Μια μικρή συμβολή στη συζήτηση για το κτίριο ΟΛΠΑ
Του Νίκου Μπακρώζη, αρχιτέκτονα

Είναι αλήθεια πως κι εμένα ευαισθητοποίησε η προσπάθεια της αγαπητής συναδέλφου, Μυρτώς Κιούρτη για την συστράτευση των πατρινών, σχετικά με την κατεδάφιση ή μη του ερειπωμένου πλέον κτιρίου του παραλιακού μας μετώπου. Ενός εμβληματικού κτιρίου της δεκαετίας του 1970 που απέμεινε να σηματοδοτεί την «μοντέρνα φάση» της αρχιτεκτονικής της πόλης στη σφαίρα των δημόσιων κτιρίων. Γιατί αν ψάξουμε για ιδιωτικά έργα, ο αριθμός των δειγμάτων είναι άπειρος και το αποτέλεσμα αποκαρδιωτικό.
Διατήρηση, ανάδειξη, επαναχρησιμοποίηση: λέξεις που συναντώνται εκτεταμένα όταν μιλάμε για ιστορικά κτίρια στην αρχιτεκτονική. Και μαζί τους η έννοια της «μνήμης» – συλλογικής φαντάζομαι. Προσοχή όμως: μιλάμε για μνήμη και ιστορικότητα μιας πολύ κοντινής εποχής, άρα δεν μας επιτρέπεται να έχουμε εξαιρετικά αντικειμενική κρίση για την αισθητική και την αξία των έργων που μας κληροδοτήθηκαν.
Ιδιαίτερα μάλιστα όταν το δύσμοιρο κτίριο υποφέρει από δομική αστάθεια. Οι ειδικοί θα μας πουν ακριβώς τι πρέπει να γίνει για την «υγεία» του ώστε να μπορεί να μας ξανά χρησιμεύσει. Και ο νοικοκύρης Δήμος μας θα πρέπει να προχωρήσει σε μελέτες που ίσως να μην υπάρχει εμπειρία για τέτοια έργα στις δυνατότητες του. Θυμηθείτε την ιστορία αποκοπής δυο παρανόμων ορόφων μπροστά στην Ακρόπολη των Αθηνών. Πολύ περισσότερο όταν έχουν ολοκληρωθεί μελέτες για το παράλιο μέτωπο οι οποίες δεν περιλαμβάνουν τον «ασθενή».
Κι όμως θέλω να σας θυμίσω (και για το λόγο αυτό γίνεται αυτή η παρέμβαση), ότι η πόλη μας έχει ζωντανά, υγιή αλλά «απόκρυφα» δυο αντίστοιχα δείγματα μοντέρνας αρχιτεκτονικής, βραβευμένα και αυτά και φημισμένα στο χώρο της επιστήμης όπως του Συριόπουλου, από την ίδια εποχή, που βρίσκονται μπροστά στα μάτια μας και για τα οποία δεν γίνεται κανένας λόγος. Θα σας παρακαλούσα, λοιπόν, αγαπητοί φίλοι να τα περιλάβουμε και αυτά στη συζήτησή μας και κυρίως να ερευνήσουμε τους λόγους της «απόκρυψής» από την κοινή θέα και την συμβολή τους στην εικόνα της πόλης.
Έχουν ιδιαίτερη σημασία οι λόγοι της απόκρυψης και πρέπει να τους θυμηθούμε όταν συζητάμε για «μνήμη» και «ταυτότητα».
