Σοφία Ελευθερίου: «Η γραφή για μένα είναι ένα παράθυρο στον ήλιο»
Στην ελληνική επαρχία μάς μεταφέρουν τα είκοσι τέσσερα διηγήματα της πρώτης της συλλογής της με τίτλο «Το μάτι της βελόνας» (εκδ. Ενύπνιο), με την ίδια να δίνει, δεξιοτεχνικά, πνοή σε ανθρώπους καθημερινούς, ανθρώπους του μόχθου, σκύβοντας πάνω τους με τρυφερότητα. Η Σοφία Ελευθερίου μιλά στην «Π» για το βιβλίο, τους ήρωές της και τη γραφή.
–Πότε πρωτονιώσατε την ανάγκη να εκφραστείτε μέσω της γραφής;
Από τα χρόνια του Γυμνασίου ακόμη, υπήρχε μέσα μου η τάση να αποτυπώνω στο χαρτί αυτά που ένιωθα ή σκεφτόμουν. Ετσι άρχισα να γράφω κυρίως ομοιοκατάληκτα τετράστιχα. Αργότερα, στα χρόνια του Λυκείου, έγραφα ποιήματα σε ελεύθερο στίχο και πεζά. Σημαντικό ρόλο στο να εκφραστεί αυτή η ανάγκη έπαιξαν οι καθηγητές που είχα στα φιλολογικά μαθήματα.
–Εχετε γράψει ποιήματα και διηγήματα. Τι σας ελκύει στην ποίηση και τι στην πεζογραφία -και δη στη μικρή φόρμα;
Την ποίηση τη νιώθω σαν μια έντονη έξαρση, ένα «τσαφ», ένα εσωτερικό σκίρτημα, όπως αυτό που προκαλεί ένα δυνατό συναίσθημα, κάτι σαν έρωτας ας πούμε.
Η πεζογραφία, από την άλλη, είναι ένα διαρκές παιχνίδι, όπου δημιουργείς κάποιους ήρωες και μετά τους αφήνεις εντελώς ελεύθερους να δράσουν, ενώ εσύ απλώς τους παρακολουθείς. Παράλληλα βιώνεις τη δική τους ζωή, τα βάσανα και τις χαρές τους. Μέσω αυτής της διαδικασίας είναι σα να ζεις τρεις και τέσσερις ζωές παραπάνω.
–Τι μπορεί να αποτελέσει για εσάς «πηγή», ώστε να πυροδοτήσει τη γραφίδα σας;
Οποιοδήποτε συμβάν -συνηθισμένο ή όχι- το οποίο είναι ικανό να προκαλέσει μια εσωτερική δόνηση, μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης.
–«Το μάτι της βελόνας» είναι το πρώτο σας βιβλίο με ιστορίες που εκτυλίσσονται στο Νεοχώρι Μεσολογγίου και μάλιστα σε κάποιες από αυτές υπάρχει και η ντοπιολαλιά. Επιλέξατε τον συγκεκριμένο τόπο ως σκηνικό, επειδή…
Σαν παιδί δεν είχα ποτέ το δικό μου χωριό. Γνώρισα το Νεοχώρι και γενικότερα την Αιτωλοακαρνανία μέσω του συζύγου μου που κατάγεται από εκεί. Την επισκέπτομαι συστηματικά τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια. Είναι πολλές οι φορές που βρέθηκα να κάθομαι στην πλατεία του χωριού κουβεντιάζοντας με τους ντόπιους -νέους και μεγαλύτερους- ή στήνοντας αφτί και ακούγοντάς τους να μιλάνε. Εμαθα πολύ καλά τις συνήθειές τους, την ντοπιολαλιά, τον τρόπο σκέψης, τις αδυναμίες τους, το συμπεριφορικό τους κομμάτι και ταυτόχρονα τα ήθη και έθιμά τους. Επίσης γνώρισα τις φυσικές ομορφιές του νομού, οι οποίες είναι άφθονες. Ετσι, μου γεννήθηκε η επιθυμία να διασώσω τη φωνή τους μέσα από μικρές ιστορίες.
