Οταν η Αφροδίτη της Μήλου ήρθε στο φως
Η Αφροδίτη της Μήλου, ένα από τα σημαντικότερα αποκτήματα του Λούβρου, που κάποτε θεωρείτο έργο του Πραξιτέλη, είδε το φως στις 8 Απριλίου του 1820, τυχαία. Βρέθηκε σε μια αγροτική περιοχή της Μήλου, σε πάνω από 6 χωριστά κομμάτια, ενώ ένα χρόνο αργότερα κατέληξε στο Μουσείο του Λούβρου, όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα, με ένα πιστό αντίγραφο του αγάλματος που εστάλη αργότερα ως δωρά του Λουβρού, να βρίσκεται στο μουσείο της Μήλου.
Το άγαλμα είναι έργο της ύστερης ελληνιστικής περιόδου (περί το 150-50 π.Χ.). Εχει ύψος 2,02 μέτρα και βάρος 900 κιλά. Η θεά της ομορφιάς είναι σκαλισμένη σε παριανό μάρμαρο και φορά μόνο ένα ιμάτιο χαλαρά δεμένο στους γοφούς της, που αναδεικνύει την αρμονία και το σωματικό κάλλος της. Στα μαλλιά φέρει ταινία από την οποία ξεφεύγουν βόστρυχοι, ενώ πιθανότατα έφερε και κοσμήματα, όπως φανερώνουν κάποια χαρακτηριστικά σημάδια επάνω στο μάρμαρο. Το άγαλμα βρέθηκε με ακρωτηριασμένα τα χέρια του και έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί διάφορες εικασίες για το τι κρατούσε η θεά. Το έργο αρχικά είχε αποδοθεί στον Πραξιτέλη ή και τον Σκόπα, σήμερα όμως θεωρείται έργο του Αγήσανδρου ή του Αλέξανδρου από την Αντιόχεια.
Πώς όμως ήρθε στο φως; Εντελώς τυχαία. Οπως αναφέρεται στην βικιπαίδεια: «Ο αγρότης που βρήκε το άγαλμα στο χωράφι του αναφέρεται με διάφορα ονόματα: Αλλού ως Γεώργιος Κεντρωτάς, αλλού ως Θεόδωρος Κεντρωτάς, «εκτιμητής αξίας χωραφιών», δηλαδή κάτι σαν μεσίτης της εποχής και αλλού ως Μποτόνης. Είναι πιθανό στη μικρή κοινωνία της Μήλου να βρήκε το άγαλμα ένα μέλος της οικογένειας Κεντρωτά, αλλά στη συνέχεια να αναμίχθηκαν στις εκσκαφές και στις διαπραγματεύσεις πώλησης και συγγενείς του, από όπου και προέκυψε ίσως η σύγχυση. Ο Κεντρωτάς, αν ήταν ο Θεόδωρος, πέθανε το 1846 και ο Γεώργιος νωρίτερα.
Αν ήταν ο Θεόδωρος, τότε ίσως να μην πήρε ποτέ τα 400 ή 1.000 ή 7.000 γρόσια που φέρονται να πλήρωσαν οι Γάλλοι, γιατί βρέθηκε η διαθήκη του και ανέφερε μόνον τρεις πεζούλες ή χωράφια. Το ποσό αυτό δηλαδή (έστω και των 400 γροσιών) ήταν σχετικά σημαντικό για την εποχή εκείνη αφού 1.000 γρόσια ήταν ο ετήσιος μισθός των δημογερόντων. Φυσικά δεν ήταν διόλου δίκαιο για την αξία του αγάλματος, αλλά πάντως όποιος το είχε πάρει -αν το πήρε μόνον ένας- θα ήταν πια σχετικά εύπορος. Φυσικά δεν αποκλείεται τα χρήματα να δόθηκαν στην οικογένεια Κεντρωτά και να δαπανήθηκαν κατά διάφορους τρόπους. Αλλη εκδοχή είναι ότι οι Γάλλοι έδωσαν τα χρήματα στους δημογέροντες και προκρίτους του νησιού».
Οσον αφορά στο πώς βρέθηκε, εκεί διαβάζουμε πως στις 8 Απριλίου του 1820 (και 28 Μαρτίου με το παλιό ημερολόγιο που ίσχυε τότε στη Μήλο) ο Κεντρωτάς φέρεται να έσκαβε στο πεζούλι του και έβγαζε πέτρες από αρχαία ερείπια που υπήρχαν εκεί. «Τον βοηθούσε πιθανόν ο 18χρονος γιος του Αντώνης και ένας 20χρονος ανιψιός του. Λίγο πιο πέρα Γάλλοι αξιωματικοί έκαναν ανασκαφές για αρχαία. Οταν ο Κεντρωτάς βρήκε πελεκημένο μάρμαρο έτρεξαν να τον βοηθήσουν δύο Γάλλοι ναύτες που συμμετείχαν στις γειτονικές ανασκαφές. Ο Κεντρωτάς προσπάθησε να ξανακαλύψει το άγαλμα γιατί φοβήθηκε ότι οι Γάλλοι θα το άρπαζαν ή θα απαιτούσαν να το αγοράσουν πιο φτηνά-δεν στάθηκε δηλαδή τόσο αφελής όσο τον παρουσιάζει ο μύθος. Οι Γάλλοι, από αυτά που γράφουν αργότερα σε επιστολές τους, φαίνεται πως τον θεωρούν ανόητο επειδή προφανώς ο Κεντρωτάς άρχισε να συμπεριφέρεται επίτηδες με περιφρόνηση για τα ευρήματα ώστε να τους ξαποστείλει και να εκμεταλλευτεί το άγαλμα αργότερα με την ησυχία του χωρίς την φορτική παρουσία και τις πιέσεις που σωστά πίστευε ότι θα του ασκούσαν. Εντούτοις οι Γάλλοι δεν «ξεκολλούσαν» με τίποτε από την περιοχή και τον πίεζαν να συνεχίσουν όλοι μαζί το σκάψιμο, ώσπου βρέθηκε και το δεύτερο τμήμα του αγάλματος, οπότε πια ο Κεντρωτάς δεν μπορούσε να παριστάνει τον ανήξερο, αλλά ούτε και να περιφρουρήσει το έργο που είχε βρει στο χωράφι του. Εκανε μια προσπάθεια πάντως να το διαφυλάξει και το μετέφερε στη στάνη του, όμως ο “πυρετός αρχαιοτήτων” είχε ήδη καταλάβει τους Γάλλους και επικοινωνούσαν με προξένους και πρεσβευτές της πατρίδας τους στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη και αλλού».
Ο προξενικός πράκτορας της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη ήταν αυτός που ενημέρωσε τον σημαιοφόρο Ντ’ Ουρβίλ, μέλος του πληρώματος γαλλικού πολεμικού πλοίου για την ύπαρξη του αγάλματος και αυτός με την σειρά του έσπευσε στην Μήλο και στο σπίτι του Κεντρωτά. Εντυπωσιασμένος από το άγαλμα, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και ενημέρωσε τον Γάλλο πρεσβευτή για την αξία του. Με τη σειρά του ο Γάλλος πρεσβευτής διέταξε το πολεμικό πλοίο να πάει στη Μήλο και να παραλάβει την Αφροδίτη πάση θυσία. Στον αντίποδα, είχαμε τους πρόκριτους της Αθήνας με τον ιερέα Βέργη να πηγαίνει στη Μήλο και να πείθει τους ντόπιους αλλά και τις τουρκικές αρχές να του παραδώσουν το άγαλμα. Ομως, την ώρα που ήταν έτοιμος να το φορτώσει στο πλοίο, έφτασαν οι Γάλλοι, οι οποίοι με την απειλή των όπλων απέσπασαν το φορτίο και το μετέφεραν αμέσως στην Γαλλία. Και κάπως έτσι, από το 1821, η Αφροδίτη της Μήλου εκτίθεται στο Μουσείο της Μήλου.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News