Στο ένθετο «Επιλογές» αναδεικνύεται η σχέση της Αχαΐας με την Ιατρική από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τα νεότερα χρόνια. Διαπιστώνουμε ότι η σχέση αυτή ήταν πολύ ισχυρή.

Εστιάζουμε στην ανάγκη της συστηματικής καταγραφής και μελέτης των ιστορικών στοιχείων που επιβεβαιώνουν ότι η Ιατρική δεν ήταν μόνο οι υποδομές, αλλά προπαντός οι άνθρωποι και τα φτωχά μέσα που είχαν στη διάθεσή τους για να απαλύνουν τον πόνο των ασθενών τους.

Κομμάτι της κληρονομιάς

Χάρη σε κάποιους συμπολίτες μας, οι οποίοι σε βάρος του προσωπικού χρόνου τους συγκεντρώνουν τα ιατροϊστορικά στοιχεία του τόπου μας, σώζονται κειμήλια και πληροφορίες που αποτελούν κομμάτι της κληρονομιάς μας. Αναδεικνύεται όμως η ανάγκη της οργανωμένης διάσωσης και φιλοξενίας όλων αυτών των τεκμηρίων σε ένα ενιαίο χώρο. Για αρκετά χρόνια το όραμα ήταν να δημιουργηθεί ένα Μουσείο Ιστορίας της Ιατρικής στην Πάτρα.

Κάποιοι φορείς το αγκάλιασαν (είτε από σεβασμό στους εμπνευστές της ιδέας, είτε -λιγότεροι- γιατί το πίστευαν).

Άλλοι έστρεψαν το κεφάλι τους αδιάφορα, όπως συμβαίνει συχνά σ’ αυτή την πόλη. Η Πάτρα διαθέτει αναξιοποίητους χώρους για να στεγαστεί ένα Μουσείο Ιατρικής. Διαθέτει ακάματο ανθρώπινο δυναμικό και τα κειμήλια-τεκμήρια για να στηρίξει την ίδρυσή του.

Κι αν αναρωτηθεί κανείς σε τι θα ήταν χρήσιμο ένα τέτοιο Μουσείο, μπορεί να βρει την απάντηση στο κεφάλαιο «εξειδικευμένος τουρισμός πόλης». Κάθε επαγγελματίας που γνωρίζει ότι ένα «ειδικού χαρακτήρα» Μουσείο του κλάδου του λειτουργεί σε μια πόλη, το πιθανότερο είναι ότι θα το εντάξει στο πρόγραμμά της επίσκεψής του. Το ειδικό κοινό επισκεπτών ενός τέτοιου Μουσείου Ιστορίας είναι γιατροί, νοσηλευτές, παραϊατρικό και βοηθητικό προσωπικό, διοικητικό, αλλά και φοιτητές των υγειονομικών σχολών από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό. Φυσικά, μπορεί να είναι επισκέψιμο από σχολεία. Κοντολογίς, υπάρχει η «μαγιά». Αυτό που χρειάζεται είναι η θέληση, το σχέδιο και η θετική σκέψη.

 

Το Μουσείο

Η Πάτρα έγινε γνωστή και πανελληνίως και διεθνώς από τις δραστηριότητές τους. Πολλά μικρότερα και μεγαλύτερα συνέδρια έλαβαν χώρα εδώ και ορισμένα αντικείμενα σώθηκαν. Ο υπογράφων είχε τη τιμή να αντιπροσωπεύσει τη χώρα σε πληθώρα διεθνών εκδηλώσεων από το Ουζμπεκιστάν μέχρι τις ΗΠΑ, ενώ πάμπολλα άρθρα ελληνικά και ξενόγλωσσα, όπως και βιβλία του ετυπώθηκαν. Η απογοήτευση οφείλεται στο γεγονός πως το κύριο όνειρό του, η στέγαση Μουσείου της Ιστορίας της Ιατρικής σε χώρο του παλαιού νοσοκομείου του «Αγίου Ανδρέου» στην Άνω Πόλη δεν πραγματοποιήθηκε.