–Γλυκόπικρη η αίσθηση που αφήνουν οι ιστορίες σας με ήρωες ανθρώπους απλούς, καθημερινούς, του κάματου. Με ποια μαγιά τούς πλάσατε και γιατί επιλέξατε αυτή τη γεύση;
Θα έχετε ακούσει για το παραμύθι «Το πιο γλυκό ψωμί του κόσμου»: Ενας δυστυχισμένος βασιλιάς ψάχνει να βρει πιο είναι το πιο γλυκό ψωμί του κόσμου, αυτό που θα θεραπεύσει την ανορεξία του. Το ανακαλύπτει μετά από τριήμερη σκληρή εργασία, όπου μαζί με τον σοφό γέροντα πηγαίνουν στο χωράφι, θερίζουν το στάρι και το αλέθουν. Ζυμώνουν το αλεύρι, μαζεύουν ξύλα για τη φωτιά και ψήνουν το ψωμί. Ο βασιλιάς είναι εξαντλημένος από τη σκληρή δουλειά και την έλλειψη φαγητού και περιμένει με ανυπομονησία να φάει το καρβέλι που έφτιαξε με κόπο. Μόλις το δοκιμάζει, αναφωνεί πως αυτό είναι το πιο γλυκό ψωμί του κόσμου, αυτό που τον γλυτώνει από τo μαρτύριο της ανορεξίας. Αυτή τη γεύση δίνουν στη ζωή, οι απλοί λαϊκοί άνθρωποι του μόχθου. Τέτοιους ανθρώπους αγαπώ.
–Τη Λένη τη συναντάμε σε αρκετές ιστορίες σας. Σημαίνει κάτι για εσάς η επιστροφή της;
Στο πρόσωπο της Λένης, συναντάμε τη γυναίκα που ζει και αγωνίζεται γενναία, τη γυναίκα που δεν εγκαταλείπει ποτέ, τη γυναίκα της προσφοράς. Την αρχετυπική εκείνη μορφή που είναι τόσο σημαντική για τον βίο μας.
–Στο διήγημα «Αλλιώς» τονίζεται η σημασία που έχει σε μια ζοφερή κατάσταση της ζωής, στο βάλτωμα εν προκειμένω, η διαφορετική οπτική. Θα μας πείτε;
Το διήγημα «Αλλιώς» βασίζεται στη σκέψη της ύπαρξης και συνομιλίας με τον «άλλο» εαυτό μας. Τον καλύτερο, τον ανώτερο, αυτόν που κοιτάζει πάντα ψηλά. Αυτόν που δεν πρέπει ποτέ να εγκαταλείπουμε.
-Στο διήγημά σας «Η Ιλιάδα και το χέρι», στο αποτέλεσμα της κακής τύχης, της κακής ζαριάς, ας το πω έτσι, αντιπαραβάλλεται μια σατιρική πτυχή. Είναι το χιούμορ ξόρκι;
Μπορεί να είναι και ξόρκι και φάρμακο ταυτόχρονα. Αλλωστε το χιούμορ είναι από τα κατεξοχήν χαρακτηριστικά που διαχωρίζουν τον άνθρωπο από τα υπόλοιπα έμβια όντα. (Εχετε δει ποτέ κάποιο οικιακό ζώο να κάνει χιούμορ;).
–«Μας κυβερνάνε οι γυναίκες γαμώτο». Φράση ειπωμένη από αντρικά χείλη στο ομότιτλο της συλλογής σας διήγημα. Αυτή η παραδοχή πώς ακούγεται όταν τα περιστατικά βίας κατά γυναικών ξεσπούν σχεδόν καθημερινά;
Αυτή είναι μία φράση που την έλεγε συχνά ο πατέρας μου. Την έλεγε με σεβασμό και θαυμασμό προς το άλλο φύλλο. Υπάρχουν και αυτοί οι άντρες.
–Είστε χημικός. Χημεία, ποίηση και πεζογραφία πώς συμπορεύονται, αλήθεια;
Θα σας παραπέμψω στο βιβλίο με τίτλο: «Η λογοτεχνία της Χημείας» του Αναστάσιου Βάρβογλη, καθηγητή Οργανικής Χημείας στο ΑΠΘ. Ανθολογούνται περισσότεροι από 200 λογοτέχνες, Ελληνες και ξένοι, που έχουν γράψει μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, ποιήματα και θεατρικά έργα που έχουν σχέση με τη Χημεία. αλλωστε το έχει πει τόσο ωραία και ο ποιητής μας Κωστής Παλαμάς: «Κορώνα των επιστημών θαυματουργή Χημεία
που μέσα από τα σκύβαλα στολίδια βγάζεις και πετράδια
Μπορείς τα τίμια να τα πλάσεις με την ατιμία
να βρεις παλμούς ερωτικούς και μέσα στην καρδιά την άδεια».
-Η γραφή για εσάς είναι…
Για μένα η γραφή είναι ένα παράθυρο στον ήλιο. Είναι αυτό που ειπώνεται με βαθύτερο τρόπο αλλά και απλό και λαϊκό, για να φανεί το κεράκι που υπάρχει μέσα μας. Το μέσα πράγμα της ψυχής.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News