Εκλογές και ο ΛΕΞ στη βροχή: Δεν κάνω πίσω ούτε Λέξ-η
Το ντεμπούτο άλμπουμ του Λεξ, “Ταπεινοί και Πεινασμένοι”, ανέδειξε το ακατέργαστο ταλέντο και την πείνα του για επιτυχία. Το άλμπουμ αυτό, αποτέλεσε τομή για τον καλλιτέχνη.
Ούτε που θυμάμαι την χαμένη μου αθωότητα
Μέσα στο κεφάλι καρφωμένο έχω ένα κώδικα
Ρουτίνα, κάθε «Καλημέρα» και μία ακρότητα
Τίποτα πιο άγριο από την καθημερινότητα
Ντυμένοι με σκούρα ρούχα, στέκονται ως σύμβολα προκλητικότητας απέναντι στις καταπιεστικές δυνάμεις που τους ωθούν στο περιθώριο της ζωής. Οι στίχοι που σιγοτραγουδούν, καχεκτικές μελωδίες ελπίδας, εκφράζουν μια λαχτάρα για κάτι πέρα από τα όρια των περίκλειστων συνοικιών τους. Είναι και οι μικροί φτωχοδιάβολοι της ζωής μας, θύματα ενός συστήματος που διαιωνίζει την ανισότητα και παραμελεί τις βασικές τους ανάγκες. Αποτελείται από αυτούς που δεν έχουν πρόσβαση σε ποιοτική εκπαίδευση, κατάλληλη υγειονομική περίθαλψη και ευκαιρίες για μια στοιχειώδη κινητικότητα και οι οποίοι σηκώνουν το βάρος μιας άδικης κοινωνικής δομής.
Έχω βίτσια πλουσιόπαιδου μα δεν έχω μία
Ούλτρα βία, μετά τη γαλατερία
Έχω τους πάντες να μου λένε πως δεν είναι ταινία
Ούλτρα βία, μετά τη γαλατερία
Ωστόσο, εν μέσω των δυσκολιών, η ανθεκτικότητα αυτών των παιδιών ρέει στους δρόμους. Η μαυροφορεμένη δύναμή τους αποτελεί την εκκωφαντικά σιωπηλή αντίσταση, μια συλλογική φωνή που απαιτεί αναγνώριση και προσοχή. Όλοι αυτοί οι πιτσιρικάδες μπορεί να βρίσκονται στο περιθώριο, αλλά δεν είναι άφωνοι, έχουν στίχους, σπρέι και βραχνάδα στη φωνή, έχουν πείσμα, αγωνίες και βαθιές επιθυμίες που κάπως πρέπει να εκφραστεί.
Αλάνια, περιθωριοποιημένα άτομα των οποίων οι ζωές ενσωματώνουν τους αγώνες και τις αδικίες που βιώνουν πολλοί. Οι ιστορίες τους χρησιμεύουν ως μια έντονη υπενθύμιση των βαθιά ριζωμένων κοινωνικών ζητημάτων που επιμένουν στις κοινωνίες μας.
Είμαστε μπλεγμένοι
Στον ιστό τους χαμένοι
Δεν μας καταλαβαίνουνε
Ρωτάνε τι συμβαίνει
Που και που ευτυχισμένοι
Σαν λοβοτομημένοι
Απ’ όλη την Ελλάδα
«Ταπεινοί και πεινασμένοι»
Ο Αλέξης Λαναράς (25 Σεπτεμβρίου 1984), κατά κόσμον Λεξ, είναι Έλληνας ράπερ από την Θεσσαλονίκη. Γεννήθηκε στη συμπρωτεύουσα στις 25 Σεπτεμβρίου 1984 και μεγάλωσε στην περιοχή του Φαλήρου. Ξεκίνησε αρχικά ως γκραφιτάς στους 2G (Good Guys) και το 1999 αποφάσισε να ασχοληθε με τη μουσική, δημιουργώντας τα Βόρεια Αστέρια. Με τα Βόρεια Αστέρια κυκλοφόρησαν 4 δίσκους προτού αποφασίσουν να χωρίσουν οι δρόμοι τους και να ακολουθήσει ο καθένας σόλο καριέρα. Ενδιάμεσα, είχε δημιουργήσει τα Ανάποδα Καπέλα μαζί με ένα άλλο μέλος των Βορείων Αστεριών, τον Μικρό Κλέφτη, κυκλοφορώντας το πρώτο τους άλμπουμ το 2007.
Τρία χρόνια μετά, το 2010, ξεκίνησε η σόλο καριέρα του. Ο πρώτος του δίσκος κυκλοφόρησε το 2014 με τίτλο «Ταπεινοί και Πεινασμένοι», απόδειξη ότι ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι θα μιλά για αιώνες ακόμα, όχι μόνο στους διανοούμενους και στους υποψιασμένους αλλά στους νέους, στους ευαίσθητους και στους καταφρονεμένους. Η μουσική και οι στίχοι του αφορούν στην οικονομική κρίση, τα ναρκωτικά, τις ανισότητες, τις μικροπαραβατικότητες και τους φτωχοδιαβόλους της κοινωνίας μας.
Το ντεμπούτο άλμπουμ του Λεξ, “Ταπεινοί και Πεινασμένοι”, ανέδειξε το ακατέργαστο ταλέντο και την πείνα του για επιτυχία. Το άλμπουμ αυτό, αποτέλεσε τομή για τον καλλιτέχνη. Η στιχουργική δεινότητα και η επιβλητική απόδοση του Λεξ ήταν εμφανείς σε όλα τα κομμάτια, επιδεικνύοντας την ικανότητά του να φτιάχνει εντυπωσιακούς στίχους που είχαν απήχηση στο κοινό του. Η παραγωγή του άλμπουμ ήταν δυναμική, συνδυάζοντας παραδοσιακούς ελληνικούς ήχους με σύγχρονα trap beats, παρέχοντας ένα φρέσκο και μοναδικό σκηνικό για τις ρίμες του Λεξ. Το “Ταπεινοί και Πεινασμένοι”, καθιέρωσε τον Λεξ ως μια υπολογίσιμη δύναμη στο ελληνικό ραπ, θέτοντας τις βάσεις για τις επόμενες κυκλοφορίες του.
Οι αποκεφαλισμένοι του στίχοι γίνονται σινιάλα για να καταλάβεις τι τέλος πάντων συμβαίνει μέσα σε αυτή τη σχιζοφρένεια των ήχων και των επαναλαμβανόμενων εικόνων της πόλης.
Μήτσο τράβα κάνα-δυο φωτογραφίες
όταν φύγουμε θα μείνουν μόνο οι δρόμοι
κανείς δεν θα χορεύει όταν νυχτώνει
το μόνο που θα αφήσουμε ιστορίες
και κάνα δυο φωτογραφίες
Το 2018 κυκλοφόρησε το άλμπουμ «2XXX» και το καλοκαίρι του 2019 πραγματοποίησε μια συναυλία στο θέατρο Πέτρας της Αθήνας, όπου συγκεντρώθηκαν περίπου 10.000 θεατές.
Μετά την επιτυχία του ντεμπούτου του, ο Λεξ συνέχισε να διευρύνει τα όρια με το δεύτερο άλμπουμ του, “2XXX”. Κυκλοφόρησε αυτό το project παρουσίασε την ανάπτυξη και την εξέλιξη του καλλιτέχνη τόσο στιχουργικά όσο και μουσικά. Το άλμπουμ εμβάθυνε σε προσωπικά θέματα, με τον ΛΕΞ να εμβαθύνει σε ενδοσκοπικά ζητήματα όπως η ταυτότητα, η αγάπη και τα κοινωνικά ζητήματα. Το “2XXX” έδειξε την ευελιξία του καλλιτέχνη, καθώς περιηγήθηκε απρόσκοπτα μεταξύ σκληρών κομματιών γεμάτων επιθετικές ροές και εσωστρεφών στιγμών που έδειχναν την ευαισθησία του. Η παραγωγή στο άλμπουμ ήταν ποικίλη, ενσωματώνοντας στοιχεία trap, boom-bap, ακόμα και πειραματικούς ήχους, αποδεικνύοντας την προθυμία του ΛΕΞ να πειραματιστεί με διαφορετικά στυλ και να διευρύνει τα όρια του είδους.
