Αμάντα Μιχαλοπούλου: «Ζηλεύω τη μαχητικότητα των νέων γυναικών»

Η βραβευμένη συγγραφέας μιλά στην «Π» για το βιβλίο της, που έχει, σαφώς, να πει πολλά (και) στους άντρες.

Αμάντα Μιχαλοπούλου: «Ζηλεύω τη μαχητικότητα των νέων γυναικών» Φωτογραφία: Julian Salinas

«Ενα βράδυ που δεν μπορούσα να κοιμηθώ ξεκόλλησε από το σκοτάδι μια γυναίκα που έμοιαζε στην Παναγία». Από τις πρώτες 17 λέξεις, με τις οποίες ξεκινά το νέο της βιβλίο «Το μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη» (εκδ. Πατάκη) η Αμάντα Μιχαλοπούλου σε έχει κάνει, πάραυτα, συνοδοιπόρο της.

Μέσα από τη γοητευτική και τολμηρή της αφήγηση -πλημμυρισμένη από τα όνειρα της ηρωίδας- διεισδύει στον πυρήνα των γυναικών, κινούμενη πάνω στις ράγες της μητρότητας, της θυγατρικότητας, της τέχνης της συγγραφής. Η βραβευμένη συγγραφέας μιλά στην «Π» για το βιβλίο της, που έχει, σαφώς, να πει πολλά (και) στους άντρες.

-Πότε και με ποια αφορμή σάς τράβηξε από το μανίκι «Το μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», -στον τίτλο σας έκλεισε το μάτι και ο Ο’ Νηλ, ίσως; -απαιτώντας τη συγγραφή του;

Τα βιβλία κυοφορούνται αργά -όχι σαν τα παιδιά. Τα τελευταία είκοσι χρόνια ο μητρικός μου ρόλος με έκανε συχνά να αναλογίζομαι πώς μιλάμε για τη μητρότητα, τόσο μεταφορικά όσο και κυριολεκτικά. Ηθελα να συνδυάσω αφηγηματικά τη δημιουργία ενός βιβλίου -που είναι επίσης μια επώδυνη εγκυμοσύνη- με την ανατροφή ενός παιδιού. Ονειρευόμουν ένα διπλό βιβλίο όπου κάθε κεφάλαιο θα γεννιόταν με φυσικότητα, υποδεικνύοντας μόνο του τον ρυθμό ανάπτυξης. Το μυθιστόρημα είναι γεμάτο με τα όνειρα της κεντρικής ηρωίδας -και τα όνειρα είναι ήδη μια παρανοϊκή δημιουργία του νου, μια γέννηση ασυνείδητων εικόνων, άρα και μια ακόμη μεταφορά για την αφήγηση που συμβαίνει στον ύπνο, ερήμην της ονειρευόμενης. Είναι σαν να ρωτάω: τι θα συμβεί με αυτό το βιβλίο, ή με αυτό το παιδί; Πώς προχωράει μια ιστορία, αν την αφήσεις να εξαπλωθεί και να αυτοπροσδιοριστεί; Αυτό ήταν το στοίχημα. Δεν το ήξερα, αλλά κυοφορούσα αυτό το βιβλίο  εδώ και πολλά χρόνια.

-4:30 ακριβώς, κάθε νύχτα, ξυπνάει η συγγραφέας ηρωίδα – alter ego σας από τα όνειρά της, όπου παρελαύνουν γυναίκες από την Παναγία έως τη μητέρα του Μουσολίνι. Γιατί επιλέξατε την Παναγία –και δη με τιγρέ ρόμπα-ως συνοδοιπόρο σας σε αυτή την περιπετειώδη ενδοσκόπηση μέσα από τη σχέση σας με την κόρη, την αδελφή, τη μητέρα σας;

Η Παναγία παρουσιάστηκε με μεγάλη φυσικότητα στα όνειρα της πρωταγωνίστριας ως η απόλυτη εξιδανικευμένη μητέρα. Η ρόμπα ήρθε με παρόμοια φυσικότητα για να ντύσει αυτή την παρεξηγημένη «αγιότητα» μιας μητέρας- εικόνισμα, μιας μητέρας-θεωρία. Οταν λέω «ήρθε», δεν υπερβάλλω: η στιγμή της δημιουργίας είναι μια μεταφυσική στιγμή κι αρκετά απ’ όσα συμβαίνουν δεν είναι προμελετημένα, έρχονται ως υλικό ονείρων. Η συγγραφική επινόηση τρέφεται από αυτό το χάσμα του μυαλού, καθώς το χέρι γράφει, δηλαδή ζωγραφίζει εικόνες. Υστερα το μυαλό ξυπνάει και απαιτεί ή εξηγεί ή δικαιολογεί. Θα μπορούσα να σας πω πως η Παναγία είναι ένα αγρίμι εγκλωβισμένο στον ρόλο της επιβεβλημένης παρθενίας της και τα λοιπά, αλλά τα αφήνω αυτά στους κριτικούς. Η Παναγία μού παρουσιάστηκε έτσι ακριβώς, με την τιγρέ ρόμπα της, ως ένα συγγραφικό όραμα.

 -«Αγαπούσα την κόρη μου, όχι τη μητρότητα». Πώς προσδιορίζετε αυτή τη διαφορά;

Στο «Μακρύ ταξίδι» παλεύω συνειδητά  με την πατριαρχική σκέψη ότι οι γυναίκες θέλουν να φροντίζουν με συγκεκριμένους, «σωστούς» τρόπους. Εχω την πεποίθηση πως δίνοντας χαρακτηριστικά φύλου στα συναισθήματα αποκλείουμε τους άντρες από την τρυφερότητα. Εξ ου και η σκέψη που διατρέχει το βιβλίο ότι στη μεγάλη ζωγραφική της Αναγέννησης βλέπουμε διαρκώς αγιογραφίες μητρικής αγάπης και όχι πατρικής. Ο Θεός και ο Αδάμ αγγίζουν απλώς το δάχτυλό τους στην Καπέλα Σιστίνα. Αυτός ο συναισθηματικός αποκλεισμός βρίσκεται στη ρίζα του προβλήματος -ο ορισμός της τρυφερότητας και της φροντίδας ως κάτι αμιγώς γυναικείο.

Ο κόσμος θ’ αλλάξει μόνο αν οι άντρες διαβάσουν για τη ζωή των γυναικών με την ίδια φυσικότητα που διάβαζαν ανέκαθεν οι γυναίκες για τη ζωή των αντρών» λέει η ηρωίδα σας. Οι γυναικοκτόνοι (κι άλλο «χτύπημα» πρόσφατα στον Βόλο) -μιας και στο βιβλίο σας δίνετε τον λόγο στη μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη- πώς αλλάζουν;

Οι γυναικοκτονοι είναι προϊόν της κοινωνίας που μόλις περιέγραψα. Δείτε τα λαϊκά μας τραγούδια. Ο άντρας ως πρωτόγονο τέρας που θέλει μια γυναίκα-πιστή μητέρα, ο άντρας -συγχώρα με που αμάρτησα-, ο άντρας – παιδί ή πρίγκιπας. Αυτά τα απλοϊκά πρότυπα δεν έχουν καμία σχέση με την περίπλοκη ανθρώπινη ψυχή. Χρειαζόμαστε μια νέα συναισθηματική αγωγή για άντρες και γυναίκες. Η λογοτεχνία μπορεί να προσφέρει -διά του παραδείγματος- ένα σχολείο αληθινού συναισθήματος. Η εξιστόρηση της παιδικής ζωής της Ελένης Τοπαλούδη από τη μητέρα της εξυπηρετεί αυτό τον σκοπό: να δημιουργήσει από την είδηση των εφημερίδων έναν πραγματικό άνθρωπο, μια πραγματική οικογένεια που υποφέρει επειδή το κορίτσι της χάθηκε από απάνθρωπη βία. Για να το πω κι ενδολογοτεχνικά: με θυμώνουν οι δήθεν ύπουλες γυναίκες που «εξαναγκάζουν» με τη συμπεριφορά τους έναν άντρα να τις σπάσει στο ξύλο, όπως ο ήρωας του Φίλιπ Ροθ που σηκώνει τη μασιά στο βιβλίο «Η ζωή μου ως άντρα» και ονειρεύεται να σπάσει το κεφάλι της πρώην συζύγου του. Θέλω να ακούσω την ιστορία και από τη δική της πλευρά. Και θέλω οι Ροθ αυτού του κόσμου να διαβάσουν κάποτε αυτή την αφήγηση, να καταλάβουν το γυναικείο μυαλό, για να μην ονειρεύονται να το τσακίσουν με τη μασιά.

-Ζητήσατε από τους αγαπημένους σας –μητέρα, κόρη, σύζυγο τη γνώμη τους για το βιβλίο. Κι ήταν όλοι τους αυστηροί. Πώς βγήκατε από τη ζόρικη «κυοφορία» του και πώς νιώθετε για το συγγραφικό «μετά», έπειτα από αυτή τη νέα γέννα;

Οταν ένα βιβλίο βασίζεται και στην αυτο-μυθοπλασία οι αληθινοί πρωταγωνιστές έχουν δικαιώματα -το επιτάσσει η ηθική της αφήγησης. Σ’ ένα ατύχημα δεν ρωτάς όλους τους μάρτυρες τι ακριβώς είδαν; Το «ατύχημα» της οικογενειακής ζωής πρέπει να περιγράφει σφαιρικά, για να επουλωθούν τα τραύματα. Είναι σαν να λέω: αγαπημένη μου οικογένεια, σας εξέθεσα διά της μυθοπλασίας, πείτε την άποψή σας. Μετά τη γέννα πάντως ουδέν λάθος αναγνωρίζεται, όπως λέμε για κάθε απομάκρυνση από το «ταμείο». Το βιβλίο έκλεισε τους λογαριασμούς με το ίδιο το βιβλίο, όχι με την πραγματικότητα. Μπορεί να ακούγεται περίεργο, αλλά όσο και να εκθέτω τη μυθοπλαστική μου οικογένεια, άλλο τόσο προστατεύω την ιδιωτικότητα της αληθινής μου οικογενειακής ζωής.

-Με τον χρόνο που επιφέρει αλλαγές στο σώμα αλλά και, ίσως, απελευθερώνει, πώς τα πάτε;

Ειλικρινά; Χάλια. Ισως πρέπει να γράψω ένα βιβλίο επιδιώκοντας μια πρώτη μορφή συμφιλίωσης.

-Τι ζηλεύετε στις νέες γυναίκες σήμερα και τι θα λέγατε, κοιτώντας πίσω, στην Αμάντα στην ηλικία της κόρης σας Κλάρας;

Ζηλεύω τη μαχητικότητά τους. Αλλά το σωστό ρήμα είναι: «χαίρομαι». Χαίρομαι που διεκδικούν όσα δεν διεκδικήσαμε, χαίρομαι που ανοίγουν νέους δρόμους για να δούμε ξανά πώς ζήσαμε και να αναμετρηθούμε με όσα δεν επιτύχαμε από φόβο κυρίως και από εσφαλμένη ταύτιση με απάνθρωπα γυναικεία μοντέλα.