Στην πρώτη περίπτωση: Μέγαρο Λόγου και Τέχνης, πλ. Γεωργίου, έργο 1968-69, αρχιτέκτονας Μιχάλης Δωρής , επέμβαση Δήμου Πατρέων 1995-96. Λέγεται ότι μια κοινή αισθητική άποψη- πέραν της Αρχιτεκτονικής- επέβαλλε την σκηνογραφική διαμόρφωση της μοντέρνας πρόσοψης του κτιρίου σε «νεοκλασικό σκηνικό» για λόγους προσαρμογής στα αξιολογότατα όμορα κτίρια. (Θέατρο Απόλλων, κτίριο ΕΤΕ). Εδώ, με πρωτεργάτη το Δήμο, η αντίληψη διατήρησης της μνήμης εξοβελίζεται και η ταυτότητα του κτιρίου γίνεται άχρονη και ελαφρώς καρναβαλική. Οι αντιδράσεις τότε και αργότερα; Χλιαρότατες και μόνο από τον κύκλο των ειδικών. Το σκηνικό μας έμεινε. Αξίζει κάποιος να διέλθει τη νεοκλασική στοά και να εισέλθει στο κτίριο για να θαυμάσει τα ολόγλυφα μπετονένια έκτυπα της εισόδου (μοντέρνα σχέδια και αυθεντικά έργα τέχνης από τον ίδιο τον αρχιτέκτονα) μιας χρηστικής για τον Δήμο πολυώροφης κατασκευής, αλλά, όλα κι όλα, με νεοκλασικίζουσα, ως αρμόζει, πρόσοψη.
Η δεύτερη περίπτωση όμως είναι ακόμα πιο τρανταχτή: Κτίριο ΕΤΕ, πλ. Τριών Συμμάχων, έργο 1963-64, αρχιτέκτονας Αναστασία Τζάκου, επέμβαση της Διοίκησης ΕΤΕ, 2002-2003, αν η μνήμη μου δεν με απατά. Εδώ η αισθητική άποψη επεβλήθη από τις επικοινωνιακές (sic) ανάγκες της ΕΤΕ, για την ανανέωση των καταστημάτων της και προφανώς καμιά σχέση δεν έχει με την ταυτότητα και την «μνήμη» της πόλης. Και η αρχιτεκτονική αξία του αρχικού έργου; Ιδιαίτερη αναφορά σε αυτό, σαν ένα από τα 10 σημαντικότερα έργα μοντέρνας αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον κατάλογο της Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής, κριτική ιστορία του Kenneth Frampton.
Στην περίπτωση αυτή όμως υπάρχουν αντιδράσεις. Σύλλογος Αρχιτεκτόνων ΣΑΝΑ και ΤΕΕ Δυτ. Ελλάδας αντιδρούν θεσμικά, μέσα από την αντιπροσώπευση τους στην τότε ΕΠΑΕ (νυν Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής) και αρνούνται την έκδοση της οικοδομικής άδειας. Διοργανώνεται μάλιστα ημερίδα από τον ΣΑΝΑ και την Σχολή Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Πατρών με συμπέρασμα την ανάγκη διατήρησης αναλλοίωτων των χαρακτηριστικών (όψεις κλπ) του κτιρίου. Τελικά η οικοδομική άδεια εκδίδεται και το έργο της «Ανακατασκευής όψεων και επισκευής του Φ.Ο.» σύμφωνα με το μελετητικό γραφείο της ΕΤΕ, ολοκληρώνεται.
Άρα υπάρχουν και τα άλλα δείγματα που αξίζει να επανατοποθετηθούν στη συνολική εικόνα, ακόμα και αν δεν έχουν την χρηστική δυνατότητα που ενδεχόμενα το κτίριο λιμένα μπορεί να έχει. Τονίζω και πάλι ότι αυτή η παρέμβαση δεν έχει σκοπό ούτε να αποπροσανατολίσει την συζήτηση από τον αρχικό της στόχο, ούτε να αμφισβητήσει την αξία της διάσωσης του κτιρίου.
Διατήρηση, ανάδειξη, επαναχρησιμοποίηση: Με κάποιες προϋποθέσεις θα έπρεπε να γίνουν βήματα πολιτικής για την διάσωση. α) Θεσμική Προστασία. Είναι υποχρέωση του Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής να απορρίψει την άδεια κατεδάφισης και να στείλει τον φάκελο στο Υπουργείο για κήρυξη του κτιρίου ως διατηρητέου ως προς το κέλυφος. Θα ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική στην Ελλάδα να προστατεύονται από το κράτος και κτίσματα πέραν του γραφειοκρατικού ηλικιακού ορίου του 1952.Υπάρχουν σημαντικότατα έργα και μετά την χρονολογία αυτή. β) Ενσωμάτωση του κτιρίου και του περιβάλλοντος χώρου, ως διατηρητέου πλέον, σε οποιαδήποτε μελέτη, τωρινή ή μελλοντική, που αφορά το παράλιο μέτωπο. γ) Τέλος κατεδάφιση και ανακατασκευή του κτιρίου με απόλυτο σεβασμό ως προς το κέλυφος και απόδοση σε νέες χρήσεις που ο Δήμος μας, ως διαχειριστής του θαλάσσιου μετώπου της πόλης και οι πολίτες, θα επέλεγαν. Εννοείται στην περίπτωση αυτή πως απόλυτη προϋπόθεση για την έκδοση άδειας κατεδάφισης είναι η υποβολή και έγκριση της μελέτης ανακατασκευής.
Τούτο το τελευταίο στην παρέμβασή μου μπορεί να ξενίσει πολλούς και από τους συναδέλφους ακόμα. Δεν είναι όμως ασυνήθιστη πρακτική σε διατηρητέα υπό κατάρρευση, ούτε σε κτίσματα μετά από φυσική καταστροφή. Προφανώς και μου λείπουν τα στοιχεία για την έκταση των βλαβών, τους προτεινόμενους τρόπους επισκευής και το κόστος. Αν συνεκτιμηθούν αυτά, μπορεί να μην χρειάζεται να κατεδαφιστεί. Σε κάθε περίπτωση όμως η ανακατασκευή, με την προϋπόθεση της προστασίας του διατηρητέου, τελικά θα έπρεπε να μπει στην συζήτηση. Το κτίριο έχει ηλικία 50 ετών. Δεν μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε ακριβώς μνημείο. Η τεχνολογία κατασκευής και τα υλικά (σκυρόδεμα, τούβλα, επιχρίσματα, μάρμαρα, αλουμίνια κλπ) χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα και με τις ίδιες μεθόδους κατασκευής. Άλλωστε στην πόλη ανακατασκευάζουμε το μνημείο που έχει ηλικία 2000 χρόνων χωρίς να αναρωτηθεί κανείς για την ορθότητα της επέμβασης. Στην Μενδώνεια εποχή του πολιτισμού, φαίνεται πως ο όρος «μνήμη» έχει άλλη ανάγνωση. Ας μην είμαστε εμείς οι μόνοι φανατικοί της προστασίας.
Όλα τα παραπάνω ισχύουν βέβαια, με ένα ιδιοκτήτη Δήμο που δεν θα χρησιμοποιήσει την οικονομική του δυσπραγία σαν δικαιολογία ώστε να μείνει μόνο στην κατεδάφιση. Σε κάθε περίπτωση όμως η συνεργασία του γενικότερα στην διαδικασία κήρυξης και προστασίας της πολύτιμης αισθητικής μας περιουσίας, είναι καθοριστική. Και επ’ αυτού δεν ακούγεται τίποτα. Αντί για πρωτοβουλίες διάσωσης από τον Δήμο, πρόσφατα δείγματα γραφής του, (κιν/φος Έσπερος, οικία ιδιοκτησίας του στην πλατεία Υψηλών Αλωνίων), μας γεμίζουν απογοήτευση.
Πολλά συγχαρητήρια για την πρωτοβουλία όλων εκείνων που φέρνουν (έστω και με κάποια συναισθηματική φόρτιση) στην επικαιρότητα αυτή την ξεχασμένη συζήτηση.
Επισυνάπτω κάποιες φωτογραφίες που πρόχειρα ανέσυρα από τον Τύπο για την ενεργοποίηση της μνήμης μας.
Σας ευχαριστώ πολύ
Νίκος Μπακρώζης αρχιτέκτονας
Το κείμενο αυτό με υποχρέωσε να θυμηθώ τους δασκάλους των νεανικών μου χρόνων.
-την Αναστασία Τζάκου, καθηγήτρια συνθέσεων στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ και
-τον Μιχάλη Δωρή, πρόεδρο ΣΑΔΑΣ –ΠΕΑ, γεν. γραμματέα του ΥΠΠΟ επί των ημερών της Μελίνας, αγαπητό δάσκαλο και μέντορα μου στο αρχιτεκτονικό σχέδιο και όχι μόνο.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News