Μάρω Λεονάρδου: «Χωρίς την έμπνευση δεν πας πολύ μπροστά»

Ως εσωτερικό μονόλογο, που έγραφε πέντε-έξι χρόνια χαρακτηρίζει το βιβλίο της η συγγραφέας

Λεονάρδου

Με οτιδήποτε ασχολείται, το αποτέλεσμα είναι επιτυχές. Μετά, λοπόν, το μεγάλο κεφάλαιο τηλεόραση, ένα άλλο -η συγγραφή- άνοιξε το 2008 κι έχει αποδώσει έως σήμερα επτά βιβλία. Η Μάρω Λεονάρδου μιλά στην «Π» για το νέο της μυθιστόρημα «Ο κύριος Μ.» (εκδ. Αρμός), το οποίο φωτίζει απ’ όλες τις πλευρές τον χώρο της τηλεόρασης -και όχι μόνο- διαθέτοντας καυστικό χιούμορ και πολλή αλήθεια. Εξ ου και απολαυστικό.

Πλέκετε την ιστορία σας γύρω από μια παλιά σας γνώριμη, την τηλεόραση, και δη αυτή της χρυσής δεκαετίας του ’90.  Ποιο το έναυσμα;
Δεν υπήρξε συγκεκριμένο έναυσμα… το βιβλίο ξεκίνησε σαν ένας εσωτερικός μονόλογος ενός ανθρώπου στα γεράματα, που αναπολεί, αναθεωρεί τη ζωή του. Εντάξει, δεν είμαι ακριβώς στην ηλικία του κυρίου Μ, ωστόσο θα μπορούσε να είναι και ο δικός μου εσωτερικός μονόλογος, κλείνοντας ένα κεφάλαιο ζωής που ήταν η τηλεόραση. Μάλιστα, το πρώτο κεφάλαιο είχε γραφτεί πριν αρκετά χρόνια και μετά είχε κολλήσει, δεν προχωρούσε. Μέχρι που ήρθε η ιστορία του έτερου ήρωα του βιβλίου, του συγγραφέα Δημήτρη Αγαπάκη, συνδυάστηκαν και προέκυψε βιβλίο.

Δεν αφήνετε απ’ έξω, άλλους δύο λαμπερούς χώρους. Τον πολιτικό και τον εκδοτικό -των διάσημων συγγραφέων. Ο συνδετικός τους κρίκος;
Η προσωπική μου εμπλοκή μαζί τους. Με την πολιτική δεν έχω ασχοληθεί, τους γνωρίζω όμως αρκετά καλά λόγω δημοσιογραφίας. Το είπατε όμως και μόνη σας, «άλλοι δύο λαμπεροί χώροι». Αυτό που συνδέει δημοσιογραφία, πολιτική και εκδόσεις είναι η λάμψη, η δημοσιότητα αλλά και η ματαιοδοξία των ανθρώπων που συμμετέχουν σε αυτούς, η διάθεσή τους να προβληθούν και να αναδεχθεί το έργο τους… Να ακουστεί το όνομά τους!

Ο κύριος Μ: Φτωχός, ορφανός, ασήμαντος, από δημοσιογράφος και παρουσιαστής γίνεται καναλάρχης. Μας ιντριγκάρετε με το αρχικό Μ.
Για ποιο λόγο… Μ είναι το αρχικό του ονόματός μου, Μάρω- Μαρία… Και ο πρωταγωνιστής, εκτός από το σκέλος του καναλάρχη και του φύλου του, θα μπορούσε να είμαι εγώ.

Τύχη, Εμπνευση, Χρήμα, Ματαιοδοξία, Γονίδιο ή άλλως Λούσυ, Εμπυ, Ασημάκης, Μάτη, Τζίτζης. Δώσατε χαριτωμένα ονόματα στα ξωτικά σας. Ο συνδυασμός τους είναι ευχής έργον για όποιον θέλει να ξεχωρίσει. Για εσάς, ποιο παίζει πρωτεύοντα ρόλο;
Η αγαπημένη μου είναι η Εμπυ, η έμπνευση, χωρίς αυτήν πιστεύω δεν πας πολύ μακριά. Σίγουρα παίζουν ρόλο και το γονίδιο, δηλαδή η κλίση, το ταλέντο, αλλά και η Λούσυ, δηλαδή η Τύχη. Δεν συμπαθώ τον Ασημάκη και την κυρία Μάτη, που ωστόσο είναι οι κινητήριες δυνάμεις της σημερινής εποχής.

