Μαντέκας στην ΠτΔ: «Το Πατρινό βόλεΐ να δώσει χώρο στα δικά του παιδιά»
Πρόκειται για έναν από τους λίγους πατρινούς βολεϊμπολίστες-επίσης έχει αγωνιστεί στο παρελθόν ο Νίκος Ρουμελιώτης στην Ιταλία και αυτή την στιγμή αγωνίζεται ο Αλέξανδρος Ράπτης στην Γαλλία- που έχουν ανοίξει τα «φτερά» τους στο εξωτερικό, έχουν αγωνιστεί σε διάφορες χώρες και έχει πραγματοποιήσει μια σπουδαία πορεία που ξεκίνησε από το τσιμεντένια ανοιχτά γήπεδα του Απόλλωνα, δίπλα από το νοσοκομείο «Αγ. Ανδρέας»
Ο λόγος για τον Γιάννη Μαντέκα ο οποίος μετά από μια «γεμάτη» καριέρα 25 χρόνων, τον περασμένο Αύγουστο «κρέμασε» τα παπούτσια του και πλέον έχει ξεκινήσει καριέρα προπονητή στον Ακρίτα Καλαμάτας.
Εκτός από την συμμετοχή του στην Εθνική ομάδα των Ανδρών, ο παλαίμαχος πλέον αθλητής κατέκτησε δύο τίτλους στην καριέρα του, το Λιγκ Καπ με την ΑΕΚ την σεζόν 2013-14 και δύο χρόνια αργότερα το Κύπελλο Κύπρου, με την Ανόρθωση, ενώ έχει αγωνιστεί και με την Εθνική ομάδα των Ανδρών.
Ο Πατρινός βολεϊμπολίστας άνοιξε την «κάρδια» του στην «Πελοπόννησο», μίλησε για τα πρώτα του βήματα, για την εμπειρία του στο Μπαχρέιν, αλλά και πως έκανε το μεγάλο άλμα στην καριέρα του μετακομίζοντας την τελευταία μέρα της μεταγραφικής περιόδου από τον Απόλλωνα στην ΕΑΠ.
Παράλληλα, σχολίασε τους λόγους που εκτιμά ότι η Πάτρα μένει εκτός «σαλονιών» του ελληνικού βόλεϊ και προτρέπει τους παράγοντες να εμπιστευτούν έμπειρους αθλητές από την Πάτρα που γνωρίζουν το άθλημα.
-Ποιοι ήταν οι λόγοι που σε οδήγησαν να πάρεις την απόφαση να σταματήσεις την καριέρα
σου το καλοκαίρι?
Φέτος συμπλήρωσα 25 χρόνια μέσα στα γήπεδα σαν παίκτης, μετρώντας από το 1998 που έφτιαξα το πρώτο μου δελτίο στα παιδικά του Απόλλωνα. Μετά από 25 χρόνια, συμμετοχή σε πολλές ομάδες, αμέτρητα παιχνίδια, νίκες και ήττες, ταξίδια και εμπειρίες, ένιωσα κάτι παραπάνω από γεμάτος και ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για μένα να κλείσει αυτή η απίστευτη διαδρομή. Νιώθω πολύ τυχερός γιατί το κλείσιμο αυτού του κύκλου, συνέπεσε με το άνοιγμα ενός άλλου, καθώς επέλεξα να παραμείνω στα γήπεδα και να συνεχίσω να υπηρετώ το βόλεϊ, αλλά από τη μεριά του προπονητή και του γυμναστή.
