Γιώργος Χώτος – Αχαΐα: Επτά χρόνια χωρίς μέδουσες

Ο Γιώργος Χώτος είναι ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών.

Δεν είμαι σίγουρος αν όλοι οι πολίτες της Πάτρας και της ευρύτερης περιοχής θυμούνται το δραματικό καλοκαίρι του 2017, όταν ζήσαμε το θρίλερ της κατάκλυσης της θάλασσάς μας από τη μοβ μέδουσα (ή τσύχτρα) του είδους Pelagia noctiluca.

Εν μέσω πανικού για την προστασία των λουομένων ακούστηκαν και προτάθηκαν μέτρα από δήθεν λογικοφανή (δίχτυα – φράχτες), έως κωμικά (εισαγωγή ψαριών δήθεν θηρευτών), τα οποία βέβαια εν μέρει δικαιολογούνταν λόγω των περιστάσεων και της άγνοιας για αυτούς τους οργανισμούς.

Με σχετική μου αρθρογραφία στην «Πελοπόννησο» είχα επισημάνει το μάταιο και ατελέσφορο τέτοιων προτάσεων και αντ’ αυτών πρότεινα επιχείρηση καταγραφής και απόκτησης πρακτικής γνώσης για την ηθολογία των συγκεκριμένων μεδουσών.

Σήμερα, απολαμβάνουμε τον έβδομο χρόνο απουσίας του φαινομένου και συνάμα επιβεβαιώνεται αυτό που είχα τονίσει, ότι δηλαδή υπάρχει μια μη καθορισμένη χρονικά και τοπικά πληθυσμιακή εμφάνιση της μοβ μέδουσας.

Μετά την πρώτη σοβαρή μελέτη της έξαρσης του φαινομένου, κατά την περίοδο 1980-1983, οι μελετητές συμφωνούν ότι η τοπική τους συγκέντρωση καθορίζεται κυρίως από ρεύματα και δευτερευόντως από αλατότητα. Τι είδους ρεύματα και αλατότητας, είναι κάτι που ακόμα αναζητάται.

Σε αυτό όμως που όλοι συμφωνούν είναι ότι η εποχιακή έξαρση της παρουσίας της μωβ μέδουσας ακολουθεί ένα κάποιο πρότυπο περιοδικότητας που και αυτό είναι ασαφές. Δηλαδή επανάληψή του κάθε 3 έως 12 χρόνια.

Εμείς στη Πάτρα φαίνεται ότι οδεύουμε προς το καλό σενάριο έχοντας ήδη απολαύσει 7 χρόνια χωρίς μέδουσες.

Τόσο η σημερινή κατάσταση που βιώνουμε, όσο και τα παραπάνω επιστημονικά δεδομένα (με ασάφεια), διαψεύδουν και τους τότε ξιφουλκούντες ειδήμονες (προεξαρχόντων επιστημόνων), που καιροσκοπώντας επεδίωκαν τη δημοσιότητα προειδοποιώντας για μόνιμο δήθεν φαινόμενο που θα μας ταλαιπωρεί εντεύθεν λόγω της ρύπανσης, υπεραλίευσης, κλιματικής αλλαγής και γενικά οποιασδήποτε άλλης δήθεν αιτίας το προκαλεί λόγω των «κακών» που επιφέρει ο άνθρωπος στο περιβάλλον.

Ως υδροβιολόγος δικαιούμαι να αναδείξω την έλλειψη ουσιαστικής έρευνας στη βιολογία της μοβ μέδουσας μια και δεν έχει εκπονηθεί για αυτή ούτε ένα διδακτορικό. Πως να εκπονηθεί άλλωστε όταν μια τέτοια εργασία απαιτεί πολυετή εργασία στη θάλασσα και συνάμα και στο ενυδρείο (στο οποίο πρέπει να τοποθετηθούν μέδουσες από τη θάλασσα); Ποια νέα ή νέος μαζί με την/τον επιβλέπουσα/ντα καθηγήτρια/τή θα ξανοιχτούν στις θάλασσες με πολλά έξοδα και κόπο για να καταλήξουν ενδεχομένως σε αδιέξοδα; Ομως αδιέξοδα στην επιστήμη δεν υφίστανται καθώς ακόμα και η κατάληξη στην ασάφεια έχει αξία βάσει των δεδομένων που συλλέχθηκαν. Αξία συνάμα έχει (και μάλιστα μεγάλη) και η πειραματική έρευνα των μοβ μεδουσών σε ειδικά ενυδρεία για να μελετηθεί η αναπαραγωγή τους, η διατροφή τους και γιατί όχι, η αντίδρασή τους σε ερεθίσματα που προκαλεί ο επιστήμονας, όπως π.χ. στα διάφορα χρώματα φωτισμού και σε υπέρηχους ή υπόηχους. Ποιος ξέρει, μπορεί ενδεχομένως να προκύψουν ελπιδοφόρα για την αντιμετώπισή τους στοιχεία.

Κλείνω με την εξής επιπλέον πληροφορία, καρπό των προσωπικών μου παρατηρήσεων επί 30 χρόνια ως κολυμβητού στην ευρύτερη περιοχή της Πάτρας.

Ενώ εξ όσων ανασύρω από τη μνήμη μου, κάθε Αύγουστο-Σεπτέμβριο είχαμε από το 1993 έως το 2013 περίπου την εμφάνιση στην περιοχή μεγάλου αριθμού και των άλλων λιγότερο ενοχλητικών και μεγαλύτερων της μοβ μεδουσών (γυαλί, «τηγανητό αυγό», σαλούφα κ.ά.), τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα μετά το 2017 αυτές μόνο αραιά και που απαντώνται. Ουδείς γνωρίζει το γιατί.

Συνεπώς, είμαστε τυχεροί για ένα ακόμα καλοκαίρι, απολαμβάνουμε τη θάλασσά μας, φροντίζουμε τις ακτές μας και με υπευθυνότητα αγαπώντας την πατρίδα μας διατηρούμε την ελληνική φύση σταθερά στην κορυφή της ωραιότερης της υφηλίου.