Καυστικό, σαρκαστικό και ζουμερό το βιβλίο σας. Πώς περάσατε ενόσω το γράφατε;
Ποτέ δεν γράφω ένα βιβλίο με πρόγραμμα, ή ωράριο. Οταν κατεβαίνει η Εμπυ στο κεφάλι μου γράφω σκηνές ή κεφάλαια, αν και η αρχική ιδέα είναι ήδη σχηματισμένη στο κεφάλι μου με αρχή μέση και τέλος. Και όταν πιστεύω πως έχει τελειώσει, κάνω τη συρραφή και παίρνει την τελική μορφή. Το συγκεκριμένο βιβλίο γράφτηκε σε διάρκεια πέντε, μπορεί και έξι χρόνων με μεγάλα διαλείμματα, ενώ έγραψα π.χ. παράλληλα, μέσα σε έξι μήνες, το προηγούμενο, τον «Ερωτευμένο Φρόιντ».
Αρα, δεν μπορώ να απαντήσω στη συγκεκριμένη ερώτηση, καταρχάς δεν ήμουν ο ίδιος άνθρωπος όταν το ξεκίνησα και όταν το τελείωσα.

«Για να γίνει πολιτικός κάποιος σίγουρα δεν χρειάζεται έμπνευση» διαβάζουμε, ενώ ο συγγραφέας Αγαπάκης, στερούμενος έμπνευσης, στέφεται στην πολιτική παρότι «ήταν έντιμος» όπως, επίσης, διαβάζουμε. Η άποψή σας για τους πολιτικούς μας;
Δυστυχώς, σήμερα καταλήγουν να ασχοληθούν με την πολιτική όσοι έχουν κλείσει κύκλους στο αρχικό τους επάγγελμα, γιατροί, δικηγόροι, δημοσιογράφοι, πλέον και καλλιτέχνες που μένουν άνεργοι, ή δεν έχουν άλλο τρόπο να επιβιώσουν οικονομικά. Oχι όλοι, είναι όμως πολλοί. Οι υπόλοιποι είναι αυτοί που υπήρξαν γέννημα-θρέμμα πολιτικών οικογενειών. Δεν πιστεύω στην αληθινή τους διάθεση για προσφορά στο κοινό καλό. Ετσι κι αλλιώς, ούτε αυτό υπάρχει πλέον, από τη στιγμή που τα οικονομικά συμφέροντα που ελέγχουν την πολιτική είναι γιγαντοτεράστια. Οπότε, ακόμη και αν είσαι αγνός που θέλει να προσφέρει, αυτό είναι αδύνατον γιατί υπάρχει και η υπακοή στη γραμμή του κόμματος, κ.λπ., κ.λπ…

«Οι άνθρωποι έχουν χάσει  τον στόχο τους και άρα το νόημα της ζωής» λέει ο Τζίτζης, ενώ παρακάτω η Εμπυ εξηγεί γιατί «πάμε κατά διαόλου». Πάμε, λέτε;
Πάμε, ναι, από τη στιγμή που οι έννοιες έχουν χάσει το αληθινό νόημα, δεν υπάρχει πλέον κοινή λογική…. Απαντώ στις ερωτήσεις σας, σήμερα που έχει χαθεί ο 35χρονος Kρητικός, τον οποίο έσπρωξε το πλήρωμα πάνω στον καταπέλτη στον Πειραιά. Κι έχω ανατριχιάσει, επειδή όχι μόνο τον έσπρωξαν, αλλά δεν έκαναν τίποτα για να τον σώσουν, που μέχρι σήμερα θα ήταν το αυτονόητο. Τον έβλεπαν να πνίγεται μπροστά στα μάτια τους και το πλοίο συνέχισε κανονικά!!! Αν αυτό δεν είναι κατά διαόλου, τότε τι άλλο πρέπει να γίνει;

«Σόδομμα και Γόμορρα δεν ήταν πάντα τα κανάλια;» γράφετε. Εν έτει 2023, πώς βλέπετε την τηλεόραση;
Δεν βλέπω τηλεόραση από το 2011 που αποχώρησα.