-Γυρνώντας τον χρόνο πίσω, όταν ξεκίνησες να παίζεις βόλεϊ στα ανοιχτά γήπεδα του Απόλλωνα, δίπλα από το νοσοκομείο «Αγ. Ανδρέας», περίμενες όλη αυτή την διαδρομή;
Οχι, ούτε καν. Ποτέ δεν φαντάστηκα ότι η βόλτα που πήγαινα με τους φίλους μου να παίξουμε βόλεϊ στα ανοιχτά του Απόλλωνα, θα άνοιγε τις πόρτες στην πορεία που ακολούθησα. Μετά από κάποιο διάστημα ήρθαν οι πρώτες κλήσεις στις μικρές εθνικές ομάδες, οι πρώτες μεταγραφές και τότε άρχισα να καταλαβαίνω πως έχω διαλέξει τον δρόμο του πρωταθλητισμού. Ακόμα και τότε όμως, νομίζω έπαιζα γιατί απλά μου άρεσε το παιχνίδι. Δεν το επιδίωξα ποτέ εσκεμμένα, απλά πήγαινε μόνο του. Σίγουρα μου έχει μείνει πάντως η πρώτη μεταγραφή από τον Απόλλωνα στην ΕΑΠ που έγινε λίγη ώρα πριν εκπνεύσει η διορία.
-Σε ποιους θέλεις να πεις ευχαριστώ για την βοήθεια τους στην καριέρα σου;
Καταρχάς θέλω να ευχαριστήσω τον αδερφό μου και τους γονείς μου. Τους χρωστάω όλα όσα είμαι και όσα όλα έχω πετύχει μέχρι σήμερα. Από εκει και πέρα, όλα αυτά τα χρόνια συναναστράφηκα με πολύ αξιόλογα άτομα, που συνέβαλαν άλλοι πολύ και άλλοι λιγότερο, στην καριέρα μου. Θέλω να ξεκινήσω με τρεις προπονητές. Τον πρώτο προπονητή που είχα στον Απόλλωνα, τον Βασίλη Βαλαχά που έθεσε τις βάσεις και τα θεμέλια να μάθω σωστά και να αγαπήσω το βόλεϊ και αν δεν ήταν αυτός ενδεχομένως να είχα σταματήσει για κάποιο άλλο χόμπι. Του οφείλω πολλά. Τον
Αντώνη Γεράνιο, που επίσης μου έμαθε πολλά και συνέβαλλε στην ανέλιξη μου, ειδικότερα στα νεανικά μου χρόνια και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να μπορέσω να μεταπηδήσω στις ψηλότερες κατηγορίες. Και τον Γιώργο Χριστόπουλο, στου οποίου τα χέρια ανδρώθηκα στην ομάδα της ΕΑΠ και έμαθα να παίζω βόλεϊ σε υψηλό επίπεδο.
-Μπορεί να ξεκίνησεις βόλεϊ στον Απόλλωνα, όμως επί της ουσίας ανδρώθηκες στην ομάδα βόλεϊ της ΕΑΠ. Ισχύει;
Με τον Απόλλωνα είχα την τύχη να παίξω σε πολλές κατηγορίες, γεγονός που έδωσε πολλά παιχνίδια στα πόδια μου άρα και πολλές εμπειρίες από μικρή ηλικία. Ωστόσο πηγαίνοντας στην ΕΑΠ, στην Α1 Εθνική, ουσιαστικά ανδρώθηκα, καθώς έκανα προπόνηση και έπαιζα ως αντίπαλος με παίκτες διεθνούς κλάσης, έλληνες και ξένους, στο υψηλότερο επίπεδο εκείνης της περιόδου στη χώρα και είδα πως είναι να κάνεις επαγγελματικό αθλητισμό.
-Εχεις αγωνιστεί σε αρκετές ομάδες στο εξωτερικό. Ποια περίπτωση ήταν η πιο ιδιαίτερη;
«Είχα την τύχη να παίξω σε Κύπρο, Μπαχρέιν και Ελβετία. Μπορώ να ξεχωρίσω το Μπαχρέιν ως την πιο δύσκολη εμπειρία μου, καθώς ήταν εντελώς διαφορετικός πολιτισμός, θρησκεία, ήθη και έθιμα, πράγμα που έκανε την προσαρμογή λίγο πιο χρονοβόρα, ωστόσο ήταν μοναδική,
εμπειρία. Εκτός από βόλεϊ, γνωρίζεις τον πολιτισμό και τις ιδιαιτερότητες διαφορετικών ανθρώπων.
Για παράδειγμα, στο Μπαχρέιν πολλοί έτρωγαν με τα χέρια, πράγμα πολύ παράξενο για μας. Αυτό που ήταν δύσκολο όμως ήταν η σκόνη που κάλυπτε τον ουρανό και δεν έβλεπες το γαλάζιο σχεδόν ποτέ. Επίσης, έδιναν τεράστια σημασία στην ώρα της προσευχής και αν ήταν ίδια ώρα με την προπόνηση, προτεραιότητα είχε η προσευχή, όποτε οι υπόλοιποι περιμέναμε.
-Γιατί έπαιξες ακραίος; Ηταν δική σου επιλογή ή των προπονητών;
Νομίζω ότι έγινα ακραίος λόγω των συγκεκριμένων σωματομετρικών χαρακτηριστικών που είχα, αλλά και την κλίση μου στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ακραίων παικτών. Δε μπορώ να θυμηθώ το πότε, ωστόσο ήταν απόφαση των προπονητών που είχα στις μικρές ηλικίες.
-Σε ποια ομάδες πέρασες πιο ευχάριστα και μιλώ για το κλίμα;
Είναι αρκετές οι ομάδες που πέρασα όμορφα όπως η ΕΑΠ, η ΑΕΚ και ο Παμβοχαϊκός, ωστόσο πολύ καλό κλίμα έχει η ομάδα της Καλαμάτας, που τυχαίνει να είμαι και μέλος της ακόμα και σήμερα.
-Τα τελευταία χρόνια είσαι μόνιμος κάτοικος στην Καλαμάτα. Εχεις βρει την «Ιθάκη» σου ;
«Οι συγκυρίες με έφεραν πριν τρία χρόνια στην Καλαμάτα και μπορώ να πω, πως θα μπορούσα να φανταστώ το μέλλον μου εδώ καθώς σε συνδυασμό με το βόλεϊ, δραστηριοποιούμε και επαγγελματικά στη πόλη ως αναπληρωτής καθηγητής φυσικής αγωγής. Πάντως, μετά από
είκοσι χρόνια στα γήπεδα και αλλάζοντας κάθε καλοκαίρι τόπο για μια καινούρια ομάδα, δεν αποκλείω το ενδεχόμενο να αλλάξω εκ νέου.
-Παράλληλα με την απόφαση να σταματήσεις την καριέρα σου ξεκίνησες και ως προπονητής στην γυναικεία ομάδα. Είναι κάτι που επιθυμείς να κάνεις επαγγελματικά;
Η αλήθεια είναι ότι πρώτη φορά δοκίμασα την προπονητική πριν δύο χρόνια στην ίδια ομάδα που είμαι και τώρα προπονητής, τον Ακρίτα Καλαμάτας.
Δεν ξέρω αν θα χρησιμοποιούσα τον όρο επαγγελματικά, ωστόσο θα ήθελα να προσφέρω τις γνώσεις και την εμπειρία μου και από αυτή τη μεριά του γηπέδου. Βέβαια, η ιδέα να προπονείς μια
μεγάλη ομάδα είναι άκρως δελεαστική και αν μου δινόταν η ευκαιρία, θα το έκανα με ευχαρίστηση.
-Για ποιο λόγο το ελληνικό βόλεϊ τα τελευταία χρόνια δεν έχει σημειώσει κάποια μεγάλη διάκριση;
Το ελληνικό βόλεϊ έζησε τεράστιες στιγμές τα τελευταία χρόνια, αλλά όπως όλα τα πράγματα, έκανε τον κύκλο του. Μεγάλοι αθλητές αποσύρθηκαν και μαζί με την οικονομική κρίση που έπληξε τη χώρα, το
αποτέλεσμα ήταν το επίπεδο να πέσει. Λιγότερες διακρίσεις από τη βιτρίνα του αθλήματος, την εθνική ομάδα, λιγότερα αγόρια στις ακαδημίες, χαμηλότερου επιπέδου αναπτυξιακή οργάνωση και διοίκηση έχουν σαν αποτέλεσμα προς το παρόν να μην υπάρχει ανάπτυξη.
Ωστόσο φαίνεται πως υπάρχει φως στο τούνελ και η συνειδητοποίηση ότι με σταθερά βήματα και οργάνωση, θα υπάρξει ανάπτυξη των ακαδημιών που αργότερα θα στελεχώσουν τις αντρικές ομάδες και την εθνική.
