Συνάντηση Μητσοτάκη–Χούκστρα: “Πράσινη” ανάπτυξη με φόντο την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας

Τη στήριξή του στην πράσινη μετάβαση, με όρους που δεν πλήττουν την ευρωπαϊκή βιομηχανική βάση, εξέφρασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνάντησή του με τον Ευρωπαίο Επίτροπο για το Κλίμα και τη Μηδενική Εκπομπή Ρύπων. Στο επίκεντρο τέθηκαν η πρόοδος της Ελλάδας στις ΑΠΕ και η ανάγκη για ρεαλιστικές πολιτικές που να κοιτούν στο μέλλον.

Συνάντηση Μητσοτάκη–Χούκστρα: “Πράσινη” ανάπτυξη με φόντο την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας

Με τον Ευρωπαίο Επίτροπο για το Κλίμα, τη Μηδενική Εκπομπή Ρύπων και την Καθαρή Ανάπτυξη, Βόπκε Χούκστρα, συναντήθηκε το πρωί στο Μέγαρο Μαξίμου ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Η συνάντηση επικεντρώθηκε στις ενεργειακές πολιτικές της Ελλάδας, την πορεία της πράσινης μετάβασης και τον ευρωπαϊκό διάλογο γύρω από την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.

Ο Πρωθυπουργός σημείωσε ότι η Ελλάδα καλύπτει ήδη μεγάλο μέρος της ενεργειακής της κατανάλωσης από ανανεώσιμες πηγές, υπογραμμίζοντας ότι «η χώρα μας είναι υπέρμαχος της πράσινης μετάβασης, όμως αυτή δεν πρέπει να υπονομεύσει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής και της ελληνικής οικονομίας, ειδικά της βιομηχανίας».

Αναπτυξιακός νόμος: Ψηφίζεται σήμερα, ποιες επενδύσεις επιδοτούνται με τα νέα κριτήρια

Επισημαίνοντας τον προοδευτικό χαρακτήρα της συνάντησης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε: «Έχουμε πολλά να συζητήσουμε πάντα με βλέμμα στο μέλλον. Είναι πάντα καλό να ανταλλάσσουμε απόψεις σε αυτή τη βάση». Ανέφερε επίσης ότι η Ελλάδα, χάρη στις ηλιόλουστες και ανεμώδεις ημέρες, παράγει ήδη σημαντική ποσότητα ενέργειας από ΑΠΕ.

Από την πλευρά του, ο Ευρωπαίος Επίτροπος συνεχάρη την ελληνική κυβέρνηση για τη δουλειά που έχει γίνει στην οικονομία και τη σύνδεση της ανάπτυξης με την πράσινη μετάβαση, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Είναι εντυπωσιακό αυτό που έχετε επιτύχει και η δουλειά που κάνετε με την κυβέρνηση».

Ο κ. Μητσοτάκης κατέληξε υπογραμμίζοντας ότι «οι συζητήσεις για το μέλλον είναι πιο θετικές και δημιουργικές σε σχέση με το παρελθόν. Είμαστε εδώ για να συνεισφέρουμε ενεργά σε έναν ευρύτερο ευρωπαϊκό διάλογο γύρω από σύνθετα, αλλά κρίσιμα ζητήματα».