Μάγεψε μελωδικά στο Φρούριο Ρίου ο Σταύρος Ξαρχάκος – Η συνάντηση με την «Π»
Πώς σχολίασε τη συναυλία και γιατί δέχθηκε να υπογράψει αυτόγραφα
Σε εντατικό μουσικό μάθημα πατριδογνωσίας και ιστορίας, μετουσιώθηκε η συναυλία του Σταύρου Ξαρχάκου στο Κάστρο του Ρίου, φωταγωγώντας με την ενάργεια του δημοτικού πενταγράμμου τις εσχατιές της ελληνικής γης.
Η παραγωγή «Ερόδισ’ η ανατολή και ξέφεξεν η δύση», αποτέλεσε μέρος των αφιερωμάτων του Διεθνούς Φεστιβάλ Πάτρας σε Ελληνες συνθέτες και τραγουδιστές, προσελκύοντας χιλιάδες Πατρινών.
Ο Σταύρος Ξαρχάκος. λίγο μετά τη συναυλία, υποδέχθηκε ασμένως στο καμαρίνι του την εφημερίδα «Πελοπόννησο» και τον υπογράφοντα, εκφράζοντας τη βαθιά ικανοποίησή του για την ανταπόκριση του κόσμου και την προσήλωσή του στο πρόγραμμα.
Οπως τόνισε, ήταν μία συναυλία με ιδιαίτερο μουσικό περιεχόμενο, αφού δεν αφορούσε το προσωπικό του ρεπερτόριο και αυτό που τον ευχαρίστησε ήταν ότι το ακροατήριο παρέμεινε προσηλωμένο μέχρι την τελευταία νότα.
Τα ζώπυρα της παραδοσιακής και ακήρατης μουσικής τέχνης, από τον Πόντο έως την Κρήτη, όπως είπε, άναψαν τη ζείδωρη φλόγα της συλλογικής μνήμης και κατέγραψαν με τρόπο αυθεντικό, την αέναη μουσική σκυταλοδρομία των γενεών. Οι απαραχάρακτες σταθερές της ελληνικής θυμοσοφίας, εκφράζονται στα λόγια των δημοτικών τραγουδιών, μέσα από τις αφηγήσεις, τους καημούς και τις εξομολογήσεις των ανθρώπων της ελληνικής υπαίθρου, και γίνονται σάλπισμα εθνικής αφύπνισης.
Οπως σημείωσε χαρακτηριστικά ο Σταύρος Ξαρχάκος, αυτά τα δημοτικά τραγούδια είναι τα χαραγμένα σύνορα της καρδιάς μας, που δεν τα σβήνει ο χρόνος, αφού το παρελθόν είναι η βάση για το μέλλον μας.
Μέσα από τους κρουνούς της δημώδους παραδόσεως, αναβλύζουν τα νάματα της δημοτικής ποίησης, τα ποιήματα και τα στιχουργήματα ανώνυμων δημιουργών, καθημερινών ανθρώπων του μόχθου, που νίκησαν τον χρόνο και μετατράπηκαν σε ανυπόθηκα λάβαρα ιστορικής μνήμης και συνέχειας.
Τραγούδια που, όπως σημείωσε ο συνθέτης, βοήθησαν να μη σβηστεί η γλωσσική προσωπικότητα του γένους και ενδυνάμωσαν το έθνος τα δίσεκτα χρόνια της σκλαβιάς.
Εντύπωση έκανε σε όλους ότι ο Σταύρος Ξαρχάκος δεν διηύθυνε απλώς την ορχήστρα, αλλά παρά την ηλικία του, έμοιαζε με το μουσικό σφρίγος του να «χορογραφούσε» τους μουσικούς, που φάνταζαν επί σκηνής σαν να γλιστρούσαν πάνω στις χορδές του αδιαμαρτύρητου πόνου και να καταβυθίζονται με ασφάλεια στο πέλαγος της ελληνικής ιστορίας.
Αν και ο ίδιος, ως γνωστόν, δεν δίνει ποτέ αυτόγραφα, έκανε μια εξαίρεση, όταν τον πλησίασαν στο καμαρίνι του μια παρέα κοριτσιών ποντιακής καταγωγής. Τους υπέγραψε προθύμως, πάνω σε χαρτόνια που τα ίδια τα κορίτσια είχαν κατασκευάσει, ενώ την ίδια εξαίρεση έκανε και για έναν ακροατή που του υπέγραψε αυτόγραφο, όταν πληροφορήθηκε ότι ήρθε ειδικά για τη συναυλία του Ρίου από τη Θεσσαλονίκη!
Στο πλευρό του έστεκε ο επί δεκαετίες φίλος του, δημοσιογράφος της «Π», Γιώργος Αναστασόπουλος, ο οποίος σε κάποια στιγμή τον παρότρυνε εις επήκοον όλων, να εκδώσει επιτέλους το ανέκδοτο συνθετικό υλικό, που έχει φυλαγμένο στο συρτάρι του από το 1982, με την επισήμανση ότι το συγκεκριμένο έργο δεν ανήκει μόνο στον ίδιο, αλλά σε ολόκληρο τον ελληνικό λαό.
Αν και ο ίδιος δεν θέλησε να απαντήσει, η εκκωφαντική σιωπή του και ο σχοινοτενής σχολιασμός που εκφράστηκε από τη διεισδυτική ματιά του ήταν μάλλον εύγλωττα…
Ολοι υποθέσαμε τι ίσως ήθελε να πει: Με τόση οχλαγωγία που παράγουν τα κακέμφατα τραγούδια της εποχής, πού να βρεθεί συχνότητα για να ακουστεί ο λυγμός της ψυχής του;
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News