-Για ποια λόγο η Πάτρα εδώ και 6 χρόνια δεν έχει ομάδα στη Volley League;
Πρόκειται για μια πόλη που διαχρονικά έβγαζε αθλητές που στελέχωσαν τις αντρικές ομάδες που ήταν στις μεγάλες κατηγορίες με την ΕΑΠ να πρωταγωνιστεί για πολλά χρόνια στα σαλόνια του αθλήματος. Ομως από κακή διαχείριση, αλλά και την έλλειψη διοίκησης με μακροπρόθεσμο σχέδιο και πλάνο, που θα επένδυε στα αναπτυξιακά της, δεν ήρθαν τα πράγματα όπως έπρεπε. Από εκεί και πέρα, είτε από την έλλειψη χορηγών, είτε από την έλλειψη μιας διάκρισης όπως ένα κύπελλο ή ένα πρωτάθλημα, που θα προσέφερε μια ανανέωση, το αποτέλεσμα είναι αυτό που βλέπουμε σήμερα. Οι κάποτε μεγάλες ομάδες της Πάτρας να φυτοζωούν με αμυδρή συμμετοχή στις μεγάλες κατηγορίες και ελάχιστη συνεισφορά στην ανάπτυξη του αθλήματος.
-Σε πρόσφατη συνέντευξη του στην «Πελοπόννησο», ο πρόεδρος της ΕΣΑΠ, Π. Ταρνατόρος ζήτησε από τους πατρινούς παράγοντες να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι για να τα βρουν. Εσύ έχεις να κάνεις κάποιο σχόλιο;
«Τόσα χρόνια και ακόμα δεν έχω καταλάβει τι πρέπει να βρουν οι παράγοντες μεταξύ τους. Ποιος ο λόγος δηλαδή να υπάρχουν αντιπαραθέσεις και διαμάχες, σε μια πόλη με χιλιάδες παιδία και μια δυναμική που μπορεί να στηρίξει αρκετές ομάδες και σε μεγάλες κατηγορίες; Θεωρώ ότι η Πάτρα έχει παράγοντες με γνώση και εμπειρία στη διαχείριση των ομάδων. Ωστόσο αυτοί οι παράγοντες πρέπει να βάλουν τις ομάδες πάνω απ΄ όλα και να δείξουν πως αξίζει στην Πάτρα
να έχουν συλλόγους με πρόγραμμα και πλάνο, με στόχο να φέρουν παιδιά στο γήπεδο. Για αυτό πρέπει να αφήσουν τις επιμέρους διαμάχες που ενδεχομένως έχουν, και όντως να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι για να τα βρουν. Αν δεν υπάρχει διάθεση και καλή θέληση, τουλάχιστον να μην ασχολούνται ο ένας με τον άλλο και να κοιτάξουν το καλό της ομάδας τους. Συμβουλή μου είναι να στελεχώσουν τις ομάδες με έμπειρους αθλητές της Πάτρας που έχουν μεγαλώσει μέσα στα γήπεδα γιατί αυτοί είναι τα πρότυπα για τα νέα παιδιά, ξέρουν το άθλημα και πως να το μεταδώσουν με στόχο να τις οδηγήσουν εκ νέου σε μεγάλες κατηγορίες.
-Ποιος ήταν ο καλύτερος σου συμπαίκτης, αλλά και ο πιο δύσκολος αντίπαλος;
Υπήρξα συμπαίκτης με πολλύ σπουδαία ονόματα και πολύ σπουδαίους αθλητές, από όλους πήρα πολλά στοιχεία, μοιραστήκαμε πολλές στιγμές και δεν θέλω να αδικήσω κανέναν. Με δυσκολία θα ξεχωρίσω τον Χόρχε Ελγκέτα, τον Μίλαν Γιούρισιτς, τον Μπερνάρντο Τζιλσον, αλλά και Ελληνες τεράστιοι αθλητές όπως ο Βασίλης Κουρνέτας, ο Γιώργος Στέφανου, ο Σωτήρης Παντελέων και ο Χρήστος Δημητρακόπουλος.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News