Ατζαμί κουλτούρ

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Τελευταία φορά που κρεμάσαμε εθνικές ελπίδες σε ξένο εκλογικό αποτέλεσμα ήταν επί Τζίμι Κάρτερ. Μας έκανε να πιστέψουμε ότι έτσι και εκλεγόταν θα τελείωνε τον «Αττίλα» στην Κύπρο και θα έπιανε τους Τούρκους από το αυτί. Πήρε τις ψήφους των ελληνοαμερικανών, αλλά είχε πάρει και των τουρκοαμερικανών. Τους Τούρκους από την Κύπρο δεν τους σήκωσε ούτε ο Κάρτερ ούτε και κανείς. Σύντομα, και μετά το χουνέρι με τον Κάρτερ, πάψαμε να καρτερούμε. Απλά, έτυχε στη συνέχεια κάμποσοι ξένοι ηγέτες να έρχονται από δρόμο, όπως ο Κλίντον, ο Ομπάμα, ο Μακρόν, και μας συντρόφευε η αίσθηση μιας εγγύησης ότι δεν κινδυνεύαμε ιδιαιτέρως από κανέναν, πέρα από τον εαυτό μας, αν και κατά την περίοδο της Κρίσης κάποιοι μας προστάτευσαν και από αυτόν, και ας μην τους το αναγνωρίζουμε.

Κατ. Εκλογές στην Τουρκία. Με την Τουρκία έχουμε μεγάλες διαφορές στην κουλτούρα.

Εκεί πήγε και ψήφισε το 92%, ενώ εμείς τέτοιο ποσοστό προσέλευσης το εκδηλώνουμε στις συναυλίες του Μουζουράκη. Και σκέψου ότι οι ψηφοφόροι είχαν να διαλέξουν μεταξύ Ερντογάν και Κιλιντσάρογλου. Εμείς αποστρεφόμαστε τον έναν, αλλά φτάσανε και κάτι πληροφορίες ότι μας αποστρέφεται ο άλλος. Αλλά οι τούρκοι ψηφοφόροι δεν ψήφισαν με τα δικά μας κριτήρια, το συνηθίζουν οι λαοί να παραμερίζουν τις δικές μας επιδιώξεις και αυτό είναι ένα από τα μεγάλα μας παράπονα. Ψήφισαν με τα δικά τους. Φαίνεται ότι ο Ερντογάν φαντάζει ως προστάτης και δυναμικός θεματοφύλακας της ασφάλειας και της βιωσιμότητας του έθνους. Ο Κιλιντσάρογλου, από την άλλη, δεν είναι κάποια ερωτεύσιμη περίπτωση, αν κρίνουμε μάλιστα και από τα αρρενωπά πρότυπα των τουρκικών σήριαλ,
που- περιέργως- μοιάζουν με τα δικά μας, αλλά αυτόν είχαν ως ενσάρκωση της ελπίδας για ανατροπή.

Συνεπώς χθες Κυριακή εκδηλώθηκε ένας βαθύς διχασμός στην τουρκική
κοινωνία. Οι μεν ψήφισαν τον αυταρχικό ηγέτη για να μην μπλέξει η πατρίδα με
περιπέτειες. Οι δε θεώρησαν ότι περιπέτεια είναι ο αυταρχικός. Και οι δύο κοινωνικές πτέρυγες ζουν στην ίδια χώρα, θα έχουν μάθει οι πολίτες ότι ο Ερντογάν τους αντιπάλους του τους διώκει και τους φυλακίζει ή τους φιμώνει. Τον ψηφίζουν όμως οι μισοί. Αλλοι επειδή πιστεύουν ότι έτσι πρέπει να είναι οι ηγέτες. Μην ξεχνάμε ότι και στα δικά μας εδάφη, πριν κάτι δεκαετίες, οι επικεφαλής των σκληρότερων κυβερνήσεων ψηφίζονταν από το 50% των εκλογέων, που θεωρούσαν ότι ο κοινωνικός έλεγχος είναι εθνικά ωφέλιμος. Αλλοι παραδέχονται ότι ο Ερντογάν σουλτανίζει, αλλά αυτή είναι η συλλογική μνήμη του εξουσιαστικού μοντέλου. Μπορεί και να το θεωρούν γοητευτικό.

Η Τουρκία όλα αυτά τα χρόνια δεν μπόρεσε να αναδείξει έναν αντιπολιτευτικό ηγέτη ικανό να εξαϋλώσει τον Ερντογανισμό. Η κοινωνία της και η εθνική ζωή της είναι εγκλωβισμένες από την ιστορική κουλτούρα, τη θρησκευτική ταυτότητα, τον συντηρητισμό, τη φοβικότητα έναντι του διεθνούς περιβάλλοντος. Η θεωρία ότι με τους τούρκους δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτα καλή είναι, αλλά δεν φαίνεται να έχουμε και τίποτα να μοιραστούμε.

Αυτές οι εκλογές δεν ήταν ένα βήμα μπροστά σε κάτι. Ηταν μάλλον μια επιβεβαίωση. Η ελπίδα της Τουρκίας, και η δική μας, είναι οι νέοι της. Δείχνουν πιο σύγχρονοι, ανήσυχοι, δημοκρατικοί. Αλλά δεν βρίσκουν πολιτική έκφραση. Η Τουρκία μας είχε συνηθίσει σε ένα πολιτικό μοντέλο στρατοκρατίας που μεταλλάσσεται σε κοινοβουλευτισμό ο οποίος δεν απέχει του μιλιταρισμού με τον οποίο ταϊζει τις μάζες μια ψευδαίσθηση ασφάλειας και ισχύος. Ισως χρειάζεται μια πιο δυναμική ανατροπή, την οποία εκείνος που κατ’ εξοχήν μπορεί να προκαλέσει είναι το χαμόγελο και ο πολιτισμός.