Των Βαϊων και των δακρύων

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Ηταν μια μορφή δημοψηφίσματος. Να απολύσω τον Ιησού ή τον Βαραββά; Τον Βαραββά, φώναξε ο κόσμος, και ο Βαραββάς έμεινε ελεύθερος ενώ ο Ιησούς παραπέμφθηκε για τα περαιτέρω. Λίγες μέρες νωρίτερα, ωστόσο, ο Ιησούς έπαιρνε στα γκάλοπ τεράστια δημοτικότητα. Η κοινωνία των Ιεροσολύμων τον είχε υποδεχθεί μετά βαϊων. Εχει επειδή ήταν Κυριακή των Βαϊων, ως γνωστόν: Η Κυριακή αυτή πήρε το όνομά της από τα βάγια με τα οποία το πλήθος είχε ράνει τον Μεσσία, πιστεύοντας ότι υποδέχεται έναν σωτήρα, έναν λυτρωτή, έτσι όπως η μάζα προσλαμβάνει την έννοια της σωτηρίας και της λύτρωσης. Από τους Ρωμαίους; Από τη βεβαιότητα της θνητότητας; Από τις ασθένειες; Από τα βάρη και τα βάσανα; Μωρέ πιάσε να σώζεις εσύ, και τα υπόλοιπα θα τα βρούμε. Πλην οι μέρες πέρασαν και οι όροι αντιστράφηκαν.

Ο Μεσσίας της περασμένης Κυριακής, έγινε αποσυνάγωγος, καταγέλαστος, βορά στο μαζικό μπούλινγκ, σύμφωνα με το δοκιμασμένο ανακλαστικό της μάζας, κατά το οποίο ο διασυρμός και η θυσία ενός εξιλαστήριου, προκαλεί τέρψη και αίσθηση ανακούφισης των πολλών τυραννισμένων, ένας μηχανισμός που δοξάστηκε στις αρένες, με τα λιοντάρια να κατασπαράζουν χριστιανούς ή κακοποιούς της κακιάς ώρας, ή στα πεδία των εκτελέσεων, με το πλήθος να καγχάζει στη θέα καρατομήσεων ή απαγχονισμών, και βέβαια κατά τη διαπόμπευση υποδίκων και αιρετικών, στους χρόνους των βυζαντινών αυτοκρατόρων, όταν και γεννήθηκε το έθιμο της μούντζας, από το κάρβουνο που πασάλειβε ο κόσμος στα πρόσωπα των περιφερομένων αποδιοπομπαίων. Ο άνθρωπος, στην αγελαία εκδοχή του, δεν είναι και πολύ φιλικό ζώο. Σαν μονάδα, είναι πιο στρωτός, αρκεί βέβαια να μην πεινάει, να μην κρυώνει, να μη φοβάται, να μη μισεί, να μην ποθεί.

Τω καιρω εκείνω, σε εποχές μηδαμινής παιδείας, με τη θεσμική παραλυσία, τη θρησκοληψία, την άγνοια, τη δεισιδαιμονία και τον χυδαίο ατομικισμό που προκαλεί ο αυταρχισμός, να κυριαρχούν στα χώματα που αργότερα, και όχι κατ’ ευφημισμόν, αποκλήθηκαν Αγιοι Τόποι, ήταν εύλογο το ευμετάβολο των διαθέσεων του όχλου. Πολλώ δε μάλλον όταν τον κατεύθυναν δώθε κείθε οι θρησκευτικές και άλλες ηγεσίες, για τις δικές τους σκοπιμότητες. Σήμερα, στο ερώτημα Ιησούν ή Βαραββάν, δεν θα αλλάζαμε στάση κάθε εβδομάδα, στις διαθέσεις μας παρατηρείται μια μεγαλύτερη σταθερότητα, αν όχι και μια υστεροβουλία: Όπως αποδείχθηκε, για παράδειγμα, το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος ένα μεταμφιεσμένο ΝΑΙ, που ήθελε να καμώνεται την άρνηση. Ομοια και η περίφημη αντισυστημική στάση, η οποία είναι πύρινη, τοξική, άκαμπτη, αλλά εκλαμβάνει ως δεδομένο πως ό,τι και να του κάνουμε του συστήματος, λεωφορεία θα υπάρχουν, σχολεία θα λειτουργούν, βενζίνη θα βρίσκουμε, νερά θα κυλάνε και οι μισθοί θα καταβάλλονται, του δημοσίου και των ιδιωτών, αφού λεφτά υπάρχουν, όπως όλοι παραδεχόμαστε, απλά δεν έχουμε όσα δικαιούμαστε, γιατί τα νέμονται άλλοι που δεν τα δικαιούνται.

Γιατί οι Μεσσίες δεν κάνουν όσα υπόσχονται; Δεν κατεβαίνουν μαγικά από τον σταυρό, όπως θα περίμενε κανείς από θαυματοποιούς και μάγους, ματώνουν και υποφέρουν σαν κοινοί θνητοί, φθίνουν και θνήσκουν ρακένδυτοι και θλιβεροί. Θεμιτή και αναμενόμενη η οργή μας για τη διάψευση των προσδοκιών που οι ίδιοι καλλιέργησαν. Με τον εαυτό μας που απαιτούμε μεγαλοστομίες τόσο μεγάλες που η εκπλήρωσή τους είναι αδύνατη, δεν θα οργιστούμε ασφαλώς. Θα αλείψουμε με κάρβουνο τα χέρια και θα βγούμε στον δρόμο για τη διαπόμπευση αυτής της εβδομάδας, που μόνοι μας την κάναμε Μεγάλη, μόνοι μας κάναμε τον τόπο μας Αγιο, όχλος που αφρίζει, όχλος που κλαίει, ικανή για οτιδήποτε και για το αντίθετό του.