«Η Πάτρα είναι η πατρίδα της καρδιάς μου»: Στην «Π» η συγγραφέας Ελένη Τσαμαδού

Γράφοντας το βιβλίο μου περπατούσα με την ηρωίδα μου στα ίδια μέρη, είδαμε τη ζητιάνα, ήπιαμε καφέ στα Ψηλαλώνια και ακούγαμε την Παντάνασσα να χτυπά τις ώρες.

Τσαμαδού

Βρέθηκε στην Πάτρα, πόλη των παιδικών της χρόνων, την περασμένη Τετάρτη για την παρουσίαση του νέου της βιβλίου «Στη σκιά της ζωής τους» (εκδ. Ψυχογιός). Οπου, μέσα από το φευγιό μιας γυναίκας από τις ΗΠΑ στην Ελλάδα για να φωτίσει σκοτεινές «γωνιές» της ύπαρξής της, ξετυλίγει, κινηματογραφικά, μια δυνατή ιστορία που δύσκολα αφήνεις από τα χέρια σου, ρουφώντας κυριολεκτικά τη συναρπαστική αφήγηση. Η Ελένη Τσαμαδού ξεναγεί την «Π» στο μυθιστόρημά της, όπου ζωντανεύει «η πατρίδα της καρδιάς της».

-Ποια έμπνευση, ιδέα, ανάγκη σας γέννησε το νέο σας βιβλίο;

Βιώματα και αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία στην Πάτρα, ξύπνησαν με αφορμή ένα όνειρο. Μια γυναίκα, χωρίς φανερό λόγο, εγκαταλείπει ξαφνικά το σπίτι της. Σχεδόν ταυτόχρονα θυμήθηκα και όσα είχα ακούσει κάποτε από τον καθηγητή Γιώργο Χριστοδούλου, για την κατάσταση που επικρατούσε σε ένα Δημόσιο Ψυχιατρείο. Ετσι, με αφορμή αυτά τα ερεθίσματα προέκυψε τελικά το νέο βιβλίο μου.

-Πολυπρόσωπο το μυθιστόρημά σας, πλαισιώνεται με πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία της ιστορίας, της μυθολογίας, της πολιτικής, της μουσικής, του κινηματογράφου, της ποίησης. Ποιες οι μεγαλύτερες προκλήσεις κατά τη συγγραφή του –τι σας δυσκόλεψε, τι χαρήκατε;

Αυτό ομολογώ που με δυσκόλεψε και με πόνεσε πολύ, ήταν όταν έγραφα για τις παράνομες υιοθεσίες παιδιών. Να γράψω για παιδιά που χωρίς να ερωτηθούν στερήθηκαν τους γονείς και τις οικογένειές τους; Για μητέρες που έδωσαν ή εξαναγκάστηκαν να δώσουν τα παιδιά τους, ή ακόμα χειρότερα που τους τα πήραν χωρίς να το γνωρίζουν; Πώς μπορεί ποτέ να κλείσει η πληγή και να μαλακώσει ο πόνος της αδειανής αγκαλιάς; Τι απαντήσεις να δοθούν στο τεράστιο «γιατί»;

-Ξεκινάτε με την «εξαφάνιση» της κεντρικής σας ηρωίδας Λούση, μια ωραία πρωία έτσι ξαφνικά, για να ξετυλίξετε από κει και πέρα μια πλοκή που θίγει από ζητήματα κοινωνικά, οικογενειακές – συζυγικές σχέσεις, φτάνοντας –και δη με μπόλικο σασπένς- έως το απάνθρωπο ζήτημα του εμπορίου βρεφών στην Ελλάδα την περίοδο 1947-1955. Θα μας πείτε;

Μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο που επακολούθησε, υπήρχε στην Ελλάδα ένας μεγάλος αριθμός ορφανών παιδιών. Την ίδια εποχή παρατηρήθηκε στην Αμερική, κυρίως μεταξύ των ομογενών, μεγάλη ζήτηση για υιοθεσία ορφανών ελληνόπουλων. Οι προθέσεις ήταν καλές, να δώσουν στα ορφανά καλύτερη ζωή. Σε πολλές περιπτώσεις οι προσδοκίες πραγματοποιήθηκαν, σε άλλες όχι.

Παράλληλα όμως με τις νόμιμες υιοθεσίες έγιναν και υιοθεσίες με παράνομο τρόπο. Στην πραγματικότητα επρόκειτο εμπόριο βρεφών. Κανείς δεν εξέταζε αν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για να ευτυχήσουν τα υιοθετούμενα. Το γεγονός αποκαλύφθηκε στην Αμερική τη δεκαετία του 1950 προκαλώντας σκάνδαλο, λόγω και της ανάμιξης και υψηλά ιστάμενων προσώπων της ομογένειας. Στην Ελλάδα ο απόηχος του σκανδάλου έφτασε αργά και η μέχρι πρότινος ισχύουσα νομοθεσία δεν βοηθούσε όσους αναζητούσαν να μάθουν την τύχη της φυσικής τους οικογένειας. Σήμερα η νομοθεσία άλλαξε και έτσι μαθαίνουμε ιστορίες παιδιών που αναζήτησαν και βρήκαν μέλη των οικογενειών τους.

-Η συζυγική ζωή της Λούση ήταν μονότονη, άχρωμη, χωρίς αγάπη και στοργή με σποραδικές βιαιοπραγίες εκ μέρους του άντρα της. Κακό παράδειγμα για τα παιδιά της. Διαχρονική η βία κατά των γυναικών, σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της γης. Η άποψή σας για τη συντήρηση τέτοιων αποτρόπαιων καταστάσεων από τις ίδιες τις γυναίκες;

Δυστυχώς, η «ενδοοικογενειακή» βία είναι κοινωνικό φαινόμενο που έρχεται από πολύ μακριά. Η θέση της γυναίκας στην ελληνική οικογένεια και στην κοινωνία αντικατοπτρίζεται και στα δημοτικά μας τραγούδια. Ο «Μενούσης» σκοτώνει τη γυναίκα του γιατί έπλυνε το μαντίλι ενός ξένου… Μέχρι πριν λίγα χρόνια, μαθαίναμε πως υπήρχαν τα λεγόμενα «εγκλήματα τιμής» που τιμωρούνταν με ελαφρότερη ποινή. Και δεν είναι μόνον οι δολοφονίες, υπάρχει και η χρήση βίας, σωματικής ή και ψυχολογικής, που ακόμη και σήμερα, βλέπουμε να ασκείται εις βάρος των γυναικών, όχι μόνον στην Ελλάδα. Δυστυχώς υπάρχει, ελπίζω όχι σε μεγάλο ποσοστό, και το φαινόμενο γυναικών, ανεξάρτητα από το μορφωτικό ή κοινωνικό τους επίπεδο, που ανέχονται τη βία εις βάρος τους για διάφορους λόγους. Φοβούνται τον δυνάστη τους. Φοβούνται να την ομολογήσουν. Φοβούνται την κοινωνική κριτική, να κατηγορηθούν ότι φταίνε και οι ίδιες, κάποιες ίσως το πιστεύουν. Σε άλλες περιπτώσεις δεν είναι οικονομικά ανεξάρτητες, είτε ακόμη ελπίζουν, πέρα από κάθε λογική, πως δεν θα επαναληφθεί το φαινόμενο.

-Τον έρωτα, όπως τουλάχιστον τον βιώνουν οι ηρωίδες σας, τον παρουσιάζετε αν όχι ακάνθινο, μάλλον πηγή προβλημάτων. Γιατί;

Ο έρωτας είναι χαρά, είναι ευτυχία, αλλά μπορεί να είναι και δυνάστης και τύραννος, ιδίως όταν τα αισθήματα δεν είναι αμοιβαία ή όταν ο ένας δεν θέλει να παραδεχθεί ότι δεν υπάρχει αμοιβαιότητα ή θέλει να κυριαρχήσει στον άλλον.

-Η κεντρική ιστορία σας τοποθετείται στην Πάτρα, όπου ζήσατε μικρή -στο εξώφυλλο μάλιστα απεικονίζονται οι σκάλες της Πατρέως. Πώς βιώσατε, την επιστροφή στα γνώριμα μονοπάτια σας, ενόσω γράφατε.

Στην Πάτρα έζησα τα ευτυχισμένα παιδικά μου χρόνια. Ο πατέρας μου υπηρετούσε εδώ ως πρωτοδίκης. Για μένα η Πάτρα είναι η «Πατρίδα της καρδιάς μου». Εδώ γυρίζω στα όνειρά μου, ποτέ δεν έφυγα στ’ αλήθεια. Το σπίτι που μέναμε στην πλατεία Αγίου Γεωργίου, πάνω στις σκάλες της οδού Πατρέως, δεν υπάρχει, κάτω από αυτό ανακαλύφθηκε το Ρωμαϊκό Στάδιο. Τυχαίο; Γράφοντας το βιβλίο μου περπατούσα με την ηρωίδα μου στα ίδια μέρη, είδαμε τη ζητιάνα, ήπιαμε καφέ στα Ψηλαλώνια και ακούγαμε την Παντάνασσα να χτυπά τις ώρες.

-Επισκεφθήκατε την Πάτρα για την παρουσίαση του βιβλίου σας, την περασμένη Τετάρτη. Πώς την είδατε; –με τα συν και τα πλην.

Η Πάτρα δεν μπορεί να είναι η ίδια όπως αυτή που γνώρισα, ούτε εγώ είμαι το ίδιο πρόσωπο. Πολλές οι αλλαγές που έφερε ο χρόνος και οι ανθρώπινες επεμβάσεις. Μπορεί τα Ψηλαλώνια και η Πλατεία Γεωργίου να άλλαξαν μορφή, φοβούμαι όχι προς το καλύτερο, και η απουσία του Μόλου με τον Φάρο να είναι αισθητή, δεν έχω όμως μόνον αρνητικές εντυπώσεις. Είδα με ευχαρίστηση να αναδεικνύεται το ιστορικό υπόβαθρο της πόλης, την αναβίωση του Ρωμαϊκού Ωδείου, όχι μόνον ως αρχαιολογικού χώρου, αλλά και ως πολιτισμικού πυλώνα, την αποκάλυψη του Ρωμαϊκού Σταδίου, το Νέο Μουσείο, με τα υπέροχα ψηφιδωτά και ευρήματα… Είδα τη ζωντάνια της πόλης και με χαρά διαπίστωσα πως η πνευματικότητα των ανθρώπων της είναι πάντα παρούσα. Είδα πολλά βιβλιοπωλεία, έμαθα πως υπάρχουν λέσχες ανάγνωσης και θεατρικές ομάδες, πως δίνονται παραστάσεις με πατρινούς και άλλους θιάσους. Αλλά και χάρηκα που το Καρναβάλι ξαναζωντάνεψε. Γενικά βρήκα μια πόλη διαφορετική, αλλά ζωντανή και ενδιαφέρουσα και χάρηκα που ξαναγύρισα.

-Εχετε δέκα βιβλία στο ενεργητικό σας. Πώς λειτουργεί η γραφή για εσάς;

Η γραφή είναι ανάγκη, είναι λύτρωση, αλλά και αγωνία και αβεβαιότητα να δώσω και σε άλλους αυτό που εμένα συγκίνησε.