Δεν μπορούμε να πιστέψουμε επί μακρόν πως οτιδήποτε αξίζει τον κόπο, αν δεν βρεθεί και κάποιο άλλο μάτι να λάμψει σε συνεννόηση με το δικό μας, κάποια σύντομη κουβέντα που θα ψιθυρισθεί πότε-πότε, και που θα υπαινιχθεί πως ό,τι είναι απροσμέτρητα πολύτιμο για εμάς είναι εξ ίσου πολύτιμο και για κάποιον άλλον.

Από τα Μυκηναϊκά χρόνια

Η αλυσίδα των υστερομυκηναϊκών οικισμών γύρω από την Πάτρα, προδίδει την άνθηση του πολιτισμού στην περιοχή από τους προϊστορικούς ακόμη χρόνους. Η ουδετερότητα που τήρησε η Πάτρα κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου την ανήγαγε σε καταφύγιο των ασθενών και των κατατρεγμένων των μεγάλων εμπολέμων πόλεων του Ελληνισμού. Ισως δε, αυτή ακριβώς η ουδετερότητα να απετέλεσε τη βασική προϋπόθεση για την ίδρυση του Ασκληπιείου στην πύλη του τείχους προς τη Μεσσάτιδα. Το Ασκληπιείο αυτό, ήκμασε κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου και θεμελίωσε την τοπική ιατρική παράδοση.

Υπάρχουν ισχυρές αποδείξεις ότι η Πάτρα απετέλεσε κατά τους κλασικούς και υστεροκλασικούς χρόνους ένα από τα σοβαρότερα ιατρικά κέντρα του ελληνισμού. Αλλά κι αν αυτό δεν συνέβαινε τότε είναι αδιαμφισβήτητο για τη ρωμαϊκή περίοδο, όπου η Πάτρα, civitas libera, είναι έδρα ανθυπάτου και πολιτιστικό κέντρο αξιόλογο της περιοχής.

Η αρχιτεκτονική, η κεραμική, η γλυπτική, η πολεοδομική τέχνη, τα γράμματα, το θέατρο, το εμπόριο γνώρισαν στην Πάτρα τη μεγαλύτερη ανάπτυξή τους κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους και η Ιατρική δεν μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Ο Ασκλάπων τον Ιο μ.Χ. αι. είναι γιατρός του Κικέρωνα και του φίλου του Τύρωνα κατά την παραμονή τους στην Πάτρα. Ακόμη, όπως αποδεικνύει ανασκαφείσα επιγραφή αφιερωμένη σε Ελληνα οφθαλμίατρο των Πατρών, στην Πάτρα των ρωμαϊκών χρόνων την τέχνη του Ασκληπιού εξασκούσαν όχι μόνο γενικοί αλλά και ειδικοί Ασκληπιάδες. Στον αντίποδα αυτών των μαρτυριών βρίσκεται η γνώμη του Πλίνιου, που θεωρεί τους γιατρούς των Πατρών εμπειρικούς και τα φάρμακά τους καταγέλαστα για να μας υπενθυμίσει πόσο υποκειμενικές είναι πάντα οι κρίσεις που οι ασθενείς εκφράζουν για τους γιατρούς τους.

Κατά τους βυζαντινούς χρόνους, τουλάχιστον από τον 1 Ιο μ.Χ. αι. υπάρχει Γηροκομείο, το οποίο αργότερα μετατράπηκε στην ομώνυμο Μονή που τη βρίσκουμε να αναφέρεται από τους Φράγκους σε έγγραφα του 1204.

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το γεγονός πως τόσο τα μοναστήρια όσο και τα γηροκομεία προσέφεραν οργανωμένες ιατρικές υπηρεσίες, 12 καθώς και τον πρωτεύοντα ρόλο ενός νοσοκομείου στον σχεδίασμά της υγειονομικής πολιτικής ενός τόπου, είναι λογικό να υποθέσουμε πως εκτός του Γηροκομείου θα λειτουργούσε και Νοσοκομείο στην Πάτρα την ίδια εποχή.

Το 1690 (Β’ Ενετοκρατία Πελοποννήσου), αναφέρεται η λειτουργία Νοσοκομείου στην Πάτρα, το οποίο επανδρώνουν Καρμηλίτες μοναχοί (κατά την παράδοση του καθολικισμού) και το οποίο μάλιστα κρίνεται απαραίτητο εξαιτίας της ενδημούσης ελονοσίας.

Στα 1700 γίνεται αναφορά στην ίδρυση «νέου Νοσοκομείου» προς αντικατάσταση του ήδη υπάρχοντος και ανεπαρκούντος θεραπευτηρίου.

Αναφέρονται, επίσης, ονόματα ιατρών και υγειονομικών όπως είναι οι Ρ. Venetando και Ν. Mudiano που εργάζονται εκείνη την περίοδο στην Πάτρα. Παράλληλα με το «Γενικό» αυτό Νοσοκομείο, λειτουργεί και Λοιμοκαθαρτήριο (Lazaretto) καθώς και Βρεφοκομείο (Hopitale dei Bastardelli).

Ας σημειωθεί, πως εκείνη την εποχή και ως την επανάσταση, είτε εξαιτίας του λιμανιού είτε εξαιτίας των ελών που πλημμύριζαν την κάτω πόλη (ιδιαίτερα κάτω από την περιοχή που σήμερα βρίσκονται τα Υψηλά Αλώνια), η Πάτρα ήταν μια εξαιρετικά ανθυγιεινή περιοχή με άμεση και οξεία την ανάγκη ενός ικανού νοσηλευτικού ιδρύματος.

 

Το Καραμανδάνειο Νοσοκομείο Παίδων

Το Καραμανδάνειο Νοσοκομείο Παίδων είναι το τρίτο Παιδιατρικό Νοσοκομείο της χώρας μετά τα Παίδων στην Αθήνα, και βρίσκεται στην πόλη της Πάτρας. Πληθυσμιακά καλύπτει την περιοχή της 6ης Υγειονομικής Περιφέρειας, δηλαδή όλη την Πελοπόννησο, την Ηπειρο, τη Δυτ. Στερεά και τα Ιόνια Νησιά.

Το Καραμανδάνειο Νοσοκομείο είναι κληροδότημα μετά από δωρεά του Ιωάννη Καραμανδάνη το 1936. Ο δωροθέτης, πλούσιος σταφιδέμπορος της Πάτρας, ο οποίος και ορίζει τον ΔΣ του νοσοκομείου στη διαθήκη του, προχώρησε στη δωρεά αυτή λόγω του ότι ο μοναχογιός του Μπέμπης Καραμανδάνης είχε πεθάνει από φυματιώδη μηνιγγίτιδα νοσηλευόμενος στο τότε Δημοτικό Νοσοκομείο της πόλης. Ο πατέρας του λοιπόν θεώρησε ότι η φροντίδα που είχε ο γιος του δεν ήταν η πρέπουσα και θα έπρεπε να δημιουργηθεί ένα Παιδιατρικό Νοσοκομείο και γι’ αυτό προχώρησε στη δωρεά όλης του της περιουσίας.

Το νοσοκομείο λειτούργησε από τα μέσα της δεκαετίας του 1940 σαν ΝΠΙΔ και εντάχθηκε στα ΝΠΔΔ το 1954 με Βασιλικό Διάταγμα, έχοντας αρχικά 220 κλίνες στον Οργανισμό του, χωρίς όμως να τις αναπτύξει ποτέ. Το 1977 ενσωματώθηκε σε αυτό και το Πρεβεντόριο Ιδρυμα της Πάτρας και έτσι μεταφέρθηκε στην τοποθεσία που στεγάζεται σήμερα, που είναι στις παρυφές της πόλης της Πάτρας μέσα σε δάσος από πεύκα, ενώ το παλιό κτίριο αναπαλαιώθηκε και στεγάσθηκε εκεί το Ιατρο-παιδαγωγικό Κέντρο. Το παλιό κτίριο είναι δίπλα στο Κάστρο της Πάτρας και απέναντι από το παλιό Δημοτικό Νοσοκομείο έχοντας έκταση 1.500 περίπου τετραγωνικά. Το Καραμανδάνειο εισήχθη στο ΕΣΥ το 1983.

 

Σπουδαίοι γιατροί

Σε κάποια στιγμή μέσα στον 20ό αιώνα, η τάση για απόλυτη εξειδίκευση με όλα τα θετικά που την χαρακτηρίζουν, είχε και ένα αρνητικό, υποβαθμίστηκε, δηλαδή, η σημασία του γενικού ιατρού ή οικογενειακού ιατρού -όπως ήταν περισσότερο γνωστός- και χρειάστηκε στις ημέρες μας, κατά κάποιο τρόπο, να ανακαλυφθεί ξανά ο τροχός»

Έχοντας ως έδρα του το Αγροτικό Ιατρείο Κλεπο-ρίας, εκτός των εκτάκτων περιστατικών επισκεπτόταν ανελλιπώς 2 φορές τον μήνα τις 17 κοινότητες της επαρχίας, μετακινούμενος με το μοναδικό μέσο της εποχής, τα ζώα. Ο μαιευτήρας- γυναικολόγος Γεώργιος Π. Ανδριανόπουλος ήταν ένας από τους γιατρούς των αρχών του προηγούμενου αιώνα που έσωσε, με τα λιγοστά μέσα αλλά τη γενική ιατρική γνώση που διέθετε, εκατοντάδες ανθρώπους.

Είναι ένας από τους γιατρούς του παρελθόντος που είχαν αναπτύξει πλούσια κοινωνική και πολιτιστική δράση και συναντάμε στις σελίδες της επιμελημένης έκδοσης του προέδρου της Πανελλήνιας Ενωσης Γενικών – Οικογενειακών Γιατρών Νικολάου Ραζή, του Λάζαρου Βλαδίμηρου (γυναικολόγου) και του Ανδρέα Ριζόπουλου (δημοσιογράφου).

Στόχος της έκδοσης αυτής, όπως επισημαίνουν οι συγγραφείς, είναι η ανάδειξη του πολύπλευρου έργου των γενικών ιατρών του παρελθόντος. «Σε κάποια στιγμή μέσα στον 20ό αιώνα, η τάση για απόλυτη εξειδίκευση με όλα τα θετικά που την χαρακτηρίζουν, είχε και ένα αρνητικό, υποβαθμίστηκε, δηλαδή, η σημασία του γενικού ιατρού ή οικογενειακού ιατρού -όπως ήταν περισσότερο γνωστός- και χρειάστηκε στις ημέρες μας, κατά κάποιο τρόπο, να ανακαλυφθεί ξανά ο τροχός».

Σανατόριο

Οι έντονες διαμάχες που επικράτησαν στην πατρινή κοινωνία περί της τοποθεσίας ίδρυσης του Σανατορίου, έδωσαν την ιδέα στον πατρινό βιομήχανο και μεγαλέμπορο Βασίλειο Μαραγκόπουλο, να αναλάβει στις 13 Μαΐου 1936 την πρωτοβουλία σύσκεψης όλων των οργανώσεων της Πάτρας. Η ενέργεια και οι προτάσεις του βρήκαν ανταπόκριση, τόσο μεταξύ των τοπικών φορέων, όσο και από το υπουργείο Υγιεινής κι έτσι το Μάρτιο του 1937, στη θέση «Ζάστοβα» στις πλαγιές του Παναχαϊκού όρους πλησίον του χωριού Ελεκί-στρα, άρχισε η ανέγερση κτιρίου-νοσοκομείου. Επιπλέον, κατασκευάσθηκε και δρόμος μήκους 15 χλμ.

Με δαπάνες του ιδίου ανεγέρθηκε στη συνοικία του Προφήτη Ηλία το Μαραγκοπούλειο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Πατρών, το οποίο ήταν γνωστό με την ονομασία «409 Στρατιωτικό Νοσοκομείο» και που σήμερα υπάγεται στο ΕΣΥ και αποτελεί παράρτημα του Νοσοκομείου του Αγίου Ανδρέα Πατρών. Το κτίριο στη Ζάστοβα, παρ’ όλο που αποτελούσε για την εποχή του πρωτοποριακό κτίσμα, αφού ο φέρων οργανισμός του ήταν από οπλισμένο σκυρόδεμα, οι δε τοίχοι πλήρωσης από λίθους, δυστυχώς δεν λειτούργησε ποτέ, αφού το 1940 σταμάτησε η αποπεράτωσή του εξαιτίας του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.

 

  • Από τις “Επιλογές” της “Π” στις 14 Μαρτίου 2015