Η πτώση του Σολτς και οι πρόωρες εκλογές, τι λένε στην «Π» Έλληνες της Γερμανίας για τις αναταράξεις

Τα προβλήματα στην οικονομία δυσκολεύουν την καθημερινότητα στη Γερμανία. Ανήσυχοι οι πολίτες και για πιθανή σύρραξη με τη Ρωσία

Έλληνες Φρίντριχ Μερτς και Ολαφ Σολτς, οι δυο πρωταγωνιστές στο πολιτικό σκηνικό της γερμανίας

Γερμανικά δεν ξέρει ο γράφων για να σας μεταφράσει το τραγούδι «Στα ίδια μέρη θα ξαναβρεθούμε…», το σίγουρο είναι, όμως, ότι οι στίχοι ταιριάζουν απόλυτα σε αυτό που διαφαίνεται ότι θα συμβεί στη χώρα του Σίλερ και του Γκαίτε, μετά τις εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου.

Και αυτό γιατί η συγκρότηση μιας νέας συγκυβέρνησης θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, έστω κι αν αυτή θα έχει αυτήν τη φορά Κεντροδεξιό πρόσημο και επικεφαλής. Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση στη χώρα με τη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης παραμένει ρευστή, με τους πολίτες πέρα από τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους, να έχουν και το φάσμα ενός πιθανού πολέμου με τη Ρωσία να αιωρείται επάνω από τα κεφάλια τους.

Η «Πελοπόννησος» ταξίδεψε, με τη βοήθεια της τεχνολογίας και κατέγραψε τις απόψεις δύο Ελλήνων που ζουν και δραστηριοποιούνται εκεί.

Ο δημοσιογράφος του e-enimerosi.com Χρήστος Μουρτζούκος, ο οποίος ζει στη Χάγη, έκανε την πολιτική ανάλυση των πραγμάτων.

Ο φημισμένος πατρινός μουσικός Κωνσταντίνος Ανδρικόπουλος, ο οποίος μένει κοντά στα σύνορα με την Ολλανδία, μίλησε περισσότερο με το θυμικό, δίνοντάς μας το στίγμα της καθημερινότητας ενός Γερμανού πολίτη.

Και οι δυο, πάντως, δεν έκρυψαν την ανησυχία τους για την επόμενη ημέρα.

ΈλληνεςΚωνσταντίνος Ανδρικόπουλος: «Μείωση εσόδων, αύξηση εξόδων»

«Προσπαθώντας κάποιος να σχολιάσει τις πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία, αλλά και στην Ευρώπη συνολικά, θα πρέπει πρώτα να προχωρήσει σε μια ανάλυση της καθημερινότητας των Ευρωπαίων πολιτών. Αρκεί να μιλήσει κανείς μόνο για τη ζωή και για το κόστος αυτής. Από την εποχή της ονομαζόμενης πανδημίας και μετά, για πολλούς εργαζόμενους, επαγγελματίες και οικογένειες τα έσοδα περιορίστηκαν ακόμη και στο 50%, ενώ αντίθετα τα έξοδα διπλασιάστηκαν.

Η κατάσταση, μάλιστα, χειροτερεύει κάθε χρόνο. Ισχύει το κάθε χρόνο και χειρότερα. Δεν είμαι οικονομολόγος για να δώσω απαντήσεις στο που οφείλονται όλα αυτά, προσωπικά καταγράφω τα γεγονότα. Για παράδειγμα, το ταξίδι για την Ελλάδα κοστίζει, πλέον, τα διπλά χρήματα. Ενώ για εμάς τους μουσικούς η ενίσχυση από το υπουργείο Πολιτισμού έχει πέσει στα μισά. Αυτό που ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι στη Γερμανία -κι όχι μόνο- σχολιάζουν είναι ότι η Ευρώπη των λαών της, έγινε η Ευρώπη των… κάποιων άλλων. Και δυστυχώς, πολλοί φοβούνται να ονομάσουν την αλήθεια, γιατί θα κακοχαρακτηριστούν ή ακόμη χειρότερα, θα αποκλειστούν. Κατοικώ στο Εμμεριχ, μια κωμόπολη κοντά στα Γερμανοολλανδικά σύνορα.

Από αυτά που παρατηρώ, δεν πιστεύω ότι ο μέσος Γερμανός μπορεί να κατανοήσει τι συμβαίνει παγκοσμίως. Ελάχιστοι είναι αυτοί που ασχολούνται και, δυστυχώς, ακόμη λιγότεροι αυτοί που εκφράζονται αντιπολεμικά. Στη Γερμανία, εδώ και χρόνια καλλιεργείται κλίμα εναντίον του Πούτιν, ενώ τα τελευταία χρόνια γίνεται το ίδιο και για τον Τραμπ και, μάλιστα, φανατικά θα έλεγα. Ποτέ στη Γερμανία δεν είχα ακούσει τα τελευταία 30 χρόνια που βρίσκομαι εδώ, να μιλούν για ξένο ηγέτη τόσο εχθρικά όσο για τον Τραμπ. Δεν χρειάζεται να παρακολουθήσει κανείς τηλεόραση για να το διαπιστώσει.

Προσωπικά, πάντως, δεν παρακολουθώ τηλεόραση από το 2010. Ο πολιτικός κόσμος και εδώ στη Γερμανία, αλλά και στην Ελλάδα έχει μεγάλες ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση στην Ευρώπη. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, δεν είμαστε πλέον στο επίκεντρο, όπως την περίοδο των Μνημονίων, από το 2010 έως το 2018. Οταν είχα έρθει στη Γερμανία το 1993, άκουγες πολύ συχνά στα ΜΜΕ για την Ελλάδα του Πολιτισμού, των Τεχνών, της Δημοκρατίας κ.λπ. Από το Μιλένιουμ και έπειτα, δεν ακούς τίποτα από αυτά, ούτε λέξη».

Χρήστος Μουρτζούκος: «Συγκυβέρνηση με πρώτο το CDU»Έλληνες

«Το κλίμα είναι αρκετά πολωμένο σε πολιτικό επίπεδο. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν την κεντροδεξιά λίγο πάνω από το 30%, με την ακροδεξιά να ακολουθεί, τους Σοσιαλιστές να έχουν 17% και τους Πράσινους και τους Φιλελευθέρους να βρίσκονται στο μεταίχμιο της εισόδου τους στη Βουλή. Αυτοδυναμία δεν φαίνεται ότι θα υπάρχει, με το σενάριο μιας συγκυβέρνησης με καγκελάριο τον Φρίντριχ Μερτς να είναι αυτό με τις περισσότερες πιθανότητες. Αν δεν ανεβάσουν τα ποσοστά τους οι Σοσιαλιστές, θα χρειαστεί, για δεύτερη φορά στα χρονικά της Γερμανίας, ένας συνασπισμός τριών κομμάτων.

Η εκτίμησή μου είναι ότι θα γίνει συγκυβέρνηση με τους Πράσινους, αν και η κατάσταση περιπλέκεται, καθώς οι απόψεις με τους Χριστιανοδημοκράτες είναι εκ διαμέτρου αντίθετες. Αν θυμηθούμε την προηγούμενη φορά, οι εκλογές είχαν γίνει τον Σεπτέμβριο του 2021 και η κυβέρνηση συγκροτήθηκε μετά από δυόμιση μήνες, παραμονές Χριστουγέννων. Η κρίση ξεκίνησε πέρυσι τον Νοέμβριο με τον προϋπολογισμό του 2024 και το λεγόμενο τότε φρένο χρέους. Η Γερμανία θέλει να κάνει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα για το περιβάλλον και να φύγει από το φυσικό αέριο το οποίο έπαιρνε πάμφθηνα από τη Ρωσία. Η Γερμανία έχει τεράστια κρίση ενέργειας μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η βιομηχανία μετά το 2008 έχει τη μεγαλύτερη έλλειψη παραγγελιών και πολλές βιομηχανίες, μάλιστα, έχουν πτωχεύσει, ενώ πολλές επιχειρήσεις δουλεύουν με μειωμένα ωράρια στο προσωπικό τους. Μεγάλο πρόβλημα π.χ. είναι η Volkswagen, με 6.000 εργαζομένους να είναι στον αέρα.

Η ηλεκτροκίνηση έχει χτυπήσει τη Γερμανία, ενώ το κόστος ζωής έχει ανέβει πάρα πολύ. Μια οικογενειακή έξοδος στις χριστουγεννιάτικες αγορές κοστίζει πολύ ακριβά, ενώ και ο πληθωρισμός έχει τσιμπήσει αρκετά, κάτι που φαίνεται και στον ρουχισμό και στα καύσιμα. Τα ποσοστά που βλέπουμε δημοσκοπικά μπορεί να αλλάξουν αρκετά στις εκλογές και αυτό γιατί ο κόσμος είναι σε μια κατάσταση αγωνίας, βλέποντας τόσο τη Γερμανία, όσο και τη Γαλλία να βρίσκονται σε περιδίνηση.

Η Ευρώπη απέχει από τις γεωπολιτικές εξελίξεις στον κόσμο. Οι ανακοινώσεις του κ. Ρούτε, ότι οι χώρες του ΝΑΤΟ θα πρέπει να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες, προβληματίζουν τους Γερμανούς πολίτες, οι οποίοι δεν θέλουν έναν πόλεμο με τη Ρωσία. Θα δούμε τι θα συμβεί και μετά τις 20 Ιανουαρίου, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ αναλάβει την προεδρεία των ΗΠΑ».