Αλεξάνδρα Μικρούτσικου: Η συνθέτης κόρη του δικού μας Θάνου αποκαλύπτει στην «Π» πτυχές του ως καλλιτέχνη… και ως πατέρα
Λίγο πριν τη συναυλία της Τετάρτης, η συνθέτης Αλεξάνδρα Μικρούτσικου μιλά στην εφημερίδα «Πελοπόννησος», για τον συνθέτη και πατέρα της Θάνο και την πόλη του, την Πάτρα.
Τετάρτη, 23 Νοεμβρίου, ώρα 8μ.μ. Το Ιδρυμα Ιωάννου και Ευτέρπης Τοπάλη από κοινού με το Πανεπιστήμιο Πατρών, τιμούν τον Θάνο Μικρούτσικο στο Συνεδριακό Κέντρο του Πανεπιστημίου Πατρών σε μια εκδήλωση-συναυλία με τρία έργα του μουσικής δωματίου, τα δύο μάλιστα σε πρώτη εκτέλεση. Παρούσα η Αλεξάνδρα Μικρούτσικου, συνθέτης η ίδια, κόρη του Θάνου Μικρούτσικου και της δημοσιογράφου και συγραφέα Μαίρης Παπαγιάννη. Λίγο πριν τη συναυλία, μιλήσαμε μαζί της για τον πατέρα της ως καλλιτέχνη… και ως πατέρα
Ας ξεκινήσουμε από την εκδήλωση. Τι θα ακούσουμε την Τετάρτη και ποια «διαδρομή» έχει κάνει σαν έργο;
Θα είναι μια ιδιαίτερη βραδιά καθώς θα παρουσιαστούν τρία έργα μουσικής δωματίου, τα δύο εκ των οποίων τα συνέθεσε ο πατέρας μου τα τελευταία χρόνια και δεν έχουν εκτελεστεί ποτέ. Στο πρώτο μέρος θα παιχτεί ένα από τα πιο αγαπημένα και πολυπαιγμένα έργα του, το «Νύχτα με σκιές χρωματιστές». Το 1983 το Εθνικό Θέατρο των Βρυξελλών ανέθεσε στον Θάνο Μικρούτσικο να συνθέσει μουσική για το ανέβασμα του έργου του κορυφαίου Βέλγου λογοτέχνη και θεατρικού συγγραφέα Paul Willems «Nuit avec ombres en couleurs» σε σκηνοθεσία του Henri Ronse. Από αυτό το υλικό τον επόμενο χρόνο δημιούργησε τη σουίτα για μέτζο σοπράνο και κουαρτέτο εγχόρδων.
Το έργο αγαπήθηκε και παρουσιάστηκε σε πολλές συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Τα δύο έργα που θα παρουσιαστούν για πρώτη φορά είναι το «1ο κουαρτέτο εγχόρδων» το οποίο έχει αφιερώσει σε 3 πατρινούς συνθέτες, τον Δημήτρη Λιάλιο, τον Ανδρέα Νεζερίτη και τον Θεόφιλο Κάββουρα και το «Της στιγμής και του απείρου» σε ποίηση Γιώργου Θεοχάρη, ένα έργο για φωνή, φλάουτο, κλαρινέτο και βιολοντσέλο το οποίο ο πατέρας μου το ολοκλήρωσε τον Απρίλιο του 2019, λίγους μήνες πριν φύγει. Οπως καταλαβαίνετε, για τον κόσμο που παρακολουθεί και αγαπάει τον Θάνο Μικρούτσικο, θα είναι μια πολύ φορτισμένη συγκινησιακά συναυλία και είμαι πραγματικά πολύ χαρούμενη που τα έργα θα ερμηνεύσουν τόσο σπουδαίοι σολίστ.
Δεν ξέρουμε πόσο εύκολο είναι να αξιολογήσει ένα παιδί τον πατέρα του με σχετική νωπή την απώλειά του μάλιστα, και υπό το βάρος του μεγέθους του, αλλά θα σας το προτείνουμε: Πώς κρίνετε τον Θάνο Μικρούτσικο ως συνθέτη;
Ισως να ήταν δύσκολο αν μιλούσαμε για κάποιο άλλο συνθέτη, αλλά για τον πατέρα μου, μου είναι πολύ εύκολο. Η μουσική γλώσσα του Θάνου Μικρούτσικου καταφέρνει να ξεπεράσει τα όρια οποιασδήποτε κατηγοριοποίησης και το έργο του είναι απίστευτα εκτενές. Δημιουργούσε πάντα καινοτόμους ηχητικούς κόσμους με μία «ποιητική ευθύνη» και συνέπεια στη μουσική του γλώσσα, ξορκίζοντας οποιονδήποτε φορμαλιστικό τρόπο σύνθεσης. Από τις σπουδαίες ενορχηστρώσεις του, μέχρι τις απελευθερωμένες φόρμες, εστίαζε πάντα στο σημαντικότερο όλων -τον ήχο και καλλιέργησε ένα προσωπικό όραμα για τη μουσική της σύγχρονης Ελλάδας.
Το ευρύ κοινό τον αγάπησε και τον τίμησε μέσα από τις πασίγνωστες συνθέσεις του που χαρακτήρισαν την εποχή μας και την ελληνική μουσική κουλτούρα. Πιστεύετε ότι εκτιμήθηκε όπως του άξιζε ο Θάνος Μικρούτσικος της πιο «δύσκολης» μουσικής;
Ο ίδιος εδώ θα έλεγε ότι δεν υπάρχει «δύσκολη» και «εύκολη» μουσική και πως πρέπει να σταματήσουμε να βάζουμε τέτοια πρόσημα. Συνέθεσε όπερες, συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου, χορωδιακά έργα και φωνητική μουσική, μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο, τζαζ, αλλά και πειραματική και πρωτοποριακή για την εποχή μουσική. Θα πω πως ήταν τυχερός καθώς είδε πολλά απ’ αυτά τα έργα του να παίζονται από σπουδαίες ορχήστρες και σολίστ σε όλο τον κόσμο, σε μεγάλα διεθνή φεστιβάλ, σε σημαντικά θέατρα και συναυλιακούς χώρους και να δισκογραφούνται από ιστορικές εταιρείες όπως η EMI Classics και η Blue Note.
Ο ίδιος έτρεφε παράπονο που επισκίαζε τη δεινότητά του στην κλασική και στην τζαζ η δημιουργία του, η οποία κατέκτησε το μαζικότερο κοινό;
Γνωρίζοντας κι εσείς καλά τον πατέρα μου θα ξέρετε πως τα παράπονα δεν του ταίριαζαν. Ηταν πάντα ένας δυναμικός άνθρωπος και η μουσική του ήταν το οξυγόνο του. Ολη η μουσική του. Ηταν ολόκληρος είτε έγραφε όπερα είτε μελοποιούσε Ρίτσο, Χικμέτ ή Αλκαίο. Ως το τέλος, ένιωθε ένας ευλογημένος άνθρωπος κι αυτό ήτανε. Οπως παρουσίαζε με πάθος στη σκηνή τα τραγούδια του, έτσι μου μιλούσε για την περίοδο που έγραφε την όπερα «Ελένη» όταν κοιμόταν 2-3 ώρες και δούλευε ασταμάτητα. Πρωταρχικό του μέλημα υπήρξε πάντα η γεφύρωση του χάσματος μεταξύ «σοβαρής» και «ελαφράς» μουσικής. Ακροβατούσε συνεχώς μεταξύ των δύο κόσμων, με μεγάλη δεξιοτεχνία, έχοντας πάντα ως κινητήρια δύναμη τη συνύπαρξη των δύο. Οχι, νομίζω πως δεν είχε παράπονο, ερωτήματα είχε και προβληματισμούς για τη μουσική, το κοινό, τη δισκογραφία.
Ο Θάνος υπήρξε συνθέτης, μάνατζερ, πολιτικό πρόσωπο, διανοούμενος, και βεβαίως πατέρας. Η συνύπαρξη με μια τέτοια πολυδιάστατη φυσιογνωμία, φανταζόμαστε υπήρξε ανεπανάληπτη περιπέτεια. Αραγε σας κλόνισε η ιδέα ότι θα πρέπει να ανταποκριθείτε σε ένα τέτοιο πρότυπο;
Ναι, ο πατέρας μου ήταν όλα αυτά αλλά πάνω απ’ όλα ήταν ένας άνθρωπος που μας δίδαξε τον αγώνα για τα όνειρά μας και μας μετέδωσε το πάθος για την τέχνη. Νομίζω πως ήταν πολύ φυσικό μεγαλώνοντας σ’ ένα σπίτι γεμάτο μουσική, βιβλία, συζητήσεις και παρακολουθώντας δίπλα του συνέχεια συναυλίες και παραστάσεις να επιλέξω να κάνω μουσική. Δεν αισθάνομαι πως πρέπει να ανταποκριθώ σε κάποιο πρότυπο, αλλά συχνά μου λείπει σαν συνομιλητής στους δικούς μου προβληματισμούς πάνω στη δουλειά μου, μου λείπει η θετική του σκέψη, οι γνώσεις του και η ενθάρρυνση. Εχω κρατήσει όμως πολλά από τα χρόνια που μεγάλωνα κοντά του που αισθάνομαι πως θα είναι μαζί μου για πάντα.
«ΠΑΤΡΑ, Η ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΜΠΑΜΠΑ ΜΟΥ»
Σας συνδέει κάτι με την Πάτρα, πέρα από την πατρική καταγωγή;
Με συνδέουν οι ιστορίες του πατέρα μου, που ήταν σπουδαίος παραμυθάς και μας μιλούσε πολύ για τα παιδικά του χρόνια στην πόλη με τις στοές, τις σκάλες, τα νεοκλασικά, τον Φάρο, τα μπάνια στα Μποζαΐτικα, το θέατρο Απόλλων – τη μικρή Σκάλα του Μιλάνου, όπως το έλεγε. Την μπάντα που έπαιζε κάθε Μεγάλη Παρασκευή, τους πλακόστρωτους δρόμους, το Ρωμαϊκό Ωδείο, το Διεθνές Φεστιβάλ που για το οποίο ήταν πολύ περήφανος. Οταν ήμασταν μικρά ερχόμασταν συχνά, θυμάμαι καρναβάλια, καλοκαίρια, συναυλίες και παραστάσεις. Αλλά η Πάτρα, πάνω απ’ όλα, θα είναι για μένα η πόλη που μεγάλωσε, που ερωτεύτηκε τη μουσική, η πόλη του μπαμπά μου και που με ένα μαγικό τρόπο θα την κουβαλάω πάντα μέσα μου.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News