Δένδιας: Η κυβέρνηση δικαιώθηκε σε όλες τις μεγάλες εθνικές επιλογές που έκανε στην εξωτερική πολιτική

«Έχουμε πλήρη επίγνωση των δυσκολιών στις διμερείς σχέσεις μας με την Τουρκία», αναφέρει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας.

Δένδιας

«Παρακολουθούμε με προσοχή τις εξελίξεις, ελπίζουμε στη διατήρηση της ηρεμίας, παραμένουμε προσηλωμένοι στην πάγια θέση μας για ειλικρινή και εποικοδομητικό διάλογο για την επίλυση της διαφοράς μας, στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας», αναφέρει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Μακεδονία της Κυριακής».

«Πρέπει να είναι, όμως, εξίσου σαφές ότι η εθνική μας κυριαρχία δεν επιδέχεται την παραμικρή αμφισβήτηση και δεν αποτελεί αντικείμενο συζήτησης», σημειώνει και προσθέτει πως το κλίμα που έχει διαμορφωθεί θα πρέπει να προστατευθεί και να μην θυσιαστεί στο βωμό προεκλογικών αναγκών και σκοπιμοτήτων.

Ο υπουργός Εξωτερικών ερωτηθείς σχετικά αναφέρει πως θα μπορούσαμε να γίνουμε φίλοι με την Τουρκία, όμως «μία σχέση φιλίας προϋποθέτει αμοιβαίο σεβασμό και εμπιστοσύνη και διέπεται από πνεύμα αλληλεγγύης και κατανόησης. Πιστεύω ότι μπορούμε να αναπτύξουμε μία αρμονική και αμοιβαίως επωφελή σχέση καλής γειτονίας και αλληλεπίδρασης με την Τουρκία. Έχουμε αποδείξει έμπρακτα τη φιλική διάθεσή μας».

Αναφερόμενος στη στήριξη της Τουρκίας προς την Ελλάδα για τη θέση μη μονίμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για την περίοδο 2025-2026, σημειώνει πως φέρει ιδιαίτερο συμβολισμό, καθώς «το Συμβούλιο Ασφαλείας αποτελεί τον θεματοφύλακα, τον υπερασπιστή του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και του Διεθνούς Δικαίου, στα οποία η χώρα μας αποδίδει μέγιστη αξία», ενώ δηλώνει αισιόδοξος ότι η υποψηφιότητα της Ελλάδας θα τύχει ευρείας αποδοχής και θα στεφθεί με επιτυχία.

Κάνοντας έναν απολογισμό της εξωτερικής πολιτικής της χώρας την τελευταία τετραετία, επισημαίνει ότι «η Ελλάδα, μέσα σε αυτή την περίοδο μεγάλωσε με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας» και υπενθυμίζει τις Συμφωνίες Οριοθέτησης ΑΟΖ με την Ιταλία και την Αίγυπτο, καθώς και τη συμφωνία με την Αλβανία να παραπέμψουμε το ζήτημα της οριοθέτησης ΑΟΖ στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

«Είναι η πρώτη φορά που η εθνική επικράτεια μεγάλωσε από το 1947 με την αύξηση των χωρικών μας υδάτων, στην περιοχή του Ιονίου Πελάγους και μέχρι το Ακρωτήριο Ταίναρο από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια», σημειώνει χαρακτηριστικά.

Προσθέτει πως η Ελλάδα έχει σφυρηλατήσει ισχυρούς στρατηγικούς δεσμούς φιλίας και συνεργασίας όχι μόνο με χώρες παραδοσιακούς εταίρους και συμμάχους αλλά και με χώρες της Μέσης Ανατολής, της Ν. Αμερικής, της Αφρικής και την Ινδία, ενώ έχει ενισχυθεί το γεωστρατηγικό αποτύπωμα της χώρας με έναν τεράστιο αριθμό διμερών συμφωνιών, όπως η Συμφωνία Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης με τη Γαλλία, Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας με τις ΗΠΑ, η Κοινής Διακήρυξης Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

«Πλέον η ελληνική εξωτερική πολιτική διαδραματίζει ενεργό ρόλο στις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή μας και συμμετέχει στις προσπάθειες εξεύρεσης λύσεων σε θέματα που απασχολούν τη διεθνή κοινότητα», υπογραμμίζει.

Αναφέρει δε πως την Παρασκευή 21 Απριλίου θα διοργανωθεί, για πρώτη φορά, στην Ελλάδα συνάντηση για τη Συρία με τη συμμετοχή του Ειδικού Απεσταλμένου του Γ. Γ. των Ηνωμένων Εθνών για τη Συρία, κ. Πέτερσεν.

Οι υποψηφιότητες της Ελλάδας για το Συμβούλιο Ασφαλείας (2025-2026) και για το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (2028-2030), για την Προεδρία της Γενικής Συνέλευσης (2035) και διοργάνωση της Διάσκεψης «Our Ocean 2024» αποτυπώνουν την ενεργή και εποικοδομητική συμβολή της Ελλάδας στις παγκόσμιες εξελίξεις, αναφέρει.

«Το καλοκαίρι του 2020 ήταν μια πάρα πολύ δύσκολη περίοδος για τη χώρα και για εμένα προσωπικά. Εκείνο που είναι σημαντικό είναι να μην ξαναζήσουμε τέτοιες δύσκολες στιγμές», αναφέρει.

