Ριζικές αλλαγές στο ΕΣΥ: Με βάση τις ανάγκες των νοσοκομείων οι ιατρικές ειδικότητες

Αλλάζουν οι προτεραιότητες για το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Παράλληλα, δρομολογούνται σημαντικά έργα ανακαινίσεων στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) του ΕΣΥ, που σε συνδυασμό με την πιστοποίηση των γιατρών τους θα εκσυγχρονίσουν το κομβικό αυτό πεδίο της νοσοκομειακής περίθαλψης.

ΕΣΥ

Ριζικές αλλαγές στην ιατρική εκπαίδευση και στην απόκτηση ειδικότητας φέρνει νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας που θα τεθεί σε διαβούλευση τις επόμενες ημέρες. Παράλληλα, δρομολογούνται σημαντικά έργα ανακαινίσεων στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) του ΕΣΥ, που σε συνδυασμό με την πιστοποίηση των γιατρών τους θα εκσυγχρονίσουν το κομβικό αυτό πεδίο της νοσοκομειακής περίθαλψης.

Η απόκτηση της ειδικότητας συνδέεται πλέον και στην Ελλάδα, όπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με τις πραγματικές ανάγκες των νοσοκομείων σε ιατρικό δυναμικό και βάσει αυτής της διασύνδεσης θα γίνεται πλέον η προκήρυξη των θέσεων των ειδικευόμενων γιατρών στις κλινικές του ΕΣΥ. Στόχος της σημαντικής νομοθετικής παρέμβασης που υπογράφει η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα είναι να διακοπεί η… άναρχη παραγωγή ειδικευμένων γιατρών που εδώ και χρόνια οδηγεί τους νέους αποφοίτους της Ιατρικής σε λίστες αναμονής, ανεργία και φυγή στο εξωτερικό.

Και στον αντίποδα, να δημιουργηθεί ένα «φυτώριο» με τους γιατρούς που χρειάζεται το σύστημα υγείας για να καλύπτονται οι ανάγκες των ασθενών και να αξιοποιηθεί στο έπακρον το υψηλό επιστημονικό δυναμικό της χώρας μας για τις δικές της ανάγκες. Η διαδικασία θα είναι ηλεκτρονική όπως επιβάλλει η εποχή μας και η ανάγκη για διαφάνεια, ενώ στον πυρήνα της βρίσκεται η αξιολόγηση και η επιβράβευση: οι υποψήφιοι με τα περισσότερα τυπικά προσόντα θα προηγούνται στην επιλογή θέσης ιατρικής ειδικότητας. Η ιατρική εκπαίδευση θα γίνεται στο νοσοκομειακό περιβάλλον, όπως αυτό διαμορφώνεται με τον νέο Χάρτη Υγείας και θα περιλαμβάνει στην ολοκλήρωσή του συμπλέγματα (clusters) νοσοκομείων. Δηλαδή ο ειδικευόμενος γιατρός θα εκπαιδεύεται στις συναφείς με την ειδικότητά του κλινικές των μικρών και μεγάλων νοσοκομείων που διασυνδέονται σε κάθε ομάδα.

Τι ισχύει σήμερα

Στα νοσοκομεία του ΕΣΥ υπηρετούν περίπου 6.000 ειδικευόμενοι. Οι θέσεις καθορίζονται μέσω του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕΣΥ) με βάση τις δυνατότητες κάθε νοσοκομείου για εκπαίδευση. Οι απόφοιτοι Ιατρικής μπορούν να υποβάλουν αίτηση για οποιαδήποτε διαθέσιμη ειδικότητα και σε όποιο νοσοκομείο επιθυμούν. Ωστόσο, η πραγματικότητα καταγράφει στρεβλώσεις: για κάποιες κλινικές η αναμονή για θέση ειδικότητας είναι πολυετής και για άλλες δεν υποβάλλεται καμία αίτηση, οπότε οι θέσεις είναι κενές.

Αποτελεί κοινή διαπίστωση όλων όσοι βρίσκονται στον χώρο της υγείας ότι η ιατρική εκπαίδευση που οδηγεί στην απόκτηση της ειδικότητας χρειάζεται εκσυγχρονισμό. Η πανδημία του κορωνοϊού ανέδειξε τα προβλήματα στο πεδίο της ιατρικής εκπαίδευσης. Στις ΜΕΘ αναζητούνταν -κι ακόμη αναζητούνται- βασικές ειδικότητες όπως αναισθησιολόγοι. Ομοίως πνευμονολόγοι σε πολλές κλινικές. Είναι ενδεικτικό ότι από τις 114 θέσεις ειδικευομένων Πνευμονολογίας στο νοσοκομείο «Σωτηρία» υπηρετούν λιγότεροι από 30 ειδικευόμενοι.

Ελλείψεις καταγράφονται σε εργαστηριακούς γιατρούς όλων των ειδικοτήτων, όπως σε ακτινολόγους, βιοπαθολόγους, παθολογοανατόμους, κυτταρολόγους, ενώ τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας δείχνουν ότι διαφαίνεται έλλειψη και σε ειδικευόμενους παθολόγους στο ΕΣΥ. «Στην Ελλάδα δεν υπάρχει κεντρικός σχεδιασμός για το πόσες θέσεις ειδικευμένων γιατρών χρειαζόμαστε κάθε χρόνο, ούτε προτυποποιημένος τρόπος εισαγωγής στις θέσεις ειδικοτήτων. Στις άλλες χώρες ανοίγουν συγκεκριμένες θέσεις για συγκεκριμένες ειδικότητες ετησίως, με σύστημα επιλογής, όπως ισχύει και στις εισαγωγικές εξετάσεις. Είναι αναγκαίος ο προγραμματισμός. Οπως προγραμματίζουμε τον αριθμό των φοιτητών που θα εισαχθούν στα πανεπιστήμια, έτσι θα πρέπει να προγραμματίζουμε και τον αριθμό των ειδικευόμενων γιατρών στα νοσοκομεία. Πρέπει να διαθέτουμε όλες τις ιατρικές ειδικότητες για να είναι ασφαλείς οι πολίτες και να λειτουργούν σωστά τα νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας», λέει στο «ΘΕΜΑ» η κυρία Γκάγκα.

