι και Αιγιώτης και αγαπά το κρασί. Η ταινία του «Πλαγίως» αναφέρεται ευθέως στο κρασί και στα οινοποιεία της Καλιφόρνιας. Θα μιλάγαμε για το κρασί, ως πηγή ζωής και εμπνεύσεως