 

Όπως υπενθυμίζει ο υπουργός Εξωτερικών, η θητεία του «σημαδεύτηκε από κομβικά γεγονότα, όπως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, που επαναδιαμορφώνουν το παγκόσμιο σύστημα και, κατ’ επέκταση και την άμεση γειτονιά μας, και απαιτούν και εγρήγορση αλλά και νέους, ενεργητικούς σχεδιασμούς από πλευράς μας».

«Και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις περάσαμε από πολλές δοκιμασίες. Πετύχαμε αρκετούς από τους στόχους μας στην εξωτερική πολιτική, μπορούμε να πετύχουμε ακόμα περισσότερους. Επιγραμματικά θα έλεγα ότι η κυβέρνησή μας έχει δικαιωθεί σε όλες τις μεγάλες εθνικές επιλογές που έκανε και ήταν πάντα στην σωστή πλευρά της Ιστορίας. Υπογραμμίζω και το ότι καταφέραμε να αφήσουμε τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής εκτός της εσωτερικής πολιτικής «τοξικότητας»», τονίζει.

Αναφερόμενος στις σχέσεις Ελλάδας και Κύπρου υπογραμμίζει πως «το Κυπριακό συνιστά κορυφαίο εθνικό στόχο, για την επίτευξη του οποίου η Ελλάδα επιζητά μία δίκαιη και βιώσιμη λύση, στη βάση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, βάσει των Ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών».

«Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι το διαφαινόμενο κλίμα που έχει διαμορφωθεί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις -και το οποίο ευελπιστούμε ότι θα συνεχιστεί και μετά τις εκλογές στην Τουρκία- μόνο θετικά μπορεί να συμβάλλει στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού και εν γένει, στην ειρήνη και την ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή», τονίζει.

Αναφορικά με την πρόσφατη Τριμερή Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, σημειώνει ότι το εν λόγω σχήμα στοχεύει στην εδραίωση ενός περιφερειακού πλαισίου ασφάλειας, πρωτίστως μέσω συνεργειών σε τομείς όπως η ενέργεια, η καινοτομία και η ψηφιακή τεχνολογία. Το θέμα του αγωγού φυσικού αερίου «EastMed» και ο διασυνδετήριος αγωγός «EuroAsia Interconnector», η γεωστρατηγική σημασία των οποίων έχει ιδιαιτέρως αναδειχθεί μετά και τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, συζητήθηκαν σε εύρος, σημειώνει.

 

Σημειώνει δε πως το «Φόρουμ Φυσικού Αερίου Ανατολικής Μεσογείου» αποτελεί «υπόδειγμα του τρόπου με τον οποίο η ενέργεια μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για μία ειρηνική σύμπραξη στην περιοχή της Αν. Μεσογείου και της ευρύτερης Μ. Ανατολής».

«Προσβλέπουμε μελλοντικά στην εισδοχή νέων μελών όπως η Τουρκία, υπό τον απαρέγκλιτο όρο του σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας», σημειώνει και τονίζει πως «η Ελλάδα έχει ως στόχο να καταστεί ενεργειακός κόμβος στον τομέα ανεφοδιασμού φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας».

 

Στρατηγική επιλογή της κυβέρνησής είναι ακόμη τα ανοίγματα και η ενίσχυση των σχέσεων με τις αφρικανικές χώρες, μία γεωγραφική ζώνη που επί δεκαετίες η παρουσία μας ήταν από ανύπαρκτη ως αναιμική.

Ερωτηθείς για τις εκλογές, αναφέρει πως «το βασικό διακύβευμα είναι να συνεχισθεί η ομαλή πορεία της χώρας και να μην επιστρέψουμε στις συνθήκες αστάθειας και αβεβαιότητας της περιόδου των Μνημονίων».

«Σε μια εξαιρετικά πολύπλοκη συγκυρία στο διεθνές περιβάλλον δεν επιτρέπονται οι πειραματισμοί που όπως αποδείχθηκε από την περίοδο στην οποία προαναφέρθηκα, επιδείνωσαν την κατάσταση αντί να τη βελτιώσουν, παρά τις γνωστές απατηλές υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες ουδέποτε έγιναν πράξη. Η χώρα σήμερα χρειάζεται σταθερότητα και μια αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας».

Ο υπουργός Εξωτερικών επισημαίνει πως «το δυστύχημα των Τεμπών μας συγκλόνισε όλους» και «η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει ήδη μία σειρά μέτρων για να αποκτήσει επιτέλους η χώρα σύγχρονο σιδηρόδρομο. Πλέον, το οφείλουμε αυτό και στη μνήμη των θυμάτων».

«Το μεγάλο στοίχημα για τη Νέα Δημοκρατία είναι να υπάρξει πραγματική πανστρατιά ενόψει των εκλογών της 21ης Μαΐου από την οποία θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό και το αποτέλεσμα της δεύτερης εκλογικής αναμέτρησης, με σύστημα ενισχυμένης αναλογική», τονίζει.

«Χωρίς αλαζονεία, με ταπεινοφροσύνη και ενσυναίσθηση, αλλά καθιστώντας σαφές πως χώρα πρέπει να παραμείνει σε τροχιά σταθερότητας και ομαλότητας, η Νέα Δημοκρατία οφείλει να διεκδικήσει την επανεκλογή της ως αυτοδύναμη κυβέρνηση, έχοντας να επιδείξει σημαντικό έργο σε μια σειρά από τομείς», καταλήγει.

 

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