Ο Κασσελάκης μπορεί;

Του Γιώργου Νικολάου, καθηγητή Πανεπιστημίου Πατρών.

Κασσελάκης

Οι περσινές εκλογές για Πρόεδρο στον ΣΥΡΙΖΑ ξεκαθάρισαν το κόμμα από μία γερασμένη και αρτηριοσκληρωτική νομενκλατούρα, η οποία λειτουργούσε όλα τα προηγούμενα χρόνια ως βαρίδιο και μοχλός ανάσχεσης κάθε προοδευτικής πρωτοβουλίας επιχειρούσε ο Τσίπρας. Η επικράτηση του Κασσελάκη, η οποία θεωρήθηκε έκπληξη λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της υποψηφιότητας, απελευθέρωσε τον χώρο από τον στενό κορσέ της κομματικής «ορθότητας» που τόσα χρόνια είχαν επιβάλει οι θεματοφύλακες της «ορθόδοξης και ανόθευτης Αριστεράς». Ηταν η μεγαλύτερη υπηρεσία που πρόσφερε ο Κασσελάκης στο χώρο, αλλά για να πούμε και την αλήθεια, το ίδιο αποτέλεσμα – ίσως και καλύτερο – θα είχε οποιοδήποτε νέο και άφθαρτο πρόσωπο, το οποίο θα σηματοδοτούσε την απελευθέρωση του χώρου από τη σκιά των βαρόνων της Κουμουνδούρου.

Ο Τσίπρας, παρά το πολιτικό μέγεθός του, δεν θα μπορούσε να πετύχει ο ίδιος αυτή την κάθαρση. Εξερχόμενος από τρεις οδυνηρές πολιτικές ήττες και έχοντας ανεχθεί μέχρι το τέλος την υπονόμευση και την αμφισβήτηση των εσωκομματικών του αντιπάλων, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να ξεκαθαρίσει το κόμμα χωρίς να κατηγορηθεί για εκδικητικότητα, αυταρχισμό και βοναπαρτισμό. Η αξιοπρεπής αποχώρησή του σε αντίστιξη με την αμετροεπή συμπεριφορά των «συντρόφων» του (οι οποίοι ούτε στο γραφείο του τον άφηναν να πάει), λειτούργησε ως καταλύτης στις εξελίξεις στο κόμμα. Διατήρησε ωστόσο το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση της διαφύλαξης της ενότητας του χώρου και της διατήρησης του πολιτικού στίγματός του στο χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς και του Σοσιαλισμού.

Η «ιδιαιτερότητα Κασσελάκης» είναι μία ενδιαφέρουσα περίπτωση, πρωτοφανής στα ελληνικά πολιτικά χρονικά, η οποία χρήζει προσεκτικής και ψύχραιμης ανάλυσης. Η πλειοψηφία της σημερινής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην πλειοψηφία της είναι ΠΑΣΟΚογενής, τον δέχτηκε (ή τον ανέχτηκε) ελπίζοντας ότι το νέο στιλ ηγεσίας θα μπορούσε να σηματοδοτήσει την πολιτική ανάκαμψη του χώρου. Ωστόσο, τόσο η προβολή της προσωπικής ζωής του όσο και οι επιλογές του στην επικοινωνιακή πολιτική παρουσία του, σε συνδυασμό με την αμφιβολία για τις αριστερές προθέσεις του οδήγησαν στη δικαιολογημένη αμηχανία, αλλά και την αποστασιοποίηση – ως στάση αναμονής – μεγάλο μέρος των μελών του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι αλήθεια ότι από την επίδειξη του πλούτου έως ακόμη και τις ενδυματολογικές επιλογές, υπάρχουν μικρές λεπτομέρειες οι οποίες «ερεθίζουν» τα σοσιαλιστικά, αριστερά ανακλαστικά των ψηφοφόρων του κόμματος.  Από την άλλη, η απουσία ενός συγκροτημένου αριστερού λόγου, η απουσία της πολιτικής χάριν του θεάματος, αλλά και η υποχώρηση του κόμματος στις πρόσφατες Ευρωεκλογές, δημιουργούν εύλογα ερωτηματικά κατά πόσον ο Κασσελάκης μπορεί να ηγηθεί αποτελεσματικά ενός κόμματος εξουσίας, όπως είναι (ή οφείλει να είναι) ο ΣΥΡΙΖΑ.

Βεβαίως, τα κόμματα δεν λειτουργούν σε κενό. Οι πρόσφατες εκλογές έδωσαν στο χώρο της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς ένα ποσοστό κοντά στο 45%. Οποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι αυτό μεταφράζεται ως μία ηγεμονία των συντηρητικών λογικών και πρακτικών μάλλον ερμηνεύει υποκειμενικά την πραγματικότητα. Αυτή η συντηρητικοποίηση του πολιτικού χάρτη δεν είναι βέβαια μόνο ελληνικό φαινόμενο, αν αυτό μας παρηγορεί. Αλλού ωστόσο, τα κόμματα επιχειρούν να δημιουργήσουν πολιτικά γεγονότα, όπως απέδειξε ο συνασπισμός των αριστερών, κομμουνιστών και σοσιαλιστών στη Γαλλία. Η πολιτική παραμόρφωση που επιχειρείται από το επιχειρηματικό και μιντιακό σύστημα στη λογική «όλοι τους ίδιοι είναι» βρίσκει την απάντησή του στη γαλλική πρωτοβουλία. Όσο και αν επιχειρείται να το ξεχάσουμε, η Αριστερά και η Δεξιά είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι, με διαφορετικούς στόχους, διαφορετικές προτεραιότητες και διαφορετικές πρακτικές. Αρκεί βέβαια να υπάρχουν οι κατάλληλοι άνθρωποι να τους υπηρετήσουν. Αυτοί που θα υπερβούν τις προσωπικές φιλοδοξίες τους, τις αγκυλώσεις τους και τη λογική του μικρού, πλην τίμιου, κόμματος και θα προσπαθήσουν να επαναπατρίσουν τα απολεσθέντα λαϊκά κοινωνικά στρώματα, τα οποία τον τελευταίο καιρό εναπόθεσαν τις ελπίδες τους για καλύτερες μέρες στη Δεξιά και την Ακροδεξιά. Ο Κασσελάκης μπορεί;