Ιωσήφ και Μαρία

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Είναι ένας νεαρός πατέρας, μια νεαρή μητέρα, δύο παιδιά έξι και πέντε ετών προχωρούν χεράκι χεράκι μπροστά τους και δεν τελειώσαμε: Η μητέρα κρατά ένα παιδάκι τριών ετών και ο πατέρας ένα άλλο, γύρω στα δύο. Δεν το κρατά ακριβώς, το σέρνει. Το δίχρονο παιδάκι ωρύεται, κάτι του συμβαίνει που δεν θέλει, κάτι διεκδικεί που δεν του το δίνουν. Και το τρίχρονο της μαμάς γκρινιάζει, γκρινιάζει, γκρινιάζει. Τα δύο μπροστινά παιδάκια, παριστάνουν τα υποδείγματα. Πορεύονται με σιωπηρό, αλληλέγγυο συγχρονισμό. Είμαστε οι καλοί, και οι γονείς πρέπει να μας αγαπούν περισσότερο από τους κακούς που κάνουν φασαρία. Οι κοφτές ματιές που ρίχνουν, δηλώνουν πως αν μπορούσαν να σκότωναν τα αδέλφια τους, θα το έκαναν, όπως και τα δύο μικρά που σκούζουν, αν μπορούσαν να χειριστούν μυδραλλιοβόλο, θα είχαν εξοντώσει τη φαμίλια και τη γειτονιά. Λεπτομέρεια: Οι
γονείς πηγαίνουν τα παιδιά να διασκεδάσουν στην εορταστική πανδαισία που στήθηκε στην Ηρώων Πολυτεχνείου για μικρούς και μεγάλους.

Οι γονείς είναι οι Ηρωες της Πολυτεχνείου. Αν υπήρχε πανελλήνιο βραβείο Υπομονής και Εγκαρτέρησης, Αυταπάρνησης και Αυτοπειθαρχίας, θα έπρεπε να έχει χαραγμένο επάνω τη μορφή τους, όπως τα όσκαρ έχουν τον Κύριο Οσκαρ. Ασφαλώς, επίσης, δικαιούνται βραβείο από τον ελληνικό οργανισμό Ενθάρρυνσης της Τεκνοποιίας, αν υπήρχε, αλλά το βραβείο θα δινόταν στα μουλωχτά, γιατί το μοντέλο είναι αδύνατο να παρακινήσει τους άτεκνους: Δεν κάνεις παιδιά; Δεν ξέρεις τι χάνεις. Πάρε και κοίτα δύο νέους γονείς που τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια της ζωής τους θα είναι μια άνιση μάχη με σκουσμάρια, υστερίες, απαιτήσεις, γριπούλες, διαβάσματα, έξοδα, φροντιστήρια, ξενύχτια και εμφύλιους καυγάδες των παιδιών που κάθε δεύτερη μέρα θα κάνουν αγώνες κεφαλοκλειδώματος και κίκινγκ μποξ, ανοίγοντας μύτες, σπάζοντας δόντια και τζάμια, ουρλιάζοντας, κλαίγοντας, τα γνωστά. Αν ρωτούσατε βέβαια τους ίδιους, η απάντησή τους
θα ήταν ένα σεμινάριο στωικότητας: Όλα τα μειονεκτήματα και οι ανωμαλίες λιώνουν όταν τα θερμαίνει η φλόγα της οικογενειακής ευτυχίας, των μικρών ή μεγάλων ήρεμων και χαρούμενων στιγμών. Να, ο Γιωργάκης έφτιαξε μια ζωγραφιά. Θανασάκη, μην καις τη ζωγραφιά του αδελφού σου. Νικολάκη, άσε τον λαιμό του Θανασάκη, πρέπει να αναπνέει μια φορά στο τόσο.

Το αιώνιο αστείο με την επίκληση του Ηρώδη: Καθόλου μην αποκλείετε να
επινοήθηκε ο μύθος ακριβώς για τον ίδιο λόγο για τον οποίο επικαλούνται οι σύγχρονοι τον Ηρώδη σαν δυνητικό ευεργέτη. Ο τρέχων νεοαστικός πολιτισμός, με τα εγωκεντρικά χαρακτηριστικά του, διέπεται από μια υπερβάλλουσα, σχεδόν κακεντρεχή και σκληρή δυσανεξία απέναντι στο παιδί του τρίτου όταν εκδηλώνει την παιδικότητά του με τα γνωστά αρνητικά όπλα της φωνασκίας, του επιτηδευμένου κλάματος, της διαρκούς προσπάθειας για απόσπαση προσοχής. «Ρε συ» ρωτάει ο μεσόκοπος τον φίλο του «κάναμε κι εμείς έτσι, όταν είμαστε παιδιά;». Μπα, αδύνατο, απαντάει ο φίλος χωρίς περίσκεψη.

Ούτε θυμάται κάτι αντίθετο, ούτε συμφέρει να το θυμάται. Βλέπεις ένα νήπιο και
διερωτάσαι: Είναι αγωγός του άγχους και της ανασφάλειας των δικών του; Είναι θύμα του πριζώματος που παρατηρείται στο σημερινό ελληνικό μοντέλο ζωής; Είναι το αποτέλεσμα μιας ανατροφής που καλλιεργεί στο παιδί την ιδέα πως δικαιούται να βρίσκεται στο επίκεντρο της οικογένειας και του σύμπαντος; Ή μήπως είναι μια απόδειξη ότι ο άνθρωπος είναι ένα σατανικό, εγωιστικό, κατακτητικό μηχάνημα που αγωνίζεται για τις ανάγκες και τα συμφέροντά του με κάθε πρόσφορο μέσο που θα βρει, για να έρθει ο πολιτισμός της παιδείας και της κοινωνικής αγωγής να του ψαλιδίσει, στο μέτρο του δυνατού, το χάρτινο σπαθί του;

Η απάντηση είναι δύσκολη. Σκέφτεσαι τον Ιωσήφ και τη Μαρία, ένα παιδάκι,
μάγοι να έρχονται, άστρα να λάμπουν, άγγελοι να χορεύουν, ζώα να το θερμαίνουν με ανάσες στοργής. Μεγαλώνοντας, πρέπει να είναι πολύ ευλογημένο για να μην το πάρει στραβά και να μην αναζητά σε όλη του τη ζωή, μάγους, δώρα, άστρα, αγγελούδια, αλλά να πάει να σταυρωθεί για να λύσει τις αμαρτίες των αλλονών. Η παρέα που λέγαμε, Ιωσήφ, Μαρία και τέσσερα παιδιά, δύο εσταυρωμένους έχει, τον πατέρα και τη μητέρα. Τα παιδιά τους μπήγουν τα καρφιά και θα συνεχίσουν να το κάνουν μέχρι να τριανταρίσουν, αλλά οι γονείς θα έχουν συνηθίσει τα καρφιά, δεν θα τους πειράζει, θέλεις ένα ακόμα κομμάτι μουσακά, θα λένε; Είσαι πολύ αδυνατισμένος. Στα τριάντα σου καλό είναι να έχεις λίγη κοιλίτσα.