Στο πυρ το σεξώτερον

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

H ανάρτηση για την οποία την έπεσε άσχημα ο ΣΥΡΙΖΑ στη Χριστίνα Αλεξοπούλου (ΠΡΟΣΟΧΗ, κίνδυνος: Κυκλοφορεί τώρα σε ναρκοπέδιο) αφορούσε την κυοφορία και το έμβρυο. Η βουλευτής είχε θεωρήσει καλό να ανταποκριθεί με μήνυμά της στα κελεύσματα της Μέρας του Αγέννητου Παιδιού και ο λόγος είναι προφανής. Οι πρωτοβουλίες υπέρ του Αγέννητου Παιδιού εκπορεύονται από την περιοχή της Εκκλησίας και οι βουλευτές της συντηρητικής παράταξης καλούνται να αποδεικνύουν ότι είναι σαρξ εκ της σαρκός του εκκλησιαστικού σώματος, καθώς ο χώρος φέρει καθοριστική κοινωνική και πολιτική δύναμη, όπως είδαμε άλλωστε και στις τελευταίες εκλογές, και τάχα τρίβαμε τα μάτια μας, λες και προσγειωθήκαμε στη χώρα μόλις την άνοιξη με αλεξίπτωτο. Προσπερνάμε ένα ερώτημα ιατρικού, βιολογικού, πολιτισμικού, φιλοσοφικού και εν τέλει γλωσσικού χαρακτήρα: Μπορεί ένα παιδί να είναι αγέννητο; Παραδοσιακά, πάντως, η κοινωνία αναγνώριζε ως παιδί το έμβρυο από τη στιγμή που η κύηση πλησίαζε προς τη φάση του τοκετού. Και οι αμβλώσεις αφορούν σαφώς προγενέστερα στάδια.

Για ποιο λόγο η Εκκλησία, ορθόδοξη και δυτική, δίνει μεγάλη έμφαση στο ζήτημα αυτό; Επισήμως συνδέει τη στάση της με την αντιμετώπιση του δημογραφικού, καθώς η Εκκλησία θεωρεί τον ρόλο της εθνικό και όχι μόνο θρησκευτικό, όπως ξέρουμε, καθόσον έθνος και θρήσκευμα ταυτίζονται, ως στοιχεία που διασφάλισαν την επιβίωση του ελληνορθόδοξου λεγόμενου στοιχείου κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας. Αλλά είναι φανερό ότι το ζήτημα αφορά και την ηθική ποινικοποίηση της ερωτικής αυτοδιάθεσης: Η ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη είναι η αχίλλεια πτέρνα του σεξουαλικά ελευθέριου ανθρώπου, αλλά και το άλλοθι του ηθικολόγου, μέσω της οποίας ο τελευταίος εισβάλλει με εισαγγελικές διαθέσεις στη συνείδησή μας και στην κοινωνική ζωή. Πάντα στο όνομα της υπογεννητικότητας, βεβαίως.

Η Εκκλησία, σχεδόν όλα τα θρησκεύματα άλλωστε, είχαν άποψη πάνω στην ερωτική ζωή του ατόμου- της γυναίκας, πρωτίστως- και αυτό επειδή ο ερωτισμός είναι μεγάλος μπελάς για κάθε κοινότητα, καθόσον αποφέρει μια σειρά από διαλυτικές επιδράσεις, που ξεκινούν από τον σκανδαλισμό και φτάνουν στη ζήλια, τον φθόνο, τον αρρωστημένο πόθο, την αντιδικία, την υπονόμευση του κοινωνικού πυρήνα, συνεπώς αυτού του ίδιου του εκκλησιαστικού κοινοτικού στοιχείου. Κυρίως όμως η Εκκλησία- κάθε Εκκλησία- γνωρίζει ότι ο καλύτερος τρόπος για άσκηση επιρροής πάνω στον άνθρωπο είναι ο φόβος και η ενοχικότητα, πολλώ δε μάλλον όταν τα στοιχεία αυτά συνδέονται με μη ελέγξιμες ορμές.

Οσο περισσότερη τύψη και ανησυχία ενσταλάξεις σε μια συνείδηση είτε για απειλούμενους παράδεισους, είτε για θεόσταλτες τιμωρίες επί γης ή επέκεινα, τόσο μεγαλύτερη φλόγα θα πετάξει το καντήλι που θα ανάψει, τόσο περισσότερο θα φανατιστεί για να συμβάλει στη θωράκιση της κοινότητας απέναντι στον μιαρό αποσυνάγωγο. Όπως και να έχει, πολύ πιο πιθανό είναι η Εκκλησία να καθιερώνει την ημέρα του Αγέννητου Παιδιού, παρά να αποκηρύξει την ιδέα του Παρθένου Σώματος. Θεός φυλάξοι για τη βλασφημία που εκστομίσαμε.

Η περίφημη σύσταση «να τα έχεις καλά με την Εκκλησία» δεν είναι και πολύ αθώα, ως γνωστόν. Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι άνθρωποι του χώρου, ιερωμένοι και διάπυροι λαϊκοί, διεκδικούν παρά πάνω ρόλο από αυτόν που θεωρητικά ανήκει στο θρήσκευμα. Ο λόγος είναι ότι πιστεύουν ότι στο θρήσκευμα ανήκουν τα πάντα, οι ζωές μας, η συμπεριφορά μας, η εθνική πολιτική, η παιδεία, μια πελώρια αλυσίδα από Πρέπει και Αλίμονο που αιωρείται πάνω από τις κεφαλές μας. Αυτό είναι ένα ζήτημα για την κοινωνία, τη δημοκρατία, τη δημόσια ζωή, και βεβαίως για τη συντηρητική παράταξη. Το πέσιμο που έγινε στη βουλευτή είναι το προμήνυμα του πεδίου στο οποίο θα αναζητήσουν πειστήρια προοδευτικότητας οι αντίπαλοι, άλλο αν δεν φτάνει το πεδίο αυτό στην Ελλάδα του 2023, πολλώ δε μάλλον εάν η συντηρητικοποίηση της κοινωνίας μάλλον υπέρ του Αγέννητου Παιδιού κλίνει πια, παρά υπέρ του αφορισμού των ορθόδοξων αναρτήσεων.