Αγορά: Βουλιάζει η κατανάλωση στη Δυτική Ελλάδα – Προτιμάμε πάγκους και διαδίκτυο αντί μαγαζιών
Υπό το μηδέν ο τζίρος στο λιανεμπόριο της Πάτρας. Τι δηλώνουν στην «Π» παράγοντες της αγοράς

Η κατανάλωση χαμηλώνει ταχύτητα, καθώς τα νοικοκυριά παραμένουν πιεσμένα, παρά το γεγονός ότι το κύμα των ανατιμήσεων έχει σταθεροποιηθεί. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ μαρτυρούν συνεχόμενη κάμψη στον τζίρο των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου και το πρώτο τρίμηνο του 2025.
Διαβάστε επίσης: Δείτε όλη την ομιλία για την ελληνική οικονομία του Κοσμά Μαρινάκη στο Regional Growth Conference
Στην Δυτική Ελλάδα ο τζίρος του πρώτου τριμήνου του έτους, έφτασε στα 507,5 εκατ. ευρώ έναντι 510,7 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2024, δηλαδή είχε μια πτώση -0,6%, όσο ο μέσος όρος της χώρας. Μικρή η ζημιά μπορεί να πει κάποιος, όμως δεν είναι έτσι, γιατί η τοπική αγορά παρουσίασε και όλο το 2024 μια σταθερή πορεία κάμψης του τζίρου σε ποσοστό -0,8%. Πρόκειται για την στατιστική καταγραφή αυτού που βιώνουν καθημερινά οι καταναλωτές. Κόβουν όπου βρουν, για να «βγει ο μήνας». Κόβουν από τον φούρναρη, τον κρεοπώλη και τον μανάβη, κυνηγούν τις προσφορές στα σούπερ μάρκετ και ψάχνουν για ρούχα στους πάγκους των λαϊκών αγορών αντί για τις βιτρίνες των εμπορικών καταστημάτων.
Η ΕΛΣΤΑΤ καταγηράφει ανησυχητικά σημάδια, από αλλού: Καταρχάς πάνω από τους μισούς κλάδους του λιανεμπορίου (οι 27 από τους 43), σημείωσαν ετήσια μείωση τζίρου, ως και -14,6%. Σε τριμηνιαία βάση σχεδόν όλες οι κατηγορίες λιανικών καταστημάτων είχαν βουτιά στο τζίρο τους, ως και -55%.
Τα Εξειδικευμένα Καταστήματα, παρά τις προσφορές των χειμερινών εκπτώσεων, όχι μόνο δεν κατάφεραν να επωφεληθούν, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις είχαν σημαντική μείωση τζίρου. Η πλέον χαρακτηριστική όλων είναι τα καταστήματα παπουτσιών, με ετήσια μείωση τζίρου -7,2%.
Στα Μικρά Καταστήματα υποδημάτων, ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό από τα ρούχα, ο ανταγωνισμός έρχεται και από το εξωτερικό. Πλατφόρμες διαδικτυακών πωλήσεων που έχουν την έδρα τους σε εκτός Ελλάδας «σαρώνουν» την αγορά πουλώντας σε ανταγωνιστικές τιμές.
Αλλά και από τις κατηγορίες που είχαν αύξηση τζίρου, οι δύο κλάδοι με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη ήταν τα μεταχειρισμένα είδη σε καταστήματα, με 30,7% και τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα-ενδύματα-υποδήματα σε υπαίθριες αγορές, δηλαδή από τις λαϊκές.
Τα Ελληνικά Νοικοκυριά, πιεσμένα από την παρατεταμένη ακρίβεια, στρέφονται σε φθηνότερα προϊόντα για τις πιο ελαστικές δαπάνες (ρούχα, παπούτσια, λευκά είδη), ψωνίζοντας κυριολεκτικά από τα καλάθια.
Οι Πάγκοι της Λαϊκής, που πουλάνε ως επί το πλείστον χαμηλής ποιότητας κινέζικα είδη ένδυσης-υπόδησης ή σπιτιού, «κόβουν» πελάτες από τα πιο ποιοτικά καταστήματα της γειτονιάς και του κέντρου. Πάντως, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η αύξηση του καταγεγραμμένου τζίρου στις λαϊκές οφείλεται σε ένα βαθμό και στην υποχρέωση να δέχονται POS.
Ο Πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πάτρας και της Ομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας Πελοποννήσο – Μέλος ΔΣ ΕΣΕΕ, λέει στην «Π» πως δείκτης της ΕΛΣΤΑΤ για το λιανεμπόριο δεν απεικονίζει την πραγματική κατάσταση στην αγορά, γιατί περιλαμβάνει μέσα στις μετρήσεις τα τρόφιμα, τα καύσιμα, τις μεγάλες αλυσίδες και τις ΑΕ. «Αν όμως απομονωθεί το μικρό λιανεμπόριο, όπως έχει ζητήσει η ΕΣΕΕ, τότε θα δούμε πόσο τραγικές είναι οι επιπτώσεις της ακρίβειας στην αγορά και δη στο μικρό λιανεμπόριο. Θα φανεί με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο η απουσία καταναλωτικής δύναμης του κόσμου και ότι το εμπόριο είναι από τις πρώτες επιλογές στην περικοπή δαπανών ενός νοικοκυριού, για να μπορέσει να εξασφαλίσει τα βασικά είδη πρώτης ανάγκης» είπε. Επίσης, ένα ακόμα στοιχείο που δείχνει κατάρρευση της κατανάλωσης είναι ότι για πρώτη φορά διαπιστώνεται τεράστια πτώση τζίρου και στην εστίαση, γεγονός πολύ σημαντικό, αλλά και η μετατόπιση καταναλωτών σε αγορές προϊόντων χαμηλής τιμής και ποιότητας, όπως είναι οι πάγκοι των λαϊκών αγορών. «Εμείς ως ΕΣΕΕ καταγράφουμε και άλλες επιμέρους λεπτομέρειες που δείχνου την έκταση του προβλήματος, με τα αρτοποιεία και ζαχαροπλαστεία να καταγράφουν πτώση τζίρου ακόμα και 30%» τόνισε ο Γιώργος Βαγενάς.
Ο Πρόεδρος της Αχαϊκής Ομοσπονδίας Λαϊκών Αγορώναγορών Πάτρας Χαράλαμπος Φοής μετέφερε στην «Π»: «Δεν ξέρω πώς προκύπτουν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που δείχνουν αύξηση της κίνησης στις λαϊκές αγορές, αλλά εγώ μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι στην Πάτρα οι τζίροι είναι πολύ πεσμένοι, ειδικά τους τελευταίους έξι μήνες. Είτε πρόκειται για ανθρώπους που δουλεύουν την μαναβική, είτε τα βιομηχανικά είδη όπως εγώ, πολύ δύσκολα τα βγάζουν πέρα» είπε ο κ. Φοής, που αποκάλυψε ότι πολλοί επαγγελματίες, μη μπορώντας να αντέξουν άλλο το βάρος των υποχρεώσεων και τον αθέμιτο ανταγωνισμό, παραδίδουν τις άδειές τους και αναζητούν εργασία αλλού ως υπάλληλοι. Ο κ. Φοής τόνισε ότι η καθίζηση του τζίρου στις λαϊκές αγορές της Πάτρας δεν είναι ένα συγκυριακό φαινόμενο αλλά μόνιμη κατάσταση, ενώ η πτώση μπορεί να φτάνει ακόμα και στο 40%. «Το κακό είναι ότι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν οι νόμιμοι επαγγελματίες και μένουν πίσω οι παράνομοι που δεν αφήνουν τίποτα στον ΕΦΚΑ, στην Εφορία και στον Δήμο» είπε.
Ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Δύμης, Ανδρέας Φώτου, δηλώνει στην «Π», πως η κατάσταση στην αγορά της Κάτω Αχαΐας δεν παρουσιάζει κάποια διαφοροποίηση σε σχέση με την ευρύτερη εικόνα που καταγράφεται στον εμπορικό κόσμο, όπως . Σύμφωνα με τον ίδιο, η εμπορική κίνηση παραμένει υποτονική, με τον τζίρο να έχει «παγώσει» τους τελευταίους μήνες, κυμαινόμενος στα χαμηλότερα δυνατά επίπεδα. Η κρίσιμη περίοδος του Πάσχα, η οποία παραδοσιακά αποτελεί «ανάσα» για την αγορά, δεν κατάφερε να αναστρέψει την αρνητική πορεία, αφήνοντας τους επαγγελματίες απογοητευμένους. Ο κ. Φώτου επισημαίνει πως το εμπόριο στα είδη ένδυσης και υπόδησης έχει πληγεί ιδιαίτερα, καθώς έχει πλέον περάσει σε δεύτερη μοίρα για τον μέσο καταναλωτή. Οι οικονομικές πιέσεις που δέχονται τα νοικοκυριά οδηγούν στην προτεραιοποίηση των απολύτως αναγκαίων. Οπως αναφέρει, οι περισσότεροι πολίτες στρέφουν την προσοχή και τους περιορισμένους πόρους τους στην κάλυψη βασικών αναγκών –κυρίως στη διατροφή και στις υποχρεώσεις του μήνα– αφήνοντας τα δευτερεύοντα είδη εκτός προγραμματισμού. Ο προβληματισμός είναι έντονος στους επαγγελματίες της περιοχής, καθώς η έλλειψη αγοραστικής δύναμης και η σταθερή υποχώρηση της κατανάλωσης διαμορφώνουν ένα ασφυκτικό πλαίσιο, το οποίο απειλεί τη βιωσιμότητα πολλών μικρών επιχειρήσεων.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News