Πασχάλης Πράντζιος: Ζούμε στην εποχή όπου οι άνθρωποι μιλούν πολύ και σκέφτονται λίγο

Ποιο ήταν το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο που θυμάστε να κρατήσατε στα χέρια σας ως παιδί και με ποια αφορμή;

Έχω στη μνήμη μου μία εικόνα -ήμουν πολύ μικρός, δεν ήξερα ακόμη να διαβάζω- να κάθομαι στα πέτρινα σκαλοπάτια ενός σπιτιού που δεν ήταν το δικό μου και να ξεφυλλίζω μαγεμένος την Ντενεκεδούπολη της Ευγενίας Φακίνου. Δεν θυμάμαι τίποτε άλλο όμως.  

Υπάρχουν συγγραφείς, Ελληνες και ξένοι, που επηρέασαν καθοριστικά τον τρόπο γραφής σας;

Θεωρώ μεγάλους δασκάλους τον Βιζυηνό, τον Παπαδιαμάντη και τον Καζαντζάκη και ξεχωρίζω επίσης τη συγγραφική πένα του Καραγάτση.

Η πεζογραφία απαιτεί σχεδιασμό και μεγάλη διάρκεια συγγραφικής αφοσίωσης. Πώς ακριβώς γράφετε μια ιστορία; Κάνετε ένα προσχέδιο, κρατάτε σημειώσεις, υιοθετείτε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα εργασίας;

Μοιάζει με παιχνίδι μερικές φορές η συγγραφή. Το βιβλίο που επιχειρείς να γράψεις βρίσκεται κλεισμένο σ’ ένα κουτί, σαν δώρο. Από εκεί ανασύρεις ένα ένα τα κομμάτια του και τα συναρμολογείς. Προσδιορίζεις σιγά-σιγά το θέμα του και ακολουθείς τις οδηγίες του, γιατί το κάθε βιβλίο έχει δικές του οδηγίες μελέτης και συγγραφής. Αρχίζεις να γνωρίζεις τους ήρωές σου μ’ ένα «χαίρω πολύ», όπως κι όταν γνωρίζεις έναν άνθρωπο για πρώτη φορά. Και γράφεις. Από κει κι έπειτα ο σχεδιασμός είναι απαραίτητος όταν φτάσει κανείς στο μέσον περίπου του βιβλίου, όπου εκεί χρειάζονται γενναίες αποφάσεις, ώστε να περπατήσει σιγά-σιγά το μυθιστόρημα και να ολοκληρώσει τον κύκλο του.   

            

Οι χαρακτήρες των έργων σας είναι προϊόν μυθοπλασίας ή εμπνέονται από βιωμένες εμπειρίες της προσωπικής σας ζωής; Υπάρχουν κάποιοι που συγγενεύουν με εσάς;

Ως προς το πρώτο ερώτημα, αισθάνομαι ότι το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Το να ”χτίζει” κανείς τους ήρωές του στο πλαίσιο μίας μυθοπλασίας, δεν σημαίνει πως δεν θα περάσει ο συγγραφέας δικά του βιώματα στους χαρακτήρες του, ή έστω κάποια από αυτά. Γενικότερα, η σύλληψη ενός ήρωα ζυμώνεται μέσα από τον κόσμο των εμπειριών του γράφοντος. Οσο για το αν συγγενεύουν μαζί μου κάποιοι από τους ήρωες, αυτό δεν είναι απαραίτητο για να γράψει κανείς. Συνήθως, κάπου κρύβομαι μέσα στα βιβλία μου, χωρίς ωστόσο να πρωταγωνιστώ.

  

Οφείλει ο σύγχρονος πεζογράφος να «αποδράσει» από το ιδιωτικό του όραμα και να γίνει συμμέτοχος ή δημιουργός ενός κοινωνικού οράματος; Κατά πόσο και σε ποιο βαθμό επηρεάζει το διαδίκτυο έναν ανάλογο τρόπο σκέψης;  

Ο πεζογράφος οφείλει να συμμετέχει στα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα της εποχής του. Είναι απαραίτητο αυτό για να γράψει κανείς. Ασφαλώς και απαιτείται συγκέντρωση από την πλευρά του στο διάστημα της δημιουργίας, ενδεχομένως και κάποια απομόνωση, ωστόσο η πένα του συγγραφέα το μελάνι της το βρίσκει στον κοινωνικό στίβο. Πρόκειται καθαρά για αλληλεπίδραση. Τώρα, όσον αφορά το αν μπορεί κανείς να είναι δημιουργός ενός κοινωνικού οράματος, θέλει πολλή συζήτηση. Χρέος του μυθιστοριογράφου είναι να ανοίγει ατραπούς στη σκέψη της κοινωνίας. Ζούμε στην εποχή όπου οι άνθρωποι μιλούν πολύ και σκέφτονται λίγο. Κι εκεί βρίσκεται το διακύβευμα. Οσο για το διαδίκτυο, αν το χρησιμοποιεί ορθά κανείς, μονάχα όφελος θα έχει. Αν ο κόσμος του καθενός ξεκινά και καταλήγει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης… θα συνεχίσουμε μόνο να μιλάμε.

Ποια είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά στοιχεία που θεωρείτε ότι «κάνουν» ένα βιβλίο να είναι πολύ σημαντικό και να «αντέχει» στον χρόνο;  

Επειδή η λογοτεχνία είναι πάνω απ’ όλα γλώσσα, θα έλεγα η γλώσσα του. Από κει κι έπειτα ο χρόνος θα δικάσει και θα αποφανθεί για την αξία του. Αρκεί το βιβλίο να περιέχει αλήθεια, ουσία δηλαδή.

Η πεζογραφία μπορεί να «θρέψει» τον συγγραφέα; Πώς αντιμετωπίζετε επαγγελματικά τον βίο σας;

Είναι ένα ζήτημα που δεν μ’ έχει απασχολήσει, καθότι είμαι ενεργός επαγγελματικά από νεαρή ηλικία. Είμαι 25 χρόνια φιλόλογος καθηγητής. Θεωρώ πως είναι ελάχιστοι οι συγγραφείς που μπορούν να ζουν από τα έσοδα των βιβλίων τους. Είναι δύσκολες οι εποχές, αν και νομίζω πως και στο παρελθόν ήταν αδύνατον για τους περισσότερους να ζήσουν από τη συγγραφή.

Ο χώρος της λογοτεχνίας γενικότερα και της πεζογραφίας ειδικότερα, όπως έχει δείξει η ιστορία, συνιστά τόπο μικρών και μεγάλων αψιμαχιών. Εσείς πώς τις βιώνετε;

Να σας πω την αλήθεια δεν με αφορά. Απέχω, και το κάνω συνειδητά. Εργάζομαι πολλές ώρες την ημέρα, έχω πολλά πράγματα να σκεφτώ και να διεκπεραιώσω και θεωρώ σπατάλη χρόνου να πάρω, έστω και θέση, σε μια ανάλογη αψιμαχία.

Ποιες συμβουλές θα επιθυμούσατε να δώσετε σε νεότερους συγγραφείς;

Μονάχα μία. Να μη σταματήσουν ποτέ να διαβάζουν. Είμαστε ό,τι διαβάζουμε!