Σχεδιασμός σε ορίζοντα 10ετίας

Στο νομοσχέδιο προβλέπεται ότι κάθε χρόνο θα καθορίζονται συγκεκριμένες θέσεις που θα «ανοίγουν» για κάθε ιατρική ειδικότητα. «Με αυτόν τον τρόπο θα γίνεται καταγραφή των αναγκών αλλά και μια πρόβλεψη για τις ανάγκες της επόμενης 10ετίας, για παράδειγμα. Οταν κάνει κάποιος μακροχρόνιες σπουδές όπως οι γιατροί, δηλαδή 6 έτη προπτυχιακά και άλλα 5 ή και περισσότερα έτη για την ειδικότητα, θα πρέπει να απορροφηθεί από την αγορά εργασίας, αλλά και να έχει καλές συνθήκες εργασίας. Αυτό ως κράτος πρέπει να το προγραμματίσουμε και να το εξασφαλίσουμε», εξηγεί η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας. Παράλληλα, προβλέπεται επαγγελματικός προσανατολισμός στους φοιτητές της Ιατρικής ώστε να γνωρίζουν ποιες ειδικότητες μπορούν να υπηρετήσουν και ποιες θα εξυπηρετήσουν το σύστημα υγείας και τις ανάγκες του.

Η διαδικασία της συμμετοχής των υποψηφίων για τις διαθέσιμες θέσεις ειδικότητας θα οργανωθεί στο πρότυπο των πανελλαδικών εξετάσεων. «Μπορεί να θέλουμε όλοι να σπουδάσουμε στην Ιατρική Αθηνών, αλλά δεν γίνεται να εισαχθούμε όλοι. Μπορούν να σπουδάσουν εκεί μόνο 250 φοιτητές. Οσοι συγκεντρώσουν τα μόρια που χρειάζονται στις πανελλήνιες εξετάσεις. Αντίστοιχα, λοιπόν, θα υπάρξει διαδικασία εισαγωγής για τις θέσεις ειδικευομένων. Οσοι έχουν τα περισσότερα τυπικά προσόντα θα μπορούν κατά προτεραιότητα να επιλέξουν ειδικότητα», αναφέρει η κυρία Γκάγκα.

Οι κρίσιμες ελλείψεις των αναισθησιολόγων

Η ιατρική ειδικότητα των αναισθησιολόγων μετρά τις μεγαλύτερες ελλείψεις. Μόνο στα νοσοκομεία της Αττικής καταγράφονται 104 κενές θέσεις ειδικευόμενων αναισθησιολόγων. Οι εκπρόσωποι της επιστημονικής εταιρείας τους κάνουν λόγο για μια «αφανή ειδικότητα, αόρατη στους νέους αποφοίτους Ιατρικής», που επιπλέον δεν επιτρέπει τη δυνατότητα απασχόλησης εκτός νοσοκομείου όπως άλλες ιατρικές ειδικότητες. Το υπουργείο Υγείας έδρασε άμεσα – πέραν του μακροπρόθεσμου σχεδιασμού που ξεδιπλώνεται στο νομοσχέδιο για την ιατρική εκπαίδευση.

Εδωσε οικονομικά κίνητρα στους αναισθησιολόγους, ειδικευμένους και ειδικευόμενους, για την παραμονή τους στο σύστημα υγείας – 400 και 250 ευρώ μηνιαίως αντίστοιχα. Επιπλέον, με πρόσφατη απόφασή της η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας έδωσε τη δυνατότητα δεύτερης ειδικότητας στην Αναισθησιολογία σε ειδικευμένους γιατρούς που υπηρετούν στο ΕΣΥ χωρίς όμως να χάνουν την αμοιβή τους – η λήψη δεύτερης ειδικότητας δεν προβλέπει αποδοχές. Ετσι, ειδικευμένοι γιατροί του ΕΣΥ επέλεξαν να ειδικευτούν και στην Αναισθησιολογία διατηρώντας τη θέση τους και τις αποδοχές τους.

Αμεση φροντίδα

Τον Σεπτέμβριο ξεκινά το μεγάλο έργο της αναβάθμισης και ανακαίνισης των ΤΕΠ στα νοσοκομεία της χώρας, με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης. «Η ανακαίνιση των υποδομών θα συνδυαστεί με αλλαγή οργάνωσης στα ΤΕΠ. Στόχος είναι οι ασθενείς που προσέρχονται στα ΤΕΠ να λαμβάνουν άμεση φροντίδα παραμένοντας στα ΤΕΠ χωρίς να μετακινούνται από ιατρείο σε ιατρείο», εξηγεί η κυρία Γκάγκα. Προς την κατεύθυνση αυτή δρομολογείται η πιστοποίηση όλων των γιατρών που έχουν διοριστεί στα ΤΕΠ, στη διαχείριση όλων των Επειγόντων, από τη στήριξη τραυματία και τη διαχείριση ατόμου με αναφυλακτικό σοκ, μέχρι τον εμφραγματία και εκείνον που υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο.