Σπασμένη Φλέβα: Λάθη και μπλόφες
Τη στιγμή που ο άνθρωπος στέκεται στο χείλος του γκρεμού και καταλαβαίνει πως κάθε δρόμος πίσω του έχει ήδη καταρρεύσει, αφήνοντάς τον γυμνό απέναντι στη μοίρα είναι η τέλεια απελπισία.
Η «Σπασμένη Φλέβα» του Γιάννη Οικονομίδη δεν αφηγείται απλώς την ιστορία ενός άντρα που παρασύρεται από τα ίδια του τα λάθη, ξεδιπλώνει μια ολόκληρη ελληνική τοπογραφία απελπισίας, μικροεξουσίας και καθημερινού βυθίσματος. Στο κέντρο της βρίσκεται ο Θωμάς Αλεξόπουλος, ένας μεσήλικας επιχειρηματίας που θυμίζει εκείνους τους ανθρώπους που έμαθαν να περπατούν στην άκρη του γκρεμού χωρίς ποτέ να κοιτούν κάτω. Όμως τώρα το βλέμμα του πέφτει στο χάος και δεν ξέρει πώς να το αποφύγει.
Ο Θωμάς δεν είναι «κακός», ούτε ηθικός. Είναι ένας άνθρωπος διαποτισμένος από τη γνωστή ελληνική αυταπάτη ότι «κάπως θα τη βολέψει». Ένα άθροισμα από μισές αλήθειες, κακές επιλογές, μικρές δειλίες και μεγάλες παραλείψεις. Όταν η κόντρα του με τον τοκογλύφο της περιοχής ξεφεύγει από τον έλεγχο, το σύμπαν του αρχίζει να τρίζει σαν παλιό πλακάκι που δεν κολλάει πια στο πάτωμα. Το οικογενειακό του σπίτι, το τελευταίο οχυρό αξιοπρέπειας, απειλείται άμεσα. Ο χρόνος στενεύει. Κανένας δρόμος δεν φαίνεται καθαρός. Τα πάντα μοιάζουν να οδηγούν σε μια αργή, μοιραία αιμορραγία της ζωής του.
Μέσα σε αυτή την πίεση, ο Θωμάς σπρώχνεται ολοένα προς τα άκρα. Το σύστημα γύρω του από τους γνωστούς που «κάτι μπορούν να κάνουν» μέχρι τους ανθρώπους που μυρίζονται το αίμα και πλησιάζουν, λειτουργεί σαν λαβύρινθος χωρίς έξοδο. Κάθε του απόφαση μοιάζει να ανοίγει μια νέα πληγή. Κι εκείνος, κουβαλώντας τις ενοχές και τις επιπολαιότητές του, παραπατά ανάμεσα στο ένστικτο επιβίωσης και στο βάρος των συνεπειών. Η ζωή του γίνεται ένα παιχνίδι πίεσης όπου ο ίδιος δεν ξέρει αν είναι παίκτης ή πιόνι.
Και τότε, στο ξένο φως μιας ύστατης στιγμής, εμφανίζεται αυτό το «εύκολο σχέδιο». Κάτι που μοιάζει απλό, σχεδόν εξευτελιστικά απλό, μια κίνηση που υπόσχεται να λύσει τον κόμπο που τον στραγγαλίζει. Ένας πειρασμός που μοιάζει μεταφυσικός, σαν να του ψιθυρίζει η μοίρα «αν το κάνεις τώρα, ίσως σωθείς». Είναι η στιγμή όπου η ηθική ρευστοποιείται, οι βεβαιότητες γίνονται λάσπη και ο Θωμάς καλείται να αποφασίσει αν θα μεταμορφωθεί σε θύτη για να μην παραμείνει θύμα. Το σχέδιο δεν είναι απλώς ένα κόλπο της τελευταίας στιγμής, είναι η δοκιμασία ολόκληρης της ύπαρξής του.
Γύρω του κινούνται πρόσωπα γνώριμα στο σύμπαν του Οικονομίδη, άνθρωποι που μιλούν κοφτά, ζουν σε ένταση, ακροβατούν μεταξύ τρυφερότητας και ωμής βίας. Η οικογένεια του Θωμά γίνεται καθρέφτης της παρακμής του. Οι φίλοι και συνεργάτες του αποτελούν κομμάτια μιας κοινωνίας που λειτουργεί σαν παζάρι κουτσομπολιού, φόβου και μικρο-συμφερόντων. Ο τοκογλύφος, το σκοτεινό αντίβαρο της ιστορίας, δεν είναι απλώς αντίπαλος, είναι μια υπενθύμιση του κόσμου που ο Θωμάς προσποιήθηκε ότι δεν θα τον αγγίξει.
Σε ερώτηση πως αισθάνεται στον πόλεμο του κινηματογράφου ο Οικονομίδης απαντά: «Και στρατηγός και στρατιώτης. Η επαφή με τον κόσμο, η ένταση, οι προσωπικές σχέσεις, η ευθύνη για μια ομάδα ανθρώπων, η ευθύνη για το αποτέλεσμα, όλος ο αγώνας –από το σενάριο μέχρι να βρεις τα λεφτά, να πας να κάνεις το γύρισμα, να παραδώσεις την ταινία–, όλο αυτό το πράγμα είναι μια μάχη, ένας πόλεμος. Μέσα από αυτό, ανδρώνεσαι. Εξελίσσεσαι. Έχει πολλή κάψα και κάβλα όλο αυτό το πράγμα».
Η «Σπασμένη Φλέβα» διακρίνεται για μια σειρά αρετών που την τοποθετούν ως από τις πιο ώριμες και συναισθηματικά φορτισμένες δουλειές του Οικονομίδη. Πρωτίστως, το καστ λειτουργεί σαν σφιχτοδεμένη ορχήστρα, ο Βασίλης Μπισμπίκης σηκώνει τον κεντρικό ρόλο με πυκνή, γειωμένη ένταση, ενώ γύρω του οι Κεχαγιόγλου, Αρβανίτη, Σταμουλακάτος και οι υπόλοιποι χτίζουν ένα σύμπαν όπου κάθε βλέμμα κουβαλάει ιστορία. Το σενάριο, αποτέλεσμα της πολύχρονης συνεργασίας του σκηνοθέτη με τον Βαγγέλη Μουρίκη, διαθέτει πυκνότητα, καθαρότητα στους χαρακτήρες και σπασμένα ηθικά όρια που ωθούν τον θεατή σε διαρκή αγωνία. Η σκηνοθεσία παραμένει πιστή στην ωμότητα του δημιουργού, αλλά είναι πιο κεντημένη, πιο εστιασμένη, οι χώροι των προαστίων αποκτούν απειλητική υφή, οι παύσεις βαραίνουν όσο οι εκρήξεις. Οι πρόβες μηνών δίνουν καρπό ερμηνείες με ακρίβεια. Η μουσική του ΛΕΞ στους τίτλους προσθέτει έναν σκοτεινό απόηχο, σαν τελευταίο καρδιοχτύπι πριν πέσει η αυλαία. Συνολικά, η ταινία κερδίζει με την αυθεντικότητα, τη δραματουργική στιβαρότητα και την ικανότητά της να μετατρέπει ένα οικείο αστικό δράμα σε σύγχρονη τραγωδία.
Η ταινία διηγείται, τελικά, μια ιστορία ακρότητας, πώς ένας άνθρωπος φτάνει στην τελευταία σταγόνα του αίματός του πριν αποφασίσει αν θα σταματήσει την αιμορραγία ή αν θα την αφήσει να τον καταπιεί. Τότε φτάνει η ώρα της απόγνωσης κι είναι αφόρητο το βάρος που σε λυγίζει, όταν δεν μένει ούτε σχέδιο ούτε ψευδαίσθηση, μόνο η αίσθηση πως ο χρόνος σε σπρώχνει αλύπητα προς την τελευταία σου επιλογή.
Η «Πελοπόννησος» και το pelop.gr σε ανοιχτή γραμμή με τον Πολίτη
Η φωνή σου έχει δύναμη – στείλε παράπονα, καταγγελίες ή ιδέες για τη γειτονιά σου.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News