Χαλασμένα ασανσέρ και τοίχοι από χαρτί
Κουτσομπόλες διαχειρίστριες, ρουφιάνοι θυρωροί
Τρωκτικά μ’ ακουστικά ακούν τις συνομιλίες
Μας χαζεύουν οι εξωγήινοι μέσα από το κουτί
Χαλασμένα ασανσέρ και τοίχοι από χαρτί
2 νύχτες πριν ληστέψανε τον νταλαβερτζή
Τώρα ποιος φτιάχνει τον απέναντι που θέλει να πιει
Τι ‘ναι ο θάνατος, αγόρι μου, μπροστά στην ντροπή;
Ακούω το τάβλι των ανέργων, την φωνή των παιδιών
Τα καταπιεσμένα βογγητά των νοικοκυριών
Οι στίχοι που φεύγουν σαν βέλη, είναι ένα απόσπασμα από τις «Πολυκατοικίες» του ΛΕΞ. Ένα κομμάτι που περιγράφει όσα συμβαίνουν σε μια πολυκατοικία βγαλμένο θαρρείς από τα περιγραφικά πλάνα του «Ταξιτζή» του Μάρτιν Σκορσέζε. Λιγότερο αυθάδικα, με βαθιά ενσυναίσθηση, ακόρεστη περιέργεια και ελεγχόμενη εσωστρέφεια.
Τον Ιανουάριο του 2020 ο ΛΕΞ παραχώρησε δύο τραγούδια του για την παράσταση «Παραμύθι για δύο» του Φίλιπ Ρίντλεϊ, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο ΚΘΒΕ σε μετάφραση Ξένιας Καλογεροπούλου και σκηνοθεσία Αλέξανδρου Ράπτη και κυκλοφόρησε το τρίτο του άλμπουμ «ΜΕΤΡΟ».
Το τελευταίο άλμπουμ του ΛΕΞ, “Metro”, που κυκλοφόρησε στη συνέχεια, εδραιώνει τη θέση του ως μια από τις πιο επιδραστικές μορφές της ελληνικής ραπ. Αυτό το project σηματοδοτεί μια σημαντική πρόοδο στην καλλιτεχνική πορεία του ΛΕΞ, αναδεικνύοντας την ωριμότητά του ως καλλιτέχνη.
Στο παράθυρό μου
Με λένε ΛΕΞ με ξέρουν παντού καρφώνω την κούκλα σαν να ‘ναι βουντού
Δούλευα μες στη Ροτόντα παρτίδες με σκοτεινά όντα
Μπάτσοι δεν έχουν εμπόδια είναι μπαρίγκες επάνω στα Honda
Δούλευα και στην Ικτίνου τη Βαλαωρίτου και τη Ναβαρίνου
Τώρα έχω ένσημα απ’ τη μουσική μου και τη σύνταξή μου όλη η πόλη δική μου
Μεγάλωσα εδώ σαν οικόσιτο μα έχω το νου μου όταν βλέπω το εθνόσημο
Κανένα ραπ μου δεν είναι αρκετό να με κάνει πιο λίγο αναλώσιμο
Πέφτουνε σφαίρες κλαίνε μητέρες στρέφω τα μάτια μου στον ουρανό
Σου ‘πα πριν λίγο δε θέλω να φύγω γι’ αυτό μη ρωτάς άμα θα φοβηθώ
Λένε πως τρέφομαι απ’ τη στεναχώρια γι’ αυτό με τιμούσαν σα να ‘μουν νεκρός
Μπορεί να μην είμαι χαρούμενος όμως για δες με είμαι ζωντανός
Αυτό σημαίνει πως αν ξημερώσει και αύριο μπορεί να με βρει πιο καλά
Δε σου το υπόσχομαι αλλά τα πάντα είναι πιθανά
Το “Metro” εξερευνά ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, όπως η προσωπική ανάπτυξη, ο κοινωνικός σχολιασμός και οι προβληματισμοί του καλλιτέχνη σχετικά με τη δική του επιτυχία. Η παραγωγή του άλμπουμ είναι σχολαστικά επεξεργασμένη, με πλούσιες μελωδίες, περίπλοκα beats και καλά εκτελεσμένες συνεργασίες με αξιόλογους παραγωγούς. Ο λυρισμός του ΛΕΞ στο “Metro” είναι πιο εκλεπτυσμένος από ποτέ, επιδεικνύοντας την ικανότητά του να δημιουργεί ζωντανές ιστορίες και έξυπνα λογοπαίγνια. Η επιτυχία του άλμπουμ επεκτείνεται πέρα από την ελληνική ραπ σκηνή, βρίσκοντας απήχηση σε ένα ευρύτερο κοινό και αποσπώντας κριτική αναγνώριση ακόμη και από μέσα ενημέρωσης που δεν έχουν ασχοληθεί ποτέ στο παρελθόν με το ελληνικό ραπ.
