Τα καλά νέα

Ο διευθυντής σύνταξης της «Π» Κωνσταντίνος Μάγνης γράφει …

Τα νέα ήταν πολύ ευχάριστα. Από ναό της περιοχής είχε κλαπεί θήκη όπου φυλάσσονταν λείψανα του Αγίου Χαραλάμπους. Η ΕΛΑΣ κατάφερε να βγάλει άκρη και η Μητρόπολη ενημερώθηκε ότι η λειψανοθήκη βρέθηκε και επιστρέφεται. Ο Μητροπολίτης Πατρών, έσπευσε να αποδώσει την ευτυχή έκβαση σε θαύμα. Είχε δυνατά επιχειρήματα.

Αφενός η ανεύρεση έγινε παραμονή της γιορτής του Αγίου Χαραλάμπους, συνεπώς η σύμπτωση δεν μπορεί να ήταν τυχαία. Αφετέρου προσωπικά ο Μητροπολίτης ένοιωσε μια ιδιαίτερη αίσθηση λίγο πριν ενημερωθεί για τα ευχάριστα, κάτι που επίσης δεν ήταν τυχαίο.

Συνεπώς όλες οι ενδείξεις συνηγορούν υπέρ της εκδοχής του θαύματος, υπό τον όρο να είναι κανείς δεκτικός σε τέτοιες ερμηνείες. Όπως είναι γνωστό και παραδεκτό, τα θαύματα είτε τα πιστεύει κανείς είτε δεν τα πιστεύει, κάτι που διαβάζεται ανάποδα, για να κατανοηθεί ο μηχανισμός: Αν διακατέχεσαι από μεταφυσική πίστη, τείνεις να θεωρείς τα γεγονότα θεόσταλτα, ειδάλλως τα υποδέχεσαι ως απλά αποτελέσματα της βούλησης των ανθρώπων, των ενεργειών τους, της συρροής καταστάσεων και των συμπτώσεων. Ενας στεγνός ορθολογιστής, ας πούμε, θα πει: Κάποιος θρησκόληπτος ή κάποιος «ποντικός» άρπαξε τη λειψανοθήκη, η Αστυνομία μπήκε στο κατόπι, αναζήτηση στοιχεία και πληροφορίες που δεν είναι και πολύ δύσκολο να συλλεχθούν αφού τέτοια πρόσωπα είναι σταμπαρισμένα για τα χούγια του στον περίγυρο, βρήκε τη λειψανοθήκη και την παρέδωσε. Γιατί χρειάζεται θαύμα για να γίνουν όλα αυτά; Ο θρησκευόμενος βέβαια θα έχει και επ’ αυτού αντεπιχείρημα: Και μόνο επειδή ο διάβολος μπορεί να βάλει την ουρά του ώστε όλα αυτά που έγιναν να μη γίνουν, η ανώτερη βούληση παρενέβη ώστε να μας αδειάσει ο διάβολος τη γωνιά.

Υπό αυτό το πρίσμα μπορεί να διαβάσει κανείς την πραγματικότητα και το παρελθόν και να εξορκίσει το μέλλον, και να νιώθει ήρεμα και ισορροπημένα και αρκετά ασφαλής, αλλά βέβαια μπορεί και να συμβεί το αντίθετο και να φοβάσαι όλη την ώρα ότι η πολιτεία σου μπορεί και να προκαλέσει τη μήνη του κυρίου και των αγίων και να μάχεσαι με αγωνία για να αποσπάσεις τη μέγιστη δυνατή κατανόηση, συγχώρεση και ευμένεια, ή και πάλι, αν δεν είσαι πιστός, μπορεί και να ανησυχείς συνέχεια ότι μπορεί να είσαι θύμα της τυχαιότητας, αφού δεν υπάρχει φύλακας άγγελος στο πλευρό σου, αλλά πού ξέρεις, μπορεί ακριβώς να νοιώθεις μακάριος, ακριβώς επειδή η τυχαιότητα αυτή είναι σχεδόν απίθανο να ρίξει τον μετεωρίτη στο δικό σου το κεφάλι, και εν τέλει η πίστη ή η έλλειψή της δεν κάνουν και μεγάλη διαφορά: Όλα εξαρτώνται από τη γκλάβα και την προσωπικότητά μας.

Δύο ερωτήματα:
1.Η ίδια η εκκλησία, που είναι πιο εξειδικευμένη κατά τεκμήριο στη θαυματολογία, κατά πόσο πιστεύει στα θαύματα ή έστω κατά πόσο βλέπει θαύματα σε ο,τιδήποτε προκύψει πέραν της προβλέψιμης κανονικότητας; Τι το ασυνήθιστο, ας πούμε, βλέπει στη σύλληψη ενός ιερόσυλου διαρρήκτη από την Αστυνομία; Η ίδια η Αστυνομία, πάντως, όπως πήρε το αυτί μας, δεν είδε κάποιο θαύμα στη σύλληψη, απλά έκανε τη δουλειά της. Θα μου πεις, οι αστυνομικοί έχουν εικονίσματα στο γραφείο τους, άρα επικαλούνται την άνωθεν βοήθεια, έμπνευση και προστασία.

2. Αφού γίνονται λοιπόν τα θαύματα, ας προσευχηθεί η Μητρόπολη, πέρα από τις κλεμμένες λειψανοθήκες, να υπάρξει μια μεσολάβηση ώστε να μαλακώσει λίγο αυτός ο κόβιντ και να πάψει να θανατώνει και να ταλαιπωρεί συμπολίτες μας. Υπάρχει βέβαια η εξήγηση της κατηγορίας των Επτά Πληγών ή του Κατακλυσμού, σύμφωνα με την οποία τα δεινά επέρχονται ως θεόσταλτη τιμωρία, αλλά δεν είναι ερμηνεύσιμο να τιμωρούμαστε μέσω της πανδημίας, αλλά να μας συγχωρείται η λειψανοθήκη. Θα πεις, δεν είναι αμελητέο πράγμα το λείψανο ενός Αγίου, αφού λειτουργεί ως φάρος της πίστης στο διηνεκές, συνεπώς αφήνουμε τον κόψιντ και σώζουμε το λείψανο.