Η επιφάνεια στάχτης και λάσπης
Του Βασίλη Μαγκλάρα, συγγραφέας – αρθρογράφος
Βάσκανο μάτι ορίζει τη μοίρα μας και μείς σκιές ανήμπορες του πεπρωμένου μας, χύνουμε το λάδι απ’ το καντήλι μας. Σμιλεύουμε με φυλαχτά και ξόρκια τα προγραμμένα στα μελλούμενα κι ας μην τα βάζει ο νους. Ανήλιαγοι στην πιο ηλιόλουστη χώρα του κόσμου. Αφώτιστοι απ’ το υπέρλαμπρο της κληρονομιάς μας φως. Αλόγιστοι ξοδεύουμε την ύπαρξή μας, χαράμι μιας πολιτευόμενης ρεκλάμας σε μια αχρείαστη σπονδή.
Και μετά, «Φταίει το ζαβό το ριζικό μας/φταίει ο Θεός που μας μισεί» που έλεγε και ο μεγάλος μας Βάρναλης, προκειμένου να εξηγήσουμε τι μας κατατρέχει. Και συνεχίζουμε στωικά αναρωτώμενοι «Τι έχουνε τα έρμα και ψοφάνε;». Πάνε δυο μήνες που καιγόταν η Ελλάδα και μείς «… δειλοί, μοιραίοι κι’ άβουλοι αντάμα!/προσμένουμε, ίσως, κάποιο θαύμα… » (Οι μοιραίοι). Είχε καεί ότι είχε απομείνει από τις προηγούμενες χρονιές στην Πελοπόννησο. Κάηκε η μισή Ρόδος.
Λαμπάδιασε η Πάρνηθα και η περιφερειακή Αττική. Κοντέψανε να κάψουνε και τη Βουλγαρία μετά το Δάσος της Δαδιάς (επαληθεύσαμε τ’ όνομά του πάντως πλήρως) και τότε βάλαμε τις μπουλντόζες μπροστά να κάνουν αντιπυρικές ζώνες, αφού δεν εισακούσθηκαν οι παρακλήσεις μας για βροχή…
Εθισμένοι στην καταστροφή, είχαμε πιάσει στασίδι μπροστά απ’ τις τηλεοράσεις μας και σαν σύγχρονοι Νέρωνες, βλέπαμε το αδηφάγο τέρας να κατακαίει τους ομορφότερους πνεύμονες της πατρίδας μας. Να αφανίζει περιουσίες και νοικοκυριά. Να γίνεται παρανάλωμα μαζί με τη χλωρίδα και η πανίδα, σβήνοντας από το χάρτη χιλιάδες στρέμματα απ’ το φυσικό μας περιβάλλον. Μικροί…
Ασήμαντοι στα περιορισμένα εκατοστά του μυαλού μας, μετρούσαμε με ανακούφιση τις μικρές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές (αλίμονο στους παράτυπους του κόσμου) και δικαιολογούσαμε το απροστάτευτο όργανο της «Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας» από το μένος της κλιματικής αλλαγής.
Ναι, με άλλοθι την κλιματική αλλαγή κάνουμε καριέρες πάνω στ’ αποκαΐδια, εξαργυρώνοντας με αρωγές τις συνειδήσεις μας. Με το ίδιο άλλοθι, την ίδια ατράνταχτη δικαιολογία, βλέπουμε την επομένη μέρα να πνίγεται η Θεσσαλία και να βουλιάζουν τα όνειρα και η προκοπή των ανθρώπων στη ΛΑΣΠΗ. Ο μεγαλύτερος κάμπος της χώρας μας να μετατρέπεται σ’ ένα θολό μανιασμένο πέλαγος που παρέσυρε και σκέπαζε στην ορμή του την απελπισμένη κραυγή των ανθρώπων. Δεν αντιλέγω ότι άνοιξαν οι ουρανοί και έριξαν την οργή τους μέσα σε λίγες ώρες με ασύλληπτους όγκους νερού. Ούτε θα μειώσω την προσπάθεια των πυροσβεστών, του στρατού, της αστυνομίας, των εθελοντικών ομάδων, των απλών ανθρώπων που παρατούσαν το βιός τους στη μανία του νερού και έτρεχαν να βοηθήσουν τους εγκλωβισμένους σπίτι–σπίτι. Μακριά από μένα πολιτική σπέκουλα πάνω στη συμφορά. Ομως εκείνοι οι αρμόδιοι της «Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας», την κλιματική αλλαγή τώρα την πληροφορήθηκαν; Μήπως λέω. Μήπως, αφού καταλαγιάσει το κακό θα πρέπει η δικαιοσύνη να πάρει το λόγο για ότι έγινε και για ότι δεν έγινε και δεν οφείλεται μόνο στην κλιματική αλλαγή , αλλά και στα έργα και στις μέρες των ανθρώπων;
Μήνυμα Θεού η θεομηνία δεν λέω, το λέει άλλωστε η ίδια η λέξη, δεν διαφωνώ. Το θέμα είναι, είμαστε σε θέση να το αφουγκραστούμε, ή άμα περάσει μια βδομάδα δέκα μέρες, θα αλλάξουμε πλευρό… ; Οι εικόνες της φρίκης, της απόγνωσης, της καταστροφής θα αποτελέσουν το προοίμιο για να εκτιμήσουμε τις ευθύνες μας στην επόμενη μέρα; Ο σπαραγμός της εγκλωβισμένης για μέρες μάνας στο κάλεσμα του γιού της: Πού είσαι βρε αγόρι μου, πόσο θα μας συγκλονίζει; Οι αδικοχαμένοι συνάνθρωποι μας. Η αγωνία να μετράς τη στάθμη του νερού με το μπόι σου και από αυτό να εξαρτάται η ζωή σου. Ο τρόμος της εγκατάλειψης, όταν σε τυλίγει το σκοτάδι και σε σκεπάζει το νερό. Το σοκ της απώλειας των κόπων μιας ζωής πόσο θα μας συνετίσει;
Πόσο και πότε επιτέλους θα κατανοήσουμε το λόγο του Οδυσσέα Ελύτη: «Ομορφη και παράξενη πατρίδα/που σαν αυτή που μου’ λαχε δεν είδα/Ρίχνει να πιάσει ψάρια πιάνει φτερωτά/στήνει στη γη καράβι κήπο στα νερά… ».
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News