Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού

Ο Δημήτρης Μάρδας είναι καθηγητής Οικονομικών ΑΠΘ-πρ. αν. υπουργός Οικονομικών-πρ. υφυπουργός Εξωτερικών.

Ο ενθουσιασμός υπουργών ή του πρωθυπουργού υπερκαλύπτεται συχνά από πραγματικά δεδομένα και τις μη ευοίωνες προβλέψεις της Οικονομίας.

Η ομιλία του Κ. Μητσοτάκη στη ΔΕΘ συνέπεσε με την πρώτη μη θετική αξιολόγηση του Οίκου DBRS, σύμφωνα με την οποία η ελληνική Οικονομία παραμένει «κολλημένη» στη χαμηλότερη επενδυτική βαθμίδα, έχοντας θετικές προοπτικές.
Παρόμοια θέση πήρε και ο αυστηρός Οίκος Moody’s, ο οποίος εξακολουθεί να διατηρεί το αξιόχρεο μια θέση κάτω από τη χαμηλότερη επενδυτική βαθμίδα και δεν αποφεύγει να επισημάνει τις θετικές προοπτικές.

Η κυβέρνηση επιδίωξε να χρυσώσει το χάπι, «πατώντας» στις προοπτικές, αλλά η επενδυτική βαθμίδα είναι αυτή που μετρά και που θα προκαλούσε εισροές στην αγορά επενδυτικών κεφαλαίων 20 δισ. ευρώ.

Το φεγγάρι έχει δύο πλευρές, τη φωτεινή και τη σκοτεινή. Η φωτεινή με ή χωρίς σύννεφα είναι αυτή που προτάσσεται από την κυβέρνηση. Τη σκοτεινή, όμως, την παρακολουθούν οι Οίκοι Αξιολόγησης και οι αναλυτές, που ψάχνουν την πραγματική εικόνα της Οικονομίας, αγνοώντας την εικονική της πραγματικότητα.

Ας δούμε τη σκοτεινή πλευρά: Το Εμπορικό Ισοζύγιο επιδεινώνεται, από το 2020, το α’ επτάμηνο του 2024 οι εξαγωγές ανήλθαν σε 29,9 δισ. €, όταν το 2023 ήταν 30,4 δισ. €. Οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 1 δισ. € στα 49,3 δισ. €. Το Εμπορικό Ελλειμμα εκτινάχθηκε στα 19,3 δισ. € (10% του ΑΕΠ) από 17,6 δισ. € του 2023.

Το κενό των Ιδιωτικών Επενδύσεων ανέρχεται σε 70-80 δισ. €, ενώ των Δημοσίων σε 30-40 δισ. €. Κυρίως στη βιομηχανία. Η αποβιομηχάνιση καλά κρατεί, έχοντας πάρει μορφή λαίλαπας, με 6 νέα λουκέτα το 2024, που έρχονται να συμπληρώσουν την έξοδο άλλων πολυεθνικών και μη. Τόσο το 2022, όσο και το 2023 οι υπεραισιόδοξες προβλέψεις για επενδύσεις, ήταν διπλάσιες από τις εγκριθείσες.

Η χώρα για να απογειωθεί χρειάζεται ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 5%. Το γεγονός ότι το β’ εξάμηνο του 2024 θα είμαστε η 2η αναπτυσσόμενη χώρα στην ΕΕ, δεν υποδηλώνει διαρκή δυναμισμό. Απαιτείται να αυξηθούν, επενδύσεις και εξαγωγές και όχι η ιδιωτική ή δημόσια κατανάλωση.

Κύριες αιτίες, που «κολλούν» τις επενδύσεις κατά τους διεθνείς αναλυτές είναι: Η περιορισμένη χρηματοδότηση, η γραφειοκρατία και διαφθορά, η ασταθής φορολογική πολιτική και η δικαιοσύνη.

Ως προς το πλεόνασμα του Κρατικού Προϋπολογισμού, που ακούστηκε γενικά και αόριστα από τον πρωθυπουργό στη ΔΕΘ, αυτό αναφέρεται στο ετήσιο πλεόνασμα που προέρχεται από τα δημόσια έσοδα μείον τις δαπάνες (δηλ. το πρωτογενές πλεόνασμα). Αν προσθέσουμε σε αυτό το αποτέλεσμα και τους ετήσιους τόκους, που οφείλουμε να αποπληρώσουμε λόγω παλαιών δανείων, τότε καταγράφεται ένα έλλειμμα. Αυτό το έλλειμμα καλύπτεται με δανεισμό. Οι δικές μας δυνάμεις καλύπτουν, λοιπόν, μόνο ένα μέρος των τόκων, ενώ το υπόλοιπο μαζί με το κεφάλαιο που οφείλουμε να αποκληρώνουμε ετησίως καλύπτεται μόνο από διαρκή δανεισμό.

Συνέπεια αυτού είναι το τσουνάμι αποπληρωμών παλαιότερων δανείων, που έρχεται, μετρά το 2025 (2026, 13 δισ. €) και το οποίο μετά από κάποιες διακυμάνσεις, τα επόμενα χρόνια, κορυφώνεται το 2033 σε 17,5 δισ. ευρώ.