Οι σχεδόν 25.000 θεατές που τον αποθέωσαν στην εμφάνισή του στη Νέα Σμύρνη, στο γήπεδο του Πανιωνίου πέρυσι στις 3 Ιουλίου, και οι περίπου 30.000 που γέμισαν το Καυτανζόγλειο Στάδιο στη Θεσσαλονίκη στις 21 Οκτωβρίου είναι νούμερα πρωτόγνωρα για ραπ συναυλία στην Ελλάδα, αλλά ο ΛΕΞ δεν κατάφερε μόνο αυτό.
Τελικά, με τους στίχους του σκιτσάρει μια δική του πραγματικότητα, την πραγματικότητα της αφώτιστης πόλης. Παίρνει την πόλη από αυτούς στους οποίους θεωρητικά ανήκει και την προσφέρει στο περιθώριο, πραγματικό ή επινοημένο.
Γουστάρεις να μ ακούς πεινασμένο,
άφραγκο και ταλαιπωρημένο.
Κι όσο μέσα μου εγώ αργοπεθαίνω
να βγαίνεις και να λες τι φτύνει το μαλακισμένο.
Σήμερα, όλοι ασχολούνται με τον εσωστρεφή καλλιτέχνη, που απεχθάνεται τη δημοσιότητα. Δεν δίνει συνεντεύξεις, δεν συμμετέχει σε διαφημίσεις και δεν προμοτάρει τις συναυλίες του αλλά… καταφέρνει να γεμίζει στάδια και να επηρεάζει με τους στίχους του άτομα κάθε ηλικίας.
«Είναι πολύ δύσκολο να υπάρχει χιπ-χοπ στην Ελλάδα με ξένο στίχο. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν παιδιά που το προσπαθούν και κάνουν καλή δουλειά. Αλλά το χιπ-χοπ είναι απέραντο. Είναι παντού, πιάνει όλο το φάσμα». Έλεγε στη μοναδική συνέντευξη που έχει δώσει, στο «Rolling Stone», σε μια συνομιλία του με τον Παύλο Παυλίδη.
Πολλοί τον έχουν χαρακτηρίσει «ποιητή της νέας γενιά» όμως ο ίδιος τοποθετεί με προσοχή τα πράγματα στη θέση τους, «Εγώ δεν θέλω να είμαι ποιητής», λέει ο ΛΕΞ, «η ποίηση νιώθω ότι φέρει ένα πνευματικό παίδεμα παραπάνω από έναν χιπ-χοπ στίχο. Ναι, ο στίχος είναι δυνατός, ναι, ο στίχος έχει να πει, αλλά στο ραπ έχει μεγάλη σημασία η ερμηνεία, το πάτημα. Είναι πολλές οι παράμετροι. Το ραπ για μένα δεν είναι ιδεολογία, είναι ένα μέσο, όπως η συγγραφή. Δεν παύω, βέβαια, να τηρώ συγκεκριμένους αισθητικούς κώδικες. Δεν το σπάω συνειδητά το ραπ. Δεν είμαι μπίτνικ ποιητής, είμαι ράπερ και μου αρέσει.
Πώς όμως να πεις τι είναι το ραπ; Αν είναι αλητεία σε εισαγωγικά ή χωρίς; Το χιπ-χοπ, επαναλαμβάνω, είναι μέσο».
Στο γήπεδο της Παναχαϊκής, που θα γινόταν η συναυλία του Λεξ, είχα πάει πιτσιρικάς προ αμνημονεύτων για να δω ένα αγώνα της μεγάλης τότε Πατρινής ομάδας με την αντίστοιχη μεγάλη ομάδα του Παναθηναϊκού. Την ομάδα που έφτασε στο Ουέμπλευ. Βάζελος ήταν ο υπεύθυνος της προσέλευσης στο Πατραϊκό γήπεδο και του ήμουν ευγνώμων γιατί σ’ αυτόν τον αγώνα, γιατί είχα την τύχη να δω τον Δαβουρλή, τον Δομάζο, τον Οικονομόπουλο, τον Γραμμό και τον Στραβοπόδη και τόσους άλλους μπαλαδόρους μαζί και να σκεφτεί κανείς ότι ούτε κατά διάνοια δεν ήμουν Παναθηναϊκός, τα ερυθρόλευκα αισθήματά μου είχαν από τότε βρει χώρο στην άγουρη εφηβεία μου, αλλά και την Παναχαϊκή λόγω εντοπιότητας την υποστήριζα. Ξαναπήγα στο γήπεδο στις μεγάλες συναυλίες του Μίκη, άλλος παράδεισος εκείνος…
Ο γιος μου με είχε έγκαιρα προειδοποιήσει «αυτή την φορά, δεν ξέρω τι μου λες και δεν με ενδιαφέρουν οι δικαιολογίες θα πάμε στον Λεξ». Επί τόπου βγάλαμε τα ηλεκτρονικά μας εισιτήρια και να ‘μαστε. Κατηφορίζαμε την Ελευθερίου Βενιζέλου, το ψιλόβροχο με κάποιες απότομες ριπές του αέρα νότιζαν την πόλη και στο βάθος ένας κόκκινος ήλιος βούλιαζε στα νερά του Ιονίου και έβαφε τα κτήρια αριστερά και δεξιά του δρόμου. Η πρώτη σκέψη μου ήταν να πάρω την παραλιακή για να βρεθώ στα βόρεια της πόλη από τη θάλασσα αλλά μετά την τραγική, την αδιανόητη και τρομερή απώλεια της Πύλου στα βαθιά νερά του Ιονίου, δεν ήθελα να δω κυματισμό, δεν ήθελα να μυρίσω την αρμύρα της θάλασσας, δεν ήθελα να με αγγίξει καν ο μαΐστρος που θα ‘φτανε διασχίζοντας το πέλαγος στις ακτές του Πατραϊκού. Έστριψα δεξιά στην Κορίνθου, διέσχισα τη μουσκεμένη πόλη και μετά από λίγο μπήκαμε στο γήπεδο.
Ήδη χιλιάδες κόσμου μουσκεμένοι από τη συνεχή βροχή χόρευαν στην αρένα και άλλος τόσος κόσμος στη στεγασμένη κερκίδα κινούνταν στο βραδύ και βαρύ ρυθμό της μουσικής. Ο γιος μου προσπάθησε να με παρασύρει στην αρένα, αλλά ήδη είχαμε μουσκέψει και μετά από περιληπτικές παρακλήσεις ανεβήκαμε στην κερκίδα. Όταν εμφανίστηκε ο Λεξ στη σκηνή μια τρομώδης ιαχή απλώθηκε στο γήπεδο και ο τόπος κοκκίνισε από τα καπνογόνα, τη λυτρωμένη αναμονή και το ξέσπασμα της εβδομαδιαίας καταπίεσης.
Τα αλάνια με καπνογόνα στα χέρια χρωμάτισαν το γήπεδο από άκρη σε άκρη, συναντήθηκαν με στίχους που μιλούν γι αυτά που βρίσκονται καταχωνιασμένα εντός τους. Μαυροφορεμένα αγόρια και κορίτσια με υψωμένα χέρια, ανοιγμένα μάτια και με ένα στόμα απήγγειλαν ή μάλλον μάτωναν τους στίχους του Λεξ. Εκείνος ασταμάτητος πέρα δώθε όργωνε τη σκηνή, πότε λουσμένος στο φως, πότε χαμένος στα σκοτάδια, αλλά ποτέ δεν έχανε την επαφή του με τα «μαυροφορεμένα αλάνια».
Σ’ αυτό το χάος μας κανείς δεν περιμένει
Μονίμως κερδισμένοι, άριστα εκπαιδευμένοι
Όλοι γύρω σου κοιτάνε σαστισμένοι
Όταν σε δεύτερα τριάντα αφήνεις πίσω ό, τι σε δένει
Πήρες χαμπάρι ότι ζεις στο περιθώριο
Μια μέρα βροχερή με γλίτσα στο πεζοδρόμιο
Στιγμές τρωτότητας και ενδοσκόπησης αντιπαραβάλλονταν με ερμηνείες υψηλής ενέργειας που έκαναν το κοινό να είναι μόνιμα όρθιο και να συμμετέχει έντονα στα τεκταινόμενα
Αυτό που πραγματικά ξεχώρισε στη συναυλία του Λεξ ήταν η αναμφισβήτητη σύνδεση που καλλιέργησε με το κοινό του. Αυτή η γνήσια αλληλεπίδραση ενίσχυσε την αίσθηση οικειότητας μέσα στο τεράστιο στάδιο, κάνοντας τον καθένα να νιώθει ότι τον βλέπουν, τον ακούνε και κυρίως τον αισθάνονται.
Η βροχή πότε δυνάμωνε, πότε ησύχαζε, αλλά ποτέ δεν σταματούσε. Στην αρένα δεν είχε πια σημασία τι φορούσαν τα μαυροφορεμένα παιδιά, γι αυτό πολλά πια εμφανίζονταν να γυαλίζουν κάτω από τους προβολείς με γυμνά κορμιά. Οι κόκκινοι πυρσοί φώτιζαν απόκοσμα το γήπεδο, οι σκιές μάκραιναν αφύσικα και το έντονο δυνατό φως τους ανακατευόταν με τις ρίμες, τις έντονες κινήσεις και τα γιουρούσια του Λεξ στη βολή, στον εφησυχασμό και στην υποκρισία. Τα αλάνια που ήξεραν τους στίχους του ράπερ απ’ έξω κι ανακατωτά, τους ούρλιαζαν μέσα στη βροχή στους ρυθμούς της μουσικής. Από τα ηχεία στη διαπασών ηχούσε η αγανάκτηση, τυλιγμένη στη θλίψη και ποτισμένη με τον φόβο. Γιατί στην εφηβεία δεν μπορεί να γίνει κάποιος αλλιώς, ο κόσμος είναι στενός, άδικος και μικρόψυχος και ένας έφηβος θέλει τον κόσμο ανοιχτό, γενναιόδωρο κι ανθρώπινο.
Ο ΛΕΞ μετά από τη βροχερή Πάτρα θα δώσει συναυλία στις 2/7 στην Ξάνθη, στις 7/7 στη Λάρισα και στις 14/7 στο Ηράκλειο, στο Παγκρήτιο στάδιο.
Κολλημένος, κολλημένος, κολλημένος
Τρέχω σαν να ‘μια κυνηγημένος
Ο πλανήτης επικίνδυνο μέρος
Πώς γίνεται και νιώθω ευλογημένος;
Ψιθύριζα καθώς αποχωρούσαμε από το γήπεδο ανάμεσα στα περιθωριοποιημένα αλάνια με τα μαύρα ρούχα, τους κόκκινους πυρσούς και τις πολύχρωμες ιδέες. Κόλλησα και καλά κατά λάθος πάνω στο γιο μου, γιατί μέσα σ’ αυτό το πλήθος, το λίγο αγριεμένο, λίγο αλλοπαρμένο, λίγο αφηνιασμένο, ένιωθα αδύναμος και ήθελα να πω σε όλους γύρω μέσω του γιου μου «ρε αλάνια ορμάτε στη ζωή, γιατί εσείς κι αν δεν ξέρετε, νιώθετε καλύτερα».
Ξεκινούν πάλι οι συγκεντρώσεις μιας ατέλειωτης προεκλογικής εκστρατείας, (έλεος, όχι άλλο εκλογικό κάρβουνο), γεμάτης από αναλγησία και υποκρισία και στην οποία κανένα κόμμα δεν ντράπηκε ακόμα και το τρομερό γεγονός της εκατόμβης της Πύλου, να προσπαθήσει να το αξιοποιήσει προς ίδιον κυβερνητικό ή κομματικό όφελος. Μια προεκλογική εκστρατεία γεμάτη ψέματα, αφόρητη υποκρισία, ανέξοδες υποσχέσεις και δήθεν ενδιαφέρον για τη νέα γενιά και τα παιδιά με τα μαύρα ρούχα και τις πολύχρωμες ιδέες.
Μια προεκλογική εκστρατεία κατά τη διάρκειά της οι μεν έχουν σκοπό να αυξήσουν κι άλλο το θεόρατο ποσοστό τους, οι δε να επιβιώσουν ως επικεφαλής μιας τοξικής, τεμπέλικης και αλλοπρόσαλλης αντιπολίτευσης. Μια προεκλογική εκστρατεία στην οποία και οι υπόλοιποι πατούν επί πτωμάτων, επί θρησκευτικών πεποιθήσεων ή επί ανθρωπιστικών ιδεωδών, αρκεί να αποκτήσουν το πολυπόθητο ποσοστό εισόδου τους στη νέα βουλή. Κουράγιο και καλό βόλι.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News