Αχαΐα: Πανδημία και πόλεμος «γονάτισαν» το αεροδρόμιο Αράξου

Ξεκινούν στις 6 Μαϊου οι αφίξεις στο κρατικό αεροδρόμιο του Αράξου, με Γερμανούς, Βέλγους και Γάλλους επισκέπτες και με 3 έως 5 πτήσεις ημερησίως

αεροδρόμιο Αράξου

Οι αφίξεις στον Αραξο ξεκινούν, Ρώσους όμως δεν θα δούμε! Κάπως έτσι θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε τα πράγματα ενόψει της 6ης Μαϊου, ημέρας κατά την οποία αρχίζουν, επί της ουσίας, οι αφίξεις πτήσεων από το εξωτερικό στον κρατικό αερολιμένα του Αράξου.

Σύμφωνα με το μέχρι στιγμής πρόγραμμα, κάθε Τρίτη και κάθε Παρασκευή αναμένονται στα μέρη μας από 3 έως 5 αεροπλάνα ημερησίως, με τους ξένους επισκέπτες να είναι σε πρώτη φάση Γερμανοί (από Φρανκφούρτη, Ντύσελντορφ και Μόναχο), Βέλγοι, αλλά και Γάλλοι, λόγω της διεξαγωγής συνεδρίου στην Ηλεία. Παράλληλα, παρότι οι χώρες της Βαλτικής μάλλον δεν θα μας τιμήσουν φέτος (αυτό τουλάχιστον δείχνουν τα μέχρι τώρα δεδομένα), αναμένεται κάθε Σάββατο και μια πτήση από Λιθουανία, με τις αφίξεις, βέβαια, να αυξάνονται στο σύνολό τους όσο οδεύουμε προς τη θερινή περίοδο. Μάλιστα, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 7-8 αεροπλάνα μάξιμουμ ανά ημέρα τους επόμενους μήνες, συν τα όποια ιδιωτικά αεροσκάφη που θα προσγειώνονται στον Αραξο.

Γ. ΓΚΟΥΒΙΤΣΑΣ: «ΜΑΣ ΓΟΝΑΤΙΣΑΝ ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΟΣ»

«Τα μηνύματα που λαμβάναμε σαν αεροδρόμιο μέχρι την πανδημία ήταν θετικά, όμως δυστυχώς μας γονάτισαν πρώτα ο κορωνοϊός και τώρα ο πόλεμος», δήλωσε στην «Π» ο διευθυντής του κρατικού αερολιμένα του Αράξου, Γιώργος Γκουβίτσας, από τον οποίον ζητήσαμε να μας κάνει και μια ειδική αναφορά στην… ανθρωπογεωγραφία των επισκεπτών που αναμένονται στα μέρη μας από την επόμενη εβδομάδα και μέχρι το τέλος της τουριστικής περιόδου. «Ο πόλεμος στην Ουκρανία άλλαξε όλα τα δεδομένα. Φέτος δεν θα δούμε πτήσεις από Ρωσία, Ουκρανία και Λευκορωσία, ενώ ελάχιστοι θα είναι και οι επισκέπτες από τις χώρες της Βαλτικής (σ. Λετονία, Εσθονία, Λιθουανία) και την Πολωνία», αποκάλυψε ο Γ. Γκουβίτσας, ο οποίος έδειξε ιδιαίτερα ανήσυχος: «Ευχόμαστε μέσα από την καρδιά μας να τελειώσει ο πόλεμος, γιατί αν ξεφύγει περαιτέρω η κατάσταση θα είναι κάτι το δραματικό για όλη την ανθρωπότητα. Οι Ρώσοι, λόγω της πανδημίας, δεν έρχονταν την τελευταία διετία στον Αραξο, Ουκρανούς, όμως, είχαμε αρκετούς».

«ΑΝΤΙ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΑΝ ΤΗ ΡΙΒΙΕΡΑ…»

Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα και στην ερώτηση που κάναμε στον Γ. Γκουβίτσα για το ποια περιοχή είναι περισσότερο κερδισμένη από τους ξένους επισκέπτες, με την Ηλεία να παίρνει τη μερίδα του λέοντος. «Οι Γερμανοί προτιμούν σε μεγάλο ποσοστό δικό τους ξενοδοχείο στην Κυλλήνη. Οι υπόλοιποι επιλέγουν 5στερα ξενοδοχεία τόσο στην Ηλεία, όσο και στη Λακκόπετρα, ενώ ξενοδοχειακές μονάδες σε Αλισσό και Καλόγρια εξυπηρετούν κυρίως τους επισκέπτες από τη Βαλτική και την Πολωνία», ανέφερε ο Γ. Γκουβίτσας, ο οποίος δεν έκρυψε και τον προβληματισμό του για το ότι η περιοχή μας θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερη τουριστική ανάπτυξη: «Κακά τα ψέματα, όσο δεν υπάρχουν υποδομές και ο ενδεδειγμένος αριθμός κλινών οι ξένοι θα προτιμούν άλλες περιοχές της χώρας μας. Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι είμαστε ένας επίγειος παράδεισος. Αντί να είμαστε κάτι σαν τη Ριβιέρα, δεν έχουμε κάνει τα απαραίτητα προς αυτήν την κατεύθυνση. Ολοι έχουν μερίδιο ευθύνης γι΄ αυτό. Εμείς από την πλευρά μας, βάζουμε πλάτη όσο μπορούμε. Ποτέ δεν έχουμε αρνηθεί πτήσεις. Εξυπηρετούμε και εμπορικές και βάζουμε διπλοβάρδιες και τριποβάρδιες παρά το γεγονός ότι είμαστε υποστελεχωμένοι. Ταυτόχρονα, είμαστε πάντα σε ετοιμότητα και για αεροδιακομιδές ασθενών».

ΟΙ ΑΦΙΞΕΙΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟ 2018

Αφίξεις Ρώσων στον Αραξο έχουμε να δούμε από το 2019, πριν ακόμη η πανδημία κάνει την εμφάνισή της. Το 2020 και το 2021 οι αφίξεις εκ Ρωσίας ήταν μηδενικές, σε αντίθεση με τη χρονιά πριν από το ξέσπασμα του κορωνοϊού, που στα μέρη μας προσγειώθηκαν περίπου 25.000 Ρώσοι («που αφήνανε λεφτά!», όπως σχολίασε χαρακτηριστικά ο Γιώργος Γκουβίτσας). Για την ιστορία, το 2018 οι αφίξεις στον Αραξο ήταν 187.525, ενώ το 2019 ο αριθμός έπεσε ελαφρώς (174.132), καθώς το αεροδρόμιο είχε κλείσει για λίγες εβδομάδες λόγω φωτιάς. Για την ιστορία πέρσι ο Αραξος υποδέχθηκε 2.500 Ουκρανούς κι άλλους τόσους Πολωνούς και Λιθουανούς, ενώ οι Γερμανοί άγγιξαν